Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2020

Για τον Θάνο και την Τέχνη



Με τον Μικρούτσικο ίσως συμβεί -ίσως άρχισε ήδη να συμβαίνει τώρα που δεν μπορεί να βγεί και να τους φιμώσει-, ό,τι συμβαίνει και με τους Μαρξ-‘Ενγκελς σήμερα. Αφού δεν μπόρεσαν οι αντιδραστικοί να ξεριζώσουν από τα μυαλά και τις πράξεις εκατομμυρίων ανθρώπων του μόχθου τις ανακαλύψεις του μαρξισμού, επιχειρούν να τον αλλοιώσουν με ενέσεις μεταφυσικής. 

Η Τέχνη, είναι μια μορφή κοινωνικής συνείδησης, ένας τρόπος ύπαρξής της, που όπως κάθε άλλη (φιλοσοφία, θρησκεία, κλπ), εκφράζει ταξικές θέσεις και συμφέροντα. Αναπτύσσεται πάνω στη βάση των υφιστάμενων παραγωγικών σχέσεων και αποτελεί ως μέρος της ιδεολογίας, στοιχείο του εποικοδομήματος. Όπως οποιοδήποτε τμήμα του κοινωνικού κόσμου λοιπόν, έτσι και η Τέχνη, στις διάφορες μορφές με τις οποίες εκδηλώνεται, από την ζωγραφική ως τη μουσική κι από το θέαμα (όχι των Καταστασιακών) ως την ποίηση, δεν συνιστά εσωτερικά ενιαίο όλο, αλλά διαιρείται σε αυτή που υπηρετεί την άρχουσα τάξη και το σύστημα που εδράζεται στην κυριαρχία της, και στην αντίθετή της, σε εκείνη δηλαδή που στην ουσία της βρίσκουμε να αντανακλώνται οι ανάγκες, οι συνθήκες ζωής, τα όνειρα, το παρελθόν αλλά και το μέλλον των ανθρώπων που στενάζουν, που τσακίζονται, και που συγχρόνως αναδύονται από την ιστορική διαδικασία στη θέση των πρωτοπόρων, εκείνων που θα δώσουν το οριστικό τέλος στην ταξική προϊστορία, εγκαινιάζοντας αυτό που ο Βαζιούλιν θα ονόμαζε «ωριμότητα της ανθρώπινης κοινωνίας».


Έτσι φαίνεται πως στις ταξικές κοινωνίες υπάρχουν τέχνες και Τέχνες. Τέχνες που προάγουν τον άνθρωπο και τέχνες που προάγουν τα πιό αντιανθρώπινα, ατομικιστικά και αντιπολιτικά πρότυπα και μηνύματα. Στις πρώτες, ανήκει κι ο Θάνος Μικρούτσικος· ανήκει γιατί οι σπουδαίοι του λαού, και μετά τον βιολογικό τους θάνατο, συνεχίζουν να εμπνέουν μέσα από τα έργα που αφήνουν στις επόμενες γενιές ως κληροδότημα, ως σπόρο από τον οποίο θα φυτρώσει κάτι ακόμα λαμπρότερο.

Μετά την δημοσιοποίηση του γεγονότος του θανάτου του, αρκετοί ορκισμένοι «ισαποστάκηδες» και οπαδοί των μεσοβέζικων λύσεων των κοινωνικών αντιφάσεων, έσπευσαν να αποτίσουν τον φόρο τιμής τους στον μεγάλο καλλιτέχνη, μεριμνώντας να αποκρύψουν ή να παραβλέψουν τον πολιτικό χαρακτήρα της κληρονομιάς του. Ασφαλώς, κανείς δεν εμποδίζει ούτε και θα πρεπε να εμποδίσει τους ανθρώπους αυτούς να απολαμβάνουν τα υψηλότατης αισθητικής τραγούδια του, ωστόσο εδώ είναι που σκαλώνει το πράγμα και έρχεται το κύριο ερώτημα. Ποιά ακριβώς τραγούδια απολαμβάνουν; Τις καντάτες του για τη Μακρόνησο, ή μήπως τα Αντάρτικα που επιμελήθηκε διευθύνοντάς τα;

Με τον Μικρούτσικο ίσως συμβεί -ίσως άρχισε ήδη να συμβαίνει τώρα που δεν μπορεί να βγεί και να τους φιμώσει-, ό,τι συμβαίνει και με τους Μαρξ-‘Ενγκελς σήμερα. Αφού δεν μπόρεσαν οι αντιδραστικοί να ξεριζώσουν από τα μυαλά και τις πράξεις εκατομμυρίων ανθρώπων του μόχθου τις ανακαλύψεις του μαρξισμού, επιχειρούν να τον αλλοιώσουν με ενέσεις μεταφυσικής. Διαχωρίζουν κι αποσυνδέουν τον επαναστατικό από τον επιστημονικό μαρξισμό, λες και μπορεί ο ένας να υφίσταται χώρια από τον άλλον. Ύστερα παίρνουν την μαρξική διδασκαλία και την μετατρέπουν σε ακαδημαϊκό πεδίο για να εκτονώνονται πάνω της οι μικροαστοί διανοούμενοι. Έτσι ίσως συμβεί και με τον Μικρούτσικο, όπως άλλωστε έγινε και με άλλους μουσικούς, αλλά και ποιητές. Οι στίχοι όμως που μελοποίησε καθώς και οι στίχοι που έγραψε, είναι κόκκινοι και αυτό δεν μπορεί ούτε να αλλάξει, ούτε να μεθερμηνευτεί κάτω από προβοκατόρικα σχήματα διαφόρων «ουδέτερων» θεωρητικών της τέχνης. Η μουσική από κει και πέρα,-σαγηνευτική και καθηλωτική- γίνεται η φόρμα που σχηματοποιεί και ντύνει αυτό που σε κάθε τραγούδι λέγεται, εκφέρεται, επικοινωνείται. Ο διαχωρισμός των δύο επομένως, χώρια από αυθαίρετος, είναι και προκλητικός. Συντείνει στο να εμφανίσει μια μορφή χωρίς περιεχόμενο, και βέβαια, βολεύει στο αφήγημα του καλού μουσικού γενικά. Αποσιωπάται έτσι το γεγονός πως καμία Τέχνη δεν παράγεται εν κενώ, ούτε φυσικά και χωρίς κάποια ποιοτική προσδιοριστία. Με άλλα λόγια, αν ακυρώσεις το περιεχόμενο, η μορφή αυτοακυρώνεται, εφόσον δεν μπορεί να υπάρχει αφεαυτού της. Ο καλός μουσικός γενικά, είναι μια αφαίρεση, που δεν αντανακλά την πραγματικότητα, μιας και η αλήθεια είναι πάντα συγκεκριμένη. Ο Μικρούτσικος για τους άλλους, για μας είναι Θάνος. Και είναι Θάνος, γιατί είναι ο συγκεκριμένος Θάνος που συναντήθηκε σε όλη του τη ζωή με τον Μπρεχτ, τον Ρίτσο, τον Μαγιακόφσκι, τον Χικμέτ, τον Μπίρμαν, τον Αλκαίο, τον Καββαδία (μάλιστα! Κι ο Καββαδίας πέρασε κάποτε από το ΚΚΕ) κ.α. Και για να το δηλώσουμε και πιό αφοριστικά: όπως στους προοδευτικούς ανθρώπους δεν ταιριάζει ο Πάουντ, έτσι και στους συντηρητικούς και τους κυρ-Παντελήδες δεν πάει ο Μικρούτσικος.

Ο καλλιτέχνης που είναι στρατευμένος αντισυστημικός, δημιουργεί σταθερά και στιβαρά, υπέρ του κσόμου που μάχεται, στεκόμενος όχι πάνω απ΄ αυτόν, αλλά μέσα σε αυτόν. Η στράτευσή του, δεν είναι μερική και α λα καρτ, σημαίνει αντίθετα τη συνολικότερη συγκρότησή του ως πολιτικό υποκείμενο, που παρά ενδεχόμενες σύντομες μετατοπίσεις, παραμένει συνειδητοποιημένος, και με οξυμμένη την αισθαντικότητά του επιστρέφει εκεί από όπου ξεκίνησε και εκεί όπου ανήκει. Ειδικά, σε ό,τι αφορά τον Μικρούτσικο, η πολιτική κηδεία που επέλεξε αναμενόμενα αντί της θρησκευτικής, η παράκληση για υποστήριξη των μικρών προσφύγων και η κόκκινη σημαία που ζήτησε να τον σκεπάσει, είναι οι στερνές πολιτικές του πράξεις που τιμούν τις πρώτες και υπερκερούν όλες τις ενδιάμεσες στάσεις. Και αυτές, όπως και όλες τις ανάλογες ενέργειές του, θα πρέπει να συνυπολογίσει οποιοσδήποτε έρχεται σε επαφή με το έργο του, αν θέλει να το αποτιμήσει ουσιαστικά κι όχι επιφανειακά.

“Ο φασισμός δεν έρχεται από μέρος
που λούζεται στον ήλιο και στ’ αγέρι
το κουρασμένο βήμα του το ξέρω
και την περίσσεια νιότη μας την ξέρει”


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου