Πέμπτη 14 Μαΐου 2020

Προσαρμογές


Με το βλέμμα στραμμένο στα «διαφυγόντα κέρδη» για το μεγάλο κεφάλαιο λόγω της πανδημίας και με την κυβέρνηση να προκαλεί τον κοινό νου, λέγοντας ουσιαστικά ότι ο ιός δεν κολλάει σε αεροπλάνα και ξενοδοχεία που θα μεταφέρουν και θα φιλοξενούν τουρίστες, το τροπάρι αρχίζει ξανά να αλλάζει. Και αυτή τη φορά τα «επιστημονικά μοντέλα» προσαρμόζονται στην παραπάνω ανάγκη των επιχειρηματικών ομίλων, κάτι που φαίνεται και σε σχετικές μελέτες που προβάλλονται, αναιρώντας προηγούμενες. Γράφει π.χ. η «Καθημερινή», επικαλούμενη μια τέτοια έρευνα, ότι μια ύφεση άνω του 9% θα προκαλέσει περισσότερα θύματα απ' ό,τι μια μαζική διάδοση του Covid-19. Πέρα από το γεγονός ότι ο λαός καλείται να διαλέξει αν θα θρηνεί θύματα λόγω της μαζικής και απότομης φτώχειας που φέρνει η καπιταλιστική κρίση, ή λόγω των ελλείψεων στο σύστημα Υγείας, τα όσα αναδεικνύει η παραπάνω έρευνα δείχνουν ακριβώς αυτή την προσαρμογή: Η Σουηδία προβάλλεται ξανά ως το «καλό παράδειγμα», αφού όπως λένε «παρά τα 3.000 θύματα» εξασφαλίζει την ανοσία της αγέλης, ενώ χώρες όπως η Ελλάδα, σε ενδεχόμενο δεύτερο κύμα, δεν θα «μπορούν να πληρώσουν» για νέο lockdown και θα αναγκαστούν να κάνουν καθυστερημένα ό,τι έκανε η Σουηδία. Η έρευνα δεν κρύβει, αντίθετα προτάσσει το γεγονός ότι όποιο μοντέλο διαχείρισης κι αν επιλεγεί, αυτό γίνεται με κριτήριο τη «βιωσιμότητα» της καπιταλιστικής οικονομίας. Οι ίδιες οι αντιφάσεις των αστικών επιτελείων στη διαχείριση της πανδημίας, οι παλινωδίες και οι προσαρμογές τους ανάλογα με το πώς εκτιμούν ότι μπορεί να διασωθεί η καπιταλιστική κερδοφορία, δείχνουν και τα ξεπερασμένα όρια αυτού του σάπιου και επικίνδυνου συστήματος.

Εικόνα... 
 
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης, για την περίοδο 30 Μάρτη έως 5 Απρίλη η εγχώρια ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα καλύφθηκε κατά 30% από εισαγόμενο φυσικό αέριο, 29% από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), 29% από καθαρές εισαγωγές και 9% από λιγνίτη. Η συνεισφορά του λιγνίτη στην προημερήσια αγορά της χώρας, σύμφωνα με το τελευταίο εβδομαδιαίο Δελτίο Ενεργειακής Ανάλυσης του ΙΕΝΕ, ήταν για πρώτη φορά μηδενική, με το κενό να καλύπτεται από την αυξημένη κατανάλωση φυσικού αερίου και ΑΠΕ. Μιλάμε βέβαια για μια περίοδο περιορισμένης ζήτησης, λόγω των μέτρων περιορισμού στη λειτουργία πολλών επιχειρήσεων, η οποία όμως προσφέρεται για πειραματισμούς σε ό,τι αφορά το ξανανακάτεμα του ενεργειακού μείγματος στη χώρα μας. Μόλις τον προηγούμενο μήνα, δηλαδή τον Μάρτη, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού, οι εισαγωγές ηλεκτρικού ρεύματος έφτασαν τα 1,164,304 ΜW, με σχεδόν 40% να προέρχεται από τη Βουλγαρία και 28,53% από την Ιταλία, ενώ οι εξαγωγές ήταν στα 57,199 MWh, 35,37% προς Τουρκία και 26,4% στην Ιταλία. Με άλλα λόγια, οι ενεργειακές ανάγκες της χώρας καλύφθηκαν ως επί το πλείστον χωρίς τον φτηνό λιγνίτη, αλλά από τις ακριβότερες πηγές, όπως οι ΑΠΕ, το αέριο και οι εισαγωγές.

... από το μέλλον
 
Την ίδια ώρα, στο πλαίσιο της λεγόμενης απολιγνιτοποίησης, το σύνολο σχεδόν των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ στη Δυτική Μακεδονία έχουν τεθεί εκτός λειτουργίας, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την πιο σύγχρονη, αυτή του ΑΗΣ Μελίτης (προγραμματίζεται να κλείσει οριστικά το 2023), με αποτέλεσμα την παύση των εργασιών και στο ορυχείο Αχλάδας, αφήνοντας «στον αέρα» πάνω από 150 εργαζόμενους. Πριν από λίγες μέρες, μπήκε οριστικό λουκέτο στον ΑΗΣ Αμύνταιου, ενώ τα σβηστά φουγάρα του ΑΗΣ Καρδιάς θα επαναλειτουργήσουν τον Οκτώβρη για τις ανάγκες της τηλεθέρμανσης. Η κατάσταση αυτή στην εγχώρια αγορά Ενέργειας αποτελεί φωτογραφία της στιγμής, αλλά και εικόνα από το μέλλον, όπου οι επιχειρηματικοί όμιλοι της «πράσινης ανάπτυξης» είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι, με εκατομμύρια κέρδη από τις αγοραπωλησίες στα ενεργειακά χρηματιστήρια, την ίδια στιγμή που η ανεργία και τα ακριβότερα τιμολόγια θα βαραίνουν ολοένα και περισσότερο το λαό.

Σύμμαχος
 
«Για το θέμα αυτό, ζητήθηκε η θεσμοθέτηση σοβαρού θεσμικού πλαισίου, με στόχο την προστασία των εργαζομένων, κατόπιν διαβούλευσης και νομοθέτησης». Αυτή ήταν η απάντηση της ηγεσίας της ΓΣΕΕ στις δηλώσεις του πρωθυπουργού ότι «η κυβέρνηση έχει δώσει ως γενική κατεύθυνση τη χρήση τηλεργασίας για έως 70% των υπαλλήλων σε επιχειρήσεις», ικανοποιώντας έτσι την πάγια απαίτηση της εργοδοσίας για ένταση της «ευελιξίας», διάλυση κάθε διάκρισης των ορίων του ημερήσιου χρόνου εργασίας, εκτίναξη της εκμετάλλευσης. Οσον αφορά το «σοβαρό θεσμικό πλαίσιο», ας ψάξουν στις υπογραφές που έβαζαν στην Εθνική Γενική Συλλογή Σύμβαση Εργασίας 2006 - 2007, που ενσωμάτωσε για πρώτη φορά την Ευρωπαϊκή Συμφωνία - Πλαίσιο για την Τηλεργασία, η οποία έκτοτε αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της εκάστοτε ισχύουσας ΕΓΣΣΕ. Αλλά και στις πρόσφατες ΠΝΠ της κυβέρνησης με αφορμή τον κορονοϊό, για τις οποίες δεν έβγαλε άχνα η ΓΣΕΕ, έχουν νομοθετηθεί όλες οι απαιτήσεις του ΣΕΒ για την ενίσχυση του θεσμού της τηλεργασίας και τη διευκόλυνση της εφαρμογής της. Από την πρώτη μέρα της πανδημίας, που ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ δήλωνε ότι «πρέπει να αναλάβουμε όλοι το κόστος της αντιμετώπισης», μέχρι και σήμερα, επιβεβαιώνεται πως η ηγεσία της ΓΣΕΕ αποτελεί τον καλύτερο σύμμαχο της κυβέρνησης και των εργοδοτών στην προσπάθειά τους να μονιμοποιήσουν «έκτακτους» νόμους και αντεργατικές πρακτικές, που δοκιμάστηκαν με επιτυχία για τα συμφέροντά τους την περίοδο έξαρσης της πανδημίας και διαλύουν τα δικαιώματα των εργατών, με στόχο να φορτωθούν τα σπασμένα της κρίσης και πάλι οι εργαζόμενοι.


Ριζοσπάστης  Πέμπτη 14 Μάη 2020

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου