Από τη ...θεωρία στην πράξη πέρασαν τις τελευταίες μέρες η κυβέρνηση και τα άλλα κόμματα του κεφαλαίου, σε ό,τι αφορά την περιβόητη συναίνεση.
Η συζήτηση για τις αναγκαίες «συγκλίσεις» και τη «σύμπνοια» ανάμεσα στην κυβέρνηση, στο ΠΑΣΟΚ και τα άλλα κόμματα, που εντάθηκε με τη συνάντηση Μητσοτάκη - Ανδρουλάκη, βρήκε πρακτική έκφραση στη συζήτηση για το νομοσχέδιο - έκτρωμα για τον κατώτατο μισθό.
Τι ήταν αυτό που για άλλη μια φορά «ένωσε» ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ και τα συμπληρώματά τους; Τα «ιερά» και τα «όσια» του κεφαλαίου, όσα αποτυπώνονται στους στόχους θωράκισης της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του, που παίρνουν «σάρκα και οστά» σε Οδηγίες και νόμους της ΕΕ, και μετά κάνουν «κανονικότητα» την εργασιακή ζούγκλα.
Χαρακτηριστικό είναι ότι κανένα από τα κόμματα του κεφαλαίου δεν βρήκε να ψελλίσει μια λέξη για την πρόταση νόμου που επεξεργάστηκαν σχεδόν 650 σωματεία του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, την οποία κατέθεσε το ΚΚΕ στη Βουλή.
Εξηγείται η άρνηση να την αποδεχτούν, αφού κάθε της άρθρο ξηλώνει και από έναν νόμο που ψήφισαν από το 2010 μέχρι και σήμερα κατά σειρά οι κυβερνήσεις των ΠΑΣΟΚ, ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ακροδεξιού ΛΑ.Ο.Σ., ΣΥΡΙΖΑ (Νέα Αριστερά) - ακροδεξιών ΑΝΕΛ, ΝΔ.
Εκεί όμως που ξεπέρασαν και τον εαυτό τους, ειδικά το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά, που παριστάνουν ότι «αντιπολιτεύονται» τη ΝΔ, ήταν η κριτική τους στην κυβέρνηση ότι τάχα «παραβιάζει το πνεύμα και το γράμμα της Οδηγίας της ΕΕ για τους επαρκείς μισθούς»!
Αλήθεια, υπάρχει πιο βολική «αντιπολίτευση»; Υπάρχει καμιά αμφιβολία για την τεράστια προσφορά των δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας στο «ξέπλυμα» του κεφαλαίου και της βάρβαρης πολιτικής του;
Σύμφωνα με όσα είπαν στη Βουλή, δεν είναι αυτή η πολιτική που τσακίζει τους εργαζόμενους, αλλά η ...πονηριά της ΝΔ που τάχα παραβιάζει το «φιλεργατικό πλαίσιο της ΕΕ». Τέτοιο «στρίμωγμα» στην κυβέρνηση από τη «συμπολιτευόμενη αντιπολίτευση»...
Την απάντηση βέβαια στην κυβέρνηση και στους «ξεπλυματίες» της την δίνει η ίδια η ΕΕ και η Οδηγία της (2022/2041), η οποία φέρει και τον ψευδεπίγραφο τίτλο «για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Να τι λέει η Οδηγία, που τάχα «παραβιάζει» η ΝΔ: «Η παρούσα Οδηγία δεν αποσκοπεί ούτε στην εναρμόνιση του επιπέδου των κατώτατων μισθών σε ολόκληρη την Ενωση ούτε στη θέσπιση ενιαίου μηχανισμού για τον καθορισμό των κατώτατων μισθών. Δεν θίγει την ελευθερία των κρατών - μελών να καθορίζουν νόμιμους κατώτατους μισθούς».
Ενώ η Αιτιολογική Σκέψη της αναφέρει επί λέξει: «Η επάρκεια των νόμιμων κατώτατων μισθών κρίνεται και αξιολογείται από κάθε κράτος - μέλος λαμβανομένων υπόψη των οικείων εθνικών κοινωνικοοικονομικών συνθηκών, συμπεριλαμβανομένων της αύξησης της απασχόλησης, της ανταγωνιστικότητας και των περιφερειακών και κλαδικών εξελίξεων (...) την αγοραστική δύναμη, τα μακροπρόθεσμα εθνικά επίπεδα παραγωγικότητας».
Είναι ακριβώς, δηλαδή, όσα προβλέπονται στον άθλιο αλγόριθμο που φέρνει η κυβέρνηση για την προσαρμογή του κατώτατου μισθού, απαγορεύοντας τις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Επίσης, η Οδηγία παροτρύνει τα κράτη - μέλη να χρησιμοποιούν ως «ενδεικτικές τιμές αναφοράς» για τον καθορισμό των «νόμιμων κατώτατων μισθών» «το 60% του ακαθάριστου διάμεσου μισθού και το 50% του ακαθάριστου μέσου μισθού». Πρόκειται για τη βαθιά αντεργατική πρόβλεψη της ΕΕ ότι οι μισθοί θα είναι μόνιμα στο κατώφλι της φτώχειας, ότι το μόνο που διασφαλίζουν είναι την επιβίωση και τη μιζέρια.
Τι σημαίνουν αυτά τα νούμερα στην πράξη; Οτι ο «νόμιμος κατώτατος μισθός», με βάση τα σημερινά στοιχεία, θα μπορούσε να πάει λίγο πάνω από τα 600 ευρώ! Αυτή είναι η «φιλεργατική Οδηγία» της ΕΕ που υπερασπίζονται όλοι μαζί και οι μεν κατηγορούν τους δε για ...«κακή ερμηνεία».
Η πραγματικότητα, λοιπόν, είναι αμείλικτη. Ο νέος τρόπος καθορισμού του κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση μεταφέρει αυτούσια τα αντεργατικά κριτήρια της ευρωενωσιακής Οδηγίας στον καθορισμό του μισθού: Την ανταγωνιστικότητα, τον πληθωρισμό και την παραγωγικότητα από την ένταση της εργασιακής εκμετάλλευσης.
Και αποκαλύπτει στα μάτια όλων των εργαζομένων ότι απέναντί τους έχουν σύσσωμους τους πολιτικούς εκπροσώπους της εργοδοσίας και των επιχειρηματικών ομίλων, που με καταμερισμένους ρόλους, η μεν κυβέρνηση φέρνει ένα αντεργατικό έκτρωμα, η δε «αντιπολίτευση» το «ξεπλένει». Η μεν κυβέρνηση παρουσιάζει τον νόμο σαν «φιλεργατική ρύθμιση», η δε «αντιπολίτευση» παρουσιάζει την ΕΕ και τη βαρβαρότητά της σαν «ασπίδα προστασίας των εργαζομένων».
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Παρασκευής 6 Δεκέμβρη 2024.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου