Η φετινή ήταν μια χρονιά - ρεκόρ για τον τουρισμό στη Ρόδο. Πάνω από 3,5 εκατ. τουρίστες είχαν επισκεφτεί το νησί μέχρι τα τέλη Σεπτέμβρη, περισσότεροι κατά 14% σε σχέση με πέρυσι. Το λιμάνι της Ρόδου προσέγγισαν 264 κρουαζιερόπλοια με πάνω από 350.000 επιβάτες. Άλλα 88 αναμένονταν μέχρι το τέλος Δεκέμβρη.
«Καταρρίπτει όλα πλέον τα ρεκόρ η φετινή τουριστική χρονιά για το σμαραγδένιο νησί μας!», πανηγυρίζει η δημοτική αρχή και διαφημίζει τις «επιδόσεις» κράτους και Τοπικής Διοίκησης: «Στο εξαιρετικό αυτό αποτέλεσμα συνέβαλαν τα μέγιστα όλοι οι εμπλεκόμενοι με τον Τουρισμό φορείς και φυσικά ο δήμος Ρόδου, με την τουριστική πολιτική και στρατηγική που ακολούθησε από την αρχή της χρονιάς».
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ η Ρόδος κρατάει τα πρωτεία και στις εισπράξεις, με 1,3 δισ. ευρώ έσοδα από τον Τουρισμό, ποσό ίσο με το 6,5% των τουριστικών εσόδων της χώρας και το 1/3 του Νότιου Αιγαίου. Στο νησί λειτουργούν πάνω από 65 πεντάστερα ξενοδοχεία - πολλά από τα οποία ανήκουν σε παγκόσμιες αλυσίδες - με περισσότερες από 46.000 κλίνες.
Αυτή είναι η μια πλευρά, η «βιτρίνα» του νησιού. Την άλλη τη βλέπουμε με οργή αυτές τις μέρες, με τις τεράστιες καταστροφές που προκάλεσε στη Ρόδο - και σε πολλές ακόμα περιοχές - μια κακοκαιρία καθόλου «αιφνιδιαστική», αφού την είχαν προβλέψει οι μετεωρολόγοι και προειδοποιούσαν για τις συνέπειές της.
Κι όμως... Ο λαός βρέθηκε για μια ακόμα φορά απροστάτευτος στο πέρασμά της, με αποτέλεσμα περιοχές όπως η Λήμνος, η Ρόδος, η Χαλκιδική και άλλες να θυμίζουν ...Θεσσαλία μετά τον «Ντάνιελ». Το «σμαραγδένιο νησί» από ψηλά μοιάζει με απέραντο βούρκο.
Οι δύο αυτές εικόνες της Ρόδου αντανακλούν τις μεγάλες αντιφάσεις στην ανάπτυξη του νησιού και συνολικά της χώρας. Της καπιταλιστικής ανάπτυξης, που έχει ως κριτήριο και προτεραιότητα τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων, σε βάρος των αναγκών της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας.
«Το Α και το Ω» της πολιτικής κυβέρνησης, κράτους και Τοπικής Διοίκησης είναι η ανάπτυξη του Τουρισμού στη Ρόδο και μάλιστα για τα υψηλά εισοδήματα. Σε αυτό εστιάζει ο στρατηγικός τους σχεδιασμός, εκεί επενδύεται το μεγαλύτερο μέρος της κρατικής και ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.
Μόνο για την αναβάθμιση της μαρίνας της Ρόδου «τρέχουν» αυτήν τη στιγμή σχέδια και χρηματοδοτήσεις ύψους περίπου 10 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης! Στον αντίποδα, υποδομές και έργα αναγκαία για την προστασία του λαού και της περιουσίας του είτε βρίσκονται στα αζήτητα, λόγω κόστους και μη ανταποδοτικότητας για το κεφάλαιο, είτε είναι αποσπασματικά και άρα αναποτελεσματικά, ειδικά όταν τα φαινόμενα είναι έντονα.
Υπάρχουν και παραδείγματα όπου η ανάπτυξη του Τουρισμού υπονομεύει άμεσα την ασφάλεια των κατοίκων από φυσικές καταστροφές: Παλιές υποδομές (γέφυρες, δρόμοι κ.λπ.) επιβαρύνονται και καταρρέουν με την πρώτη μεγάλη νεροποντή, ρέματα μπαζώνονται για να γίνουν τουριστικά καταλύματα, ο αιγιαλός κλείνει «και με τον νόμο» για να παραδοθεί στα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, κ.ά.
Πέρα από τη σημερινή και όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις, η Τοπική Διοίκηση έχει τεράστια ευθύνη γι' αυτήν την εξέλιξη.
Όσο κι αν προσπαθούν δήμαρχοι και περιφερειάρχες «να βγάλουν την ουρά τους απέξω», το έγκλημα έχει και τη δική τους υπογραφή. Γιατί στήριξαν και στηρίζουν την πολιτική που βάζει «στο πάνω ράφι» τα κέρδη μιας χούφτας τουριστικών και άλλων ομίλων, ενώ πετάει στα ...ληγμένα τις ανάγκες για σύγχρονη πρόληψη και προστασία του λαού.
Το επιβεβαίωσε και η μεγάλη φωτιά πέρυσι το καλοκαίρι, που έκανε παρανάλωμα του πυρός μεγάλες δασικές εκτάσεις και έβαλε σε κίνδυνο ακόμα και τη ζωή κατοίκων και τουριστών.
Αυτή η πολιτική υπονομεύει τις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά και να περιοριστούν οι συνέπειες από τα φυσικά φαινόμενα. Και αυτό δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από βολικά άλλοθι όπως η «κλιματική αλλαγή», που έχει γίνει καραμέλα στο στόμα υπουργών και παραγόντων της Τοπικής Διοίκησης.
Το πραγματικό δίλημμα, «τα κέρδη τους ή οι ζωές μας», επανέρχεται με κάθε αφορμή. Και θα παραμένει αμείλικτο για τον λαό, όσο κριτήριο οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας είναι τα κέρδη μιας χούφτας επιχειρηματικών ομίλων. Εκεί πρέπει να στοχεύσουν ακόμα πιο αποφασιστικά η οργάνωση, ο αγώνας και η αντεπίθεση του λαού, δυναμώνοντας σήμερα την πάλη για σύγχρονα έργα, σχέδια και υποδομές προστασίας από τα φυσικά φαινόμενα, με κρατική ευθύνη και χρηματοδότηση.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Τρίτης 3 Δεκέμβρη 2024.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου