Κυριακή 11 Ιουνίου 2017

ΕΝΤΟΣ ΚΙ ΕΚΤΟΣ ΑΝΑΛΩΣΙΜΟΙ ΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ




Εν μέσω τρομοκρατικών χτυπημάτων στο Ιράν, απροσδόκητων  εκλογικών αποτελεσμάτων στη Βρετανία, ανεξάντλητων προαπαιτούμενων για κλείσιμο της αξιολόγησης στα καθ’ ημάς, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πολλοί ασχολήθηκαν με τη δήλωση του ηθοποιού Κ. Καζάκου που ανασύρθηκε από το παρελθόν, και στην οποία  χαρακτήριζε προδοσία τη μετανάστευση των νέων. Κι επειδή τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αν  δεν αποτελούν κοινωνικό βαρόμετρο σίγουρα όμως, ακόμα κι αν ποικιλοτρόπως κι εκτεταμένα χειραγωγούνται,  καθρεφτίζουν τάσεις ενός μέρους της κοινωνίας, γι’  αυτό και οι αντιδράσεις που πυροδοτήθηκαν απ’ αυτή τη δήλωση γίνονται ενδιαφέρουσες για την κατανόηση αυτής της κοινωνίας.
            
  Η απορία για το ξαφνικό ενδιαφέρον για τη δήλωση του ηθοποιού βρίσκει την απάντησή της στα αποτελέσματα που παρήγαγε η αναδημοσίευσή της και ο σχολιασμός της.  Όλες αυτές τις μέρες έγινε φανερό πως ο στόχος ήταν το ΚΚΕ, του οποίου ο Κ. Καζάκος είχε υπάρξει βουλευτής, και η απαξίωσή του στο επίπεδο τουλάχιστον της ιδεολογίας.  Η  χρησιμοποίηση της λέξης προδοσία πυροδότησε έντονες αντιδράσεις με τη μεγεθυμένη υπερβολή της, ενώ το ίδιο το πρόβλημα της μετανάστευσης των νέων, και μάλιστα των μορφωμένων, αντιμετωπίστηκε περισσότερο με συναισθηματικούς όρους χωρίς η εστίαση να γίνεται στις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου που την επιβάλλει.
           
    Δεκαετίες τώρα έχουμε εκπαιδευτεί την μετανάστευση στα χρόνια της ευρωπαϊκής ενοποίησης να τη θεωρούμε κινητικότητα του ανθρώπινου δυναμικού, που ο εκθειασμός της και η προώθησή της και μέσα από κοινοτικά κονδύλια διαμορφώνουν μια αντίληψη συνεταιρισμού των εργαζομένων με την αστική τάξη, η οποία τους παρέχει κίνητρα για καλύτερους όρους ζωής. Έτσι στα θετικά της  οικοδόμησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης  συμπεριλήφθησαν οι περίφημες τέσσερις ελευθερίες, δηλ. η ελευθερία στην κίνηση των κεφαλαίων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών και εργατικού δυναμικού.
 
 Μόνο που τελικά το σύνθημα ανοιχτά σύνορα, που είχε ιδεολογικά ερείσματα σε αντιλήψεις και προσδοκίες που διαμορφώθηκαν από τη δεκαετία του ’60  με τον καλοκαιρινό νομαδισμό της εξερεύνησης του κόσμου και της «διαφώτισης» του εσωτερικού ψυχισμού, στον καιρό της κρίσης αποκαλύπτεται πως περιλαμβάνεται στις πρακτικές  και τα λαϊκίστικα ιδεολογήματα της αστικής τάξης με τα οποία μεθόδευσε την συναίνεσή μας στην απαίτησή της για όξυνση του ανταγωνισμού μέσα στις γραμμές της εργατικής τάξης. Η συνεχής και αβέβαιη περιπλάνηση των νέων εντός της ΕΕ, εκεί όπου έχει ανάγκη το κεφάλαιο, δεν τους εξασφαλίζει με βεβαιότητα τίποτα, γιατί  ακόμα και στις μητροπόλεις του καπιταλισμού οι νέοι θα υφίστανται τους σκληρούς όρους εργοδοσίας και τις ευέλικτες μορφές εργασίες.
 
Και στη δεκαετία του ’60, αλλά και στα χρόνια μας, η μετανάστευση εκτονώνει την πίεση των κεφαλαιοκρατών πάνω στην εργατική τάξη σε περιόδους κρίσης με τη μετακίνηση του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού, διαιρεί  και αποδυναμώνει το εργατικό κίνημα, έχοντας την ευχέρεια η εργοδοσία να χρησιμοποιήσει τον εθνικισμό και την διαστρωμάτωση των εργαζομένων προς όφελός της. Στις μέρες μας όμως η μετανάστευση δεν περιορίζεται μόνο «στις φάμπρικες της Γερμανίας και στου Βελγίου τις στοές»   αλλά επεκτείνεται και σε τράπεζες, επιχειρήσεις, νοσοκομεία κλπ. της ΕΕ και τότε η μετανάστευση ταυτίζεται με την ανοδική κοινωνική και οικονομική κινητικότητα ενός μεγάλου τμήματος του νέου επιστημονικού δυναμικού του τόπου.  Κι έτσι η  μετατροπή του εργαζόμενου σε απασχολήσιμο που βιώνει τον εφιάλτη των ελαστικών σχέσεων εργασίας μέσα σε συνθήκες συνεχούς ανασφάλειας, στον τόπο του και στο χώρο μετανάστευσης,  επενδύεται με υποσχέσεις και προσδοκίες κοινωνικής ανέλιξης όταν περιλαμβάνονται στα προσόντα του γνώσεις, νέες ιδέες, εξειδίκευση, ταλέντο, δημιουργικότητα κλπ. Μόνο που όλα αυτά τα προσόντα, ταλέντο και δημιουργικότητα αποκομμένα από τα συμφραζόμενα ενός συγκεκριμένου πολιτιστικού και κοινωνικού περιβάλλοντος υποτάσσονται απόλυτα στην εργαλειακή λογική της αγοράς που διαποτίζει στην τελική και τους ίδιους τους νέους επιστήμονες. Σ’ αυτόν λοιπόν τον κόσμο του καπιταλισμού με την εργασιακή επισφάλεια και ανταγωνισμό οφείλουν να προσαρμοστούν και να διαμορφώσουν την επιστημονική τους πορεία και την εργασιακή τους σταδιοδρομία, προσαρμόζοντας τα ατομικά σχέδια ζωής σε μια κατεύθυνση προσαρμογής στο δοσμένο περιβάλλον. Διαφορετικά θα αναγνωρίσουν την ατομική τους αποτυχία και θα οδηγηθούν στις στρατιές των ανέργων.
 
Από την  άλλη,  ο ανειδίκευτος και με χαμηλά προσόντα εργαζόμενος μένει ευάλωτος στις πιέσεις του κεφαλαίου, βιώνει τον εφιάλτη των ελαστικών σχέσεων εργασίας ζώντας σε συνθήκες συνεχούς ανασφάλειας, με εξευτελιστικές εργασιακές συνθήκες και μισθούς πείνας,  με ατέλειωτες στρατιές ανέργων να εποφθαλμιούν τη θέση του, επηρεάζοντας καθοδικά τη διακύμανση των μισθών σε παγκόσμια κλίμακα.  
 
Δεν υπάρχει λοιπόν προδοσία στην κυρίαρχη πολιτική που διαμορφώνει συνθήκες ευνοϊκές για τη μετανάστευση, Στο στάδιο της παγκοσμιοποίησης της παραγωγής, των επενδύσεων και της κατανάλωσης,  με  τη μετανάστευση  αναζητείται από την κυρίαρχη τάξη  φτηνό εργατικό δυναμικό από τις φτωχότερες χώρες με στόχο την μείωση κόστους, την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και βέβαια την αύξηση του κέρδους των καπιταλιστών. Σ’ ένα λοιπόν παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον το πρόβλημα δεν είναι η φυγή επιστημόνων από μια χώρα αλλά η χρησιμοποίησή τους από την άρχουσα τάξη προς όφελός της και εις βάρος των αναλώσιμων και εμπορεύσιμων εργαζομένων.
 
Αυτοί λοιπόν που μεταναστεύουν προέρχονται, ή τουλάχιστον το πιστεύουν, από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα και το πρόβλημα  είναι κατά πόσον  αισθάνονται τους εαυτούς τους ως μέρος κάποιου εργατικού κινήματος,  με κοινή συλλογική αγωνιστική μνήμη για την επίτευξη της αγωνιστικής ενότητας. Γιατί όπως είπε ο  ΓΓ. του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπα σχολιάζοντας τη δήλωση του Κ. Καζάκου «Είναι και αγώνας δικός μας, ο αγώνας που κάνουν και στις χώρες που βρίσκονται είτε είναι εδώ οι νέοι, είτε βρίσκονται σε άλλες χώρες της Ευρώπης και σε όλο τον κόσμο" 
 
Dies brumalis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου