Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2021

Ερωτήματα... και διλήμματα


Στη σκιά του νέου lockdown, επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά η αναγκαιότητα των αιτημάτων που προβάλλουν υγειονομικοί, άλλοι εργαζόμενοι, σωματεία και φορείς για την ουσιαστική προστασία του λαού από την πανδημία, με επίκεντρο τους χώρους δουλειάς, τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, τα σχολεία κ.τ.λ. Τα αιτήματα αυτά δεν είναι βέβαια καινούργια, αλλά η κυβέρνηση τα απορρίπτει προκλητικά, φορτώνοντας στο λαό την ευθύνη της αυτοπροστασίας, ενοχοποιώντας τον ταυτόχρονα για τη νέα έξαρση των κρουσμάτων. Αρα, όπως τον περασμένο Μάρτη, έτσι και τώρα, το ερώτημα δεν είναι «λοκντάουν ή μη λοκντάουν», αλλά γιατί το κράτος δεν παίρνει όλα τα μέτρα που είναι αναγκαία για να αποτραπεί η γενικευμένη διάδοση του ιού, να προστατευθεί ουσιαστικά ο λαός.

Την εφαρμογή των αναγκαίων μέτρων δεν την εμποδίζουν η «ανικανότητα» και ο «ερασιτεχνισμός» της κυβέρνησης, όπως την κατηγορεί ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το γεγονός ότι διαχειρίζεται την πανδημία με κριτήριο την «υγεία» της οικονομίας και όχι του λαού. Κι όταν λέμε οικονομία δεν εννοούμε τον βιοπαλαιστή, τον εργαζόμενο, τον αυτοαπασχολούμενο, τον αγρότη, που έτσι κι αλλιώς ζουν από πρώτο χέρι τις συνέπειες της αντιλαϊκής πολιτικής με ή χωρίς πανδημία, σε οικονομική ανάπτυξη και κρίση, αλλά τις μεγάλες επιχειρήσεις και τους ομίλους, που εφαρμόζουν πρωτόκολλα προστασίας των κερδών τους και αφήνουν απροστάτευτους τους εργαζόμενους κ.τ.λ. Το πραγματικό δίλημμα, λοιπόν, που επανέρχεται, ξανά και ξανά, σε κάθε φάση της πανδημίας, με ή χωρίς lockdown, είναι: Διαχείριση της πανδημίας με κριτήριο τις ανάγκες των εργαζομένων και του λαού, ή με κριτήριο την προστασία των κερδών, σε μια περίοδο μάλιστα που η οικονομία βρίσκεται σε νέα κρίση; Οι κυβερνήσεις και τα κόμματα του κεφαλαίου στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο απαντάνε το δεύτερο. Οι λαοί θα βρουν διέξοδο μόνο αν κάνουν δική τους υπόθεση τον αγώνα για το πρώτο.


Αντοχές

Μόνο ως εμπαιγμός στους βιοπαλαιστές αγρότες ακούγεται η απάντηση του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης κατά τη διάρκεια συνάντησης που είχε με αντιπροσωπεία τους τη Δευτέρα, λέγοντας ότι «αναζητούνται οι πόροι προκειμένου να δοθούν έκτακτες ενισχύσεις λόγω απώλειας εισοδήματος, χρήματα δεν υπάρχουν προς το παρόν». Μόνιμη επωδός όλων των κυβερνήσεων για να μην ικανοποιήσουν τα δίκαια αιτήματα των αγροτών είναι οι «αντοχές της οικονομίας». Την ίδια ώρα, βέβαια, σπεύδουν να ικανοποιήσουν κάθε αξίωση των επιχειρηματικών ομίλων με «δωράκια», όπως φοροαπαλλαγές, άμεσες και έμμεσες επιδοτήσεις κ.ά. Χαρακτηριστικά, οι προϋπολογισμοί του 2020 και του 2021 προβλέπουν στήριξη των επιχειρήσεων έναντι των συνεπειών της πανδημίας με 31 δισ. ευρώ, ενώ για εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες, κτηνοτρόφους, αλιείς προβλέπονται μόλις 350 εκατ. ευρώ, δηλαδή περίπου το 1% του συνολικού πακέτου. Επίσης, την ίδια ώρα που αρνούνται να δώσουν αφορολόγητο πετρέλαιο στους αγρότες - για το οποίο μάλιστα ο υπουργός παραδέχτηκε πως ήταν προεκλογική τους δέσμευση - δίνουν πάνω από 370 εκατ. ευρώ για επιστροφή πετρελαίου σε εφοπλιστές, βιομηχάνους, κλινικάρχες, ξενοδόχους, αεροπορικές εταιρείες. Με το «επιχείρημα» ότι δεν το επιτρέπουν οι «κανόνες της αγοράς και του ελεύθερου ανταγωνισμού», δεν δέχονται το αίτημα για κατώτερες εγγυημένες τιμές στα προϊόντα, ώστε να μην τα παίρνουν τζάμπα οι εμποροβιομήχανοι. Από την άλλη, όμως, προσφέρουν «κατώτατα εγγυημένα κέρδη» στις μεγάλες εταιρείες που εκμεταλλεύονται τους εθνικούς αυτοκινητόδρομους και «εγγυημένη κερδοφόρα τιμή» στο ρεύμα που πωλούν οι ιδιωτικές εταιρείες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας... Είναι φανερό επομένως ότι οι «αντοχές της οικονομίας» διαμορφώνονται κατά τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, μεταξύ άλλων και στον αγροδιατροφικό τομέα, καταδικάζοντας στην ανέχεια τους βιοπαλαιστές αγρότες που παλεύουν για την επιβίωσή τους.


Σχολεία - κόμβοι

Ο ρόλος των σχολείων αποδείχτηκε κομβικός σε ό,τι αφορά την έξαρση των κρουσμάτων σε αυτήν τη φάση της πανδημίας, όπως επιβεβαιώνουν τα επίσημα στοιχεία. Σύμφωνα με αυτά, τις τελευταίες μέρες πριν από το lockdown, 1 στα 8 νέα κρούσματα ήταν σε παιδιά. Από τις 11 Γενάρη, που άνοιξαν τα σχολεία, έχουν εντοπιστεί περίπου 2.000 κρούσματα σε άτομα κάτω των 17 ετών, τα οποία αναλογούν στο 10% των συνολικών κρουσμάτων των 4 τελευταίων βδομάδων. Από τις αρχές Φλεβάρη έχουν επιβεβαιωθεί 951 κρούσματα σε παιδιά, δηλαδή τα μισά από όσα έχουν εντοπιστεί από τις 11 Γενάρη. Ο ίδιος ο υπουργός Υγείας ανακοίνωσε τις προάλλες ότι την περίοδο 24/1 - 30/1 «είχαμε σημαντική αύξηση κατά 11% των κρουσμάτων στο ηλικιακό εύρος 0 έως 9 ετών, 435 θετικά παιδιά στα 6.676 κρούσματα, έναντι 297 στα 5.059 την προηγούμενη περίοδο». Η κυβέρνηση, λοιπόν, που έλεγε ότι «στα σχολεία δεν κολλάει», αναγκάζεται τώρα να ομολογήσει ότι η αύξηση των κρουσμάτων στην κοινότητα, με βασική εστία μετάδοσης τους χώρους δουλειάς, αυξάνει τη μεταδοτικότητα και στα σχολεία. Ο λόγος είναι βέβαια ότι αυτά παραμένουν αθωράκιστα, με πολλούς μαθητές ανά τάξη, χωρίς τακτικά - μαζικά τεστ, χωρίς ιχνηλάτηση εκεί που διαπιστώνεται πρόβλημα, με μόνη ...ασπίδα απέναντι στην πανδημία τη μάσκα και τα ανοιχτά παράθυρα μέσα στο καταχείμωνο. Να λοιπόν γιατί με το που αυξήθηκαν τα κρούσματα στον γενικό πληθυσμό, τα σχολεία, λόγω έλλειψης ουσιαστικών μέτρων προστασίας, έγιναν αμέσως «κόμβος» μεταφοράς του ιού από τη μια οικογένεια στην άλλη, μέσω των παιδιών. Κι επειδή η κυβέρνηση δεν έχει καμιά πρόθεση να πάρει τα αναγκαία μέτρα που διεκδικούν εργαζόμενοι, γονείς και μαθητές, έκλεισε τα σχολεία και έστειλε ξανά τα παιδιά πίσω από τις οθόνες της τηλεκπαίδευσης.

Ριζοσπάστης 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου