Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

«Η Αμερική επέστρεψε, έτοιμη να ηγηθεί»


Τα πρόσωπα της νέας διοίκησης εκφράζουν τις επιδιώξεις για παγκόσμια κυριαρχία

 

Ο νέος Πρόεδρος, Τζ. Μπάιντεν, δηλώνει έτοιμος να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των αμερικανικών μονοπωλίων

Copyright 2020 The Associated

Ο νέος Πρόεδρος, Τζ. Μπάιντεν, δηλώνει έτοιμος να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των αμερικανικών μονοπωλίων
«Η Αμερική επέστρεψε, έτοιμη να ηγηθεί του κόσμου». Με αυτό το σύνθημα ως ...εναλλακτική στην πολιτική «Πρώτα η Αμερική» της διοίκησης του Ντόναλντ Τραμπ, οι Δημοκρατικοί ετοιμάζονται να αναλάβουν την εξουσία στις ΗΠΑ, συνθλίβοντας τον αμερικανικό και τους άλλους λαούς με στόχο την υπεράσπιση της κυριαρχίας των αμερικανικών μονοπωλιακών ομίλων στον κόσμο, σε μια περίοδο που αυτή αμφισβητείται έντονα από ισχυρούς ανταγωνιστές, όπως πρωτίστως η Κίνα και άλλες ανερχόμενες δυνάμεις.

Καθώς πλησιάζει η ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν στις 20 Γενάρη, τα πρόσωπα που έχει ανακοινώσει μέχρι τώρα ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος, για να πλαισιώσουν τη διοίκησή του, μετουσιώνουν αυτές τις επιδιώξεις και το ρόλο που διεκδικούν οι ΗΠΑ.

Οπως είχε υπογραμμίσει ο Μπάιντεν σε άρθρο του με τίτλο «Γιατί η Αμερική πρέπει να ηγηθεί ξανά» στο περιοδικό «Foreign Affairs», την περασμένη άνοιξη, «για 70 χρόνια οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπό Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικανούς Προέδρους, έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στη σύνταξη των κανόνων» του κόσμου που «προωθούν τη συλλογική ασφάλεια και ευημερία».

Ενδεικτικά μόνο να αναφερθεί πως σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Διεθνών και Δημόσιων Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Μπράουν, οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις των ΗΠΑ και των ΝΑΤΟικών συμμάχων τους μετά την 11η Σεπτεμβρίου έχουν εκτοπίσει 37 εκατ. ανθρώπους, χωρίς φυσικά να υπολογίζονται οι νεκροί. Ενώ, όπως υπενθυμίζει αρθρογραφία στον αμερικανικό Τύπο («New York Times» κ.ά.), «ακόμη και πριν ο Ντόναλντ Τραμπ εισέλθει στον Λευκό Οίκο», οι ΗΠΑ αρνούνταν να επικυρώσουν - έστω και τυπικά - Διεθνείς Συνθήκες, όπως αυτές που απαγορεύουν νάρκες ξηράς, βόμβες διασποράς και πυρηνικές δοκιμές, που ρυθμίζουν την παγκόσμια πώληση όπλων, ή που προστατεύουν τους ωκεανούς, προτάσσοντας φυσικά τα τεράστια συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων.

«Κλιματική αλλαγή» με το βλέμμα στην Κίνα

Ακριβώς για τους ίδιους λόγους που η διοίκηση Τραμπ αποχώρησε από τη Συνθήκη του Παρισιού «για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής», η οποία «ωφελούσε ξεκάθαρα την Κίνα», ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ έχει ανακοινώσει πως θα επανέλθει. Οι διαπραγματεύσεις θα είναι σκληρές με πολλούς ιμπεριαλιστές «παίκτες» και μένει να αποδειχτεί στην πράξη η επιστροφή των ΗΠΑ, ωστόσο η ουσία είναι οι οικονομικές και γεωπολιτικές προεκτάσεις αυτής της συμφωνίας, που κάθε άλλο παρά την προστασία του περιβάλλοντος αφορά.

«Οι ΗΠΑ πρέπει να ηγηθούν παγκόσμια στην υπαρξιακή απειλή που αντιμετωπίζουμε - την κλιματική αλλαγή. Εάν δεν το καταφέρουμε αυτό, τίποτα άλλο δεν θα έχει σημασία», γράφει στο «Foreign Affairs» ο Μπάιντεν, προτάσσοντας «τεράστιες, επείγουσες επενδύσεις στη χώρα που θα βάλουν τις ΗΠΑ σε καλό δρόμο για μια οικονομία καθαρής Ενέργειας με καθαρές, μηδενικές εκπομπές έως το 2050», ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα των αμερικανικών ομίλων σε νέες και «πράσινες» τεχνολογίες, χωρίς παράλληλα να παραιτούνται από την παραγωγή άνθρακα και φυσικού αερίου.

Τα μέτρα μείωσης των εκπομπών ρύπων - π.χ. στην παγκόσμια ναυτιλία και την αεροπορία - θα πρέπει πάντα να είναι αναλογικά και στο μέτρο που διασφαλίζουν ότι «άλλα έθνη δεν μπορούν να υποτιμήσουν οικονομικά τις Ηνωμένες Πολιτείες καθώς τηρούμε τις δικές μας δεσμεύσεις», υπογραμμίζει ο Τζο Μπάιντεν.

«Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, να επιμείνουμε ότι η Κίνα - η χώρα με τις μεγαλύτερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στον κόσμο - θα σταματήσει να επιδοτεί τις εξαγωγές άνθρακα και την εξωτερική ανάθεση ρύπανσης σε άλλες χώρες (σ.σ. προβλέπεται από τη Συνθήκη του Παρισιού) χρηματοδοτώντας έργα βρώμικων ορυκτών καυσίμων αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσω της πρωτοβουλίας "Μια Ζώνη, ένας Δρόμος"», σημειώνεται στο άρθρο.

Η υπεράσπιση με «νύχια και με δόντια» των ενεργειακών συμφερόντων των ΗΠΑ στον παγκόσμιο ανταγωνισμό σηματοδοτείται και από την επιλογή του πρώην ΥΠΕΞ, Τζον Κέρι, ως ειδικού απεσταλμένου για το κλίμα, κάτι που σχολιάζεται και στον αμερικανικό Τύπο.

Υπέρμαχος του φόρου άνθρακα και του εμπορίου ρύπων, που ουσιαστικά δίνει το ελεύθερο στις πετρελαϊκές και άλλες επιχειρήσεις να ρυπαίνουν, ο Κέρι υπερασπίστηκε την προσπάθεια του πρώην Δημοκρατικού Προέδρου, Μπαράκ Ομπάμα, να προωθήσει τις υπεράκτιες γεωτρήσεις και να γίνουν οι ΗΠΑ ο νούμερο 1 «fracker» στον κόσμο, μια μέθοδος εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου που αφήνει πίσω της «καμένη γη». Κατά τη θητεία του Ομπάμα, οι ΗΠΑ για πρώτη φορά απέκτησαν ενεργειακή ανεξαρτησία, σε μεγάλο βαθμό και λόγω των ιμπεριαλιστικών πολέμων κατά του Ιράκ, της Συρίας και της Λιβύης.

Τα «γεράκια του πολέμου»

Θέλοντας οι ΗΠΑ να διατηρήσουν την παγκόσμια ηγεσία στην ιμπεριαλιστική «πυραμίδα» οξύνοντας τον ανταγωνισμό με Κίνα και Ρωσία σε διάφορα «μέτωπα», η επιλογή του Αντονι Μπλίνκεν στη θέση του ΥΠΕΞ υπηρετεί και σηματοδοτεί αυτόν το στόχο.

Πρόκειται για ακόμη έναν «βετεράνο» της διοίκησης Ομπάμα, που έχει υπηρετήσει ως αναπληρωτής σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας και αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών. Μεταξύ άλλων, υποστήριξε στο έπακρο την επέμβαση των ΗΠΑ στη Λιβύη, φανατικός υπερασπιστής του Ισραήλ, των εποικισμών του και των φρικαλεοτήτων του κατά του Παλαιστινιακού λαού.

«Είτε μας αρέσει είτε όχι, ο κόσμος δεν οργανώνεται απλά από μόνος του», είπε κυνικά ο Μπλίνκεν, προσθέτοντας πως οι ΗΠΑ έχουν διαπιστώσει τι συμβαίνει «όταν κάποια άλλη χώρα προσπαθεί να πάρει τη θέση μας ή, ίσως ακόμη χειρότερα, κανείς δεν το κάνει, και καταλήγουμε με ένα κενό (εξουσίας)», που συμπληρώνεται από ανταγωνιστές των ΗΠΑ.

Ο στρατηγός Λόιντ Οστιν, με μακρά θητεία στο Ιράκ και αλλού, θα είναι ο πρώτος Αφροαμερικανός που αναλαμβάνει το υπουργείο Αμυνας. Οπως σχολιάζεται στον αμερικανικό Τύπο, ο Μπάιντεν αναμφίβολα εκτίμησε το γεγονός ότι η προεκλογική εκστρατεία του περιελάμβανε εκτεταμένο κατάλογο στρατιωτικών και εθνικών εμπειρογνωμόνων ασφαλείας με «καλές διασυνδέσεις» καθώς και δισεκατομμυριούχους που επισκίασαν αυτούς που υπέγραψαν υπέρ του Προέδρου Τραμπ.

Ο ίδιος ο Οστιν είναι μέλος του ιδιωτικού ταμείου κεφαλαίων «Pine Island Acquisition Corporation», που επενδύει στην πολεμική βιομηχανία και επίσης είναι στο Διοικητικό Συμβούλιο της «Raytheon Technologies», ενός από τους μεγαλύτερους ομίλους εξοπλισμών στον κόσμο.

Στην ομάδα του Πενταγώνου θα βρίσκεται και η Μισέλ Φλόρνοϊ, η οποία δεν προτάθηκε τελικά για υπουργός Αμυνας. Υπηρέτησε ως ανώτερος σύμβουλος Αμυνας του Μπιλ Κλίντον και του Μπαράκ Ομπάμα, και υπό τη διοίκηση του τελευταίου ήταν ο «εγκέφαλος» της κλιμάκωσης του πολέμου στο Αφγανιστάν, ο οποίος έχει στοιχίσει τη ζωή σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, πολλούς αμάχους. Εχει εκφράσει την άποψη ότι ο Ομπάμα δεν χρησιμοποίησε αρκετή στρατιωτική δύναμη, ιδιαίτερα στη Συρία, και φυσικά έχει υπερασπιστεί τις επεμβάσεις σε Ιράκ και Λιβύη.

Σε δημοσίευμα της «Washington Post» το 2017, ζητώντας αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, η Φλόρνοϊ υποστήριξε ότι ο Πρόεδρος Τραμπ «σωστά θέτει την ανάγκη για περισσότερες αμυντικές δαπάνες». Η ίδια έχει δεσμούς με ομίλους άμυνας, υπηρετεί στο Διοικητικό Συμβούλιο της «Booz Allen Hamilton», της παγκόσμιας εταιρείας συμβούλων στρατηγικής και τεχνολογίας.

Επίσης, η Σούζαν Ράις, η 56χρονη Αφροαμερικανίδα πρώην πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, που είχε διατελέσει βοηθός υπουργός Εξωτερικών και σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας στην κυβέρνηση του Ομπάμα, έχει επιλεγεί επικεφαλής του συμβουλίου εσωτερικής πολιτικής του Λευκού Οίκου.

Ριζοσπάστης 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου