Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2017

Τώρα «κεντροαριστερά» …μετά μνημονιακή «ουρά»




Τώρα «κεντροαριστερά» …μετά μνημονιακή «ουρά»

 

 
 
Τον «βάφτισαν» νέο φορέα. Του φόρεσαν την «ταμπέλα» της Κεντροαριστεράς. Απεύθυναν κάλεσμα συσπείρωσης στο λεγόμενο «μεσαίο χώρο» και ξεκίνησαν την κούρσα. Η επιχείρηση για την συγκρότηση «ενιαίου πολιτικού φορέα», που θα συνενώσει τις δυνάμεις της εγχώριας σοσιαλδημοκρατίας – σε όλες τις παραλλαγές της – μπήκε στην τελική ευθεία.

Πρώτος μεγάλος σταθμός η ανάδειξη αρχηγού, που θα ηγηθεί του νέου σχήματος στις εκλογές που θα πραγματοποιηθούν στις 5 και 12 Νοεμβρίου. Οι «μνηστήρες» πολλοί. Ηδη, την πρόθεσή τους να διεκδικήσουν την ηγεσία, έχουν ανακοινώσει η Φ. Γεννηματά, ο Στ. Θεοδωράκης, ο Γ. Καμίνης, ο Γ. Ραγκούσης και ο Γ. Μανιάτης. Πιθανά τις επόμενες μέρες να ανακοινώσουν την υποψηφιότητά τους και οι Ν. Ανδρουλάκης και Οδ. Κωνσταντινόπουλος.


Όλοι οι υποψήφιοι εμφανίζονται εκφραστές του «προοδευτικού χώρου». 
Υπόσχονται έξοδο από την κρίση και τα μνημόνια. Προτάσσουν σχέδια ανάπτυξης προς όφελος του κοινωνικού συνόλου. Στήνουν το «ντεκόρ» της εσωκομματικής προεκλογικής «βιτρίνας». Πίσω, όμως από αυτό προσπαθούν να κρύψουν ότι ο καθένας από το πόστο του, ψήφισε και εφάρμοσε μνημόνια. Επέβαλαν πολιτικές προς όφελος ιδιωτικών συμφερόντων και μονοπωλιακών ομίλων. Ενέκριναν απολύσεις, ξεπούλημα της δημοσίας περιουσίας, περικοπές σε συντάξεις, μισθούς, επιδόματα και κοινωνικές παροχές.

Οι σημερινοί επίδοξοι «ηγήτορες» της ανασύνθεσης του χώρους της λεγόμενης κεντροαριστεράς, όσους «μανδύες» και αν φορέσουν δεν μπορούν να κρύψουν τον πυρήνα της πολιτικής τους.

— Η Φώφη Γεννηματά, έχει ψηφίσει και τρία μνημόνια. Ήταν υφυπουργός υγεία στην κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου. Συμμετείχε ως αναπληρώτρια υπουργός Εθνικής Άμυνας, στην συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Στήριξε όλες τις αντιλαϊκές πολιτικές και ψήφισε πληθώρα βάρβαρων μέτρων.

— Ο Στ. Θεοδωράκης, είναι επικεφαλής του κόμματος, που τα στελέχη του αναφωνούσαν «κράτα γερά Γερούν (σ.σ Νταισενμπλουμ)». Στο δημοψήφισμα του 2015 πρωτοστάτησε στον εκβιασμό του ελληνικού λαού για να επικρατήσει το «Ναι» και αμέσως μετά ψήφισε το 3ο μνημόνιο. Υπέρμαχος από την αρχή της πολιτικής σταδιοδρομία του,της συρρίκνωσης του δημοσίου, της εκποίησης της δημόσιας περιουσίας, του καθορισμού των μισθών από την ελεύθερη αγορά.

— Ο Γ. Μανιάτης, υπήρξε υπουργός τόσο της κυβέρνησης Παπανδρέου, όσο και της συγκυβέρνησης Σαμαρά. Ψήφισε και τα τρία μνημόνια. Ως υπουργός Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, αδειοδότησε την καταστροφική για το περιβάλλον επένδυση στις Σκουριές. Έβγαλε στο «σφυρί» του ελληνικούς υδρογονάνθρακες, προσκαλώντας τις πολυεθνικές, κυρίως αμερικανικές, για να εξαγοράσουν τα δικαιώματα εξόρυξης πετρελαίου  σε Ιόνιο και Κρήτη. Στη θητεία του εκπόνησε σχέδιο για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ. Ήταν ο υπουργός που πέρασε το Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας-Αττικής, με το οποίο χάριζε στο Μελισσανίδη την άδεια για το γήπεδο στη Νέα Φιλαδέλφεια και ταυτόχρονα μετέτρεπε σε χαβούζα, την έκταση στα λιπάσματα της Δραπετσώνας.

— Ο Γ. Ραγκούσης, διατέλεσε υπουργός στις κυβερνήσεις Παπανδρέου και Παπαδήμου. Ψήφισε δύο μνημόνια και το σύνολο των μέτρων εξόντωσης του ελληνικού λαού. Αποχώρησε από το ΠΑΣΟΚ το 2012 και δημιούργησε πολιτική κίνηση με τους Φλωρίδη και Διαμαντοπούλου, με θέσεις που κινούνται σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση.

— Ο Γ. Καμίνης, ως Δήμαρχος Αθήνας τα τελευταία οκτώ χρόνια, εφάρμοσε όλα τα μέτρα των μνημονίων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, συρρικνώνοντας παροχές, αυξάνοντας δημοτικά τέλη, ενώ πρόσφατα απολύοντας και 84 συμβασιούχους στο Βρεφοκομείο Αθηνών. Στηρίχθηκε από το ΠΑΣΟΚ για να εκλεγεί στην πρώτη θητεία του, αλλά χαίρει και της εκτίμησης της ΝΔ. 

Το εγχείρημα ενός ευρύτερου σχεδιασμού

Τα στελέχη λοιπόν που διεκδικούν το θώκο στην ηγεσία της κεντροαριστεράς είναι δοκιμασμένα. Έχουν δώσει διαπιστευτήρια στην εφαρμογή μιας πολιτικής που οδήγησε στην φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας.

Σήμερα επιδιώκουν να «αναβαπτιστούν» και αναζητούν νέο ρόλο. Το εγχείρημα τους, ζυμώνεται εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα εντός των τειχών του αστικού πολιτικού κατεστημένου. Οι κινήσεις του, αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου σχεδιασμού της αστικής τάξης, στο πλαίσιο της αναδιάταξης του πολιτικού προσωπικού της.

Η παγίωση του νέου διπολικού συστήματος εξουσίας, με βασικούς πυλώνες τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ, δημιούργησε την πολιτική αναγκαιότητα της δημιουργίας ενός τρίτου πόλου. Ενός πολιτικού σχηματισμού που θα έχει τη δυνατότητα, αλλά και την εκλογική δυναμική, στο άμεσο μέλλον, να «συνδράμει» στη δημιουργία σταθερών κυβερνήσεων.

Η ανασυγκρότηση του συγκεκριμένου χώρου, έρχεται να συνδράμει για λογαριασμό της καθεστηκυίας τάξης, στην ανάγκη χειραγώγησης του λαού. Στο εγκλωβισμό του μέσα σε νέα πολιτικά σχήματα, που θα «απορροφήσουν» ακίνδυνα για το σύστημα τη δυσαρέσκειά. Ο χώρος της σοσιαλδημοκρατίας, έχει δώσει εξετάσεις στο παρελθόν σε αυτό το εγχείρημα και τώρα καλείται να το επαναλάβει.

Με τον ΣΥΡΙΖΑ να φυλλοροεί δημοσκοπικά και τη ΝΔ να αδυνατεί προς το παρόν να συγκεντρώσει ποσοστά αυτοδυναμίας, το σύστημα λαμβάνει τα μέτρα του. Η πιθανότητα να χρειασθεί συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας, αμέσως μετά τις επόμενες εκλογές, αποφασισμένης να συνεχίσει την πολιτική των μνημονίων και των αντιλαϊκών πολιτικών, είναι ο κινητήριος μοχλός των διεργασιών.

Δεν το κρύβουν άλλωστε ούτε τα στελέχη του νέου φορέα, που δηλώνουν υπέρμαχοι των κυβερνήσεων συνεργασίας.

Ταυτόχρονα η κινητικότητα στο χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, στο όνομα της κεντροαριστεράς, πέρα από τη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας, συνολικά για λογαριασμό της αστικής τάξης, αντανακλά και την αναγκαιότητα επιβίωσης του συγκεκριμένου χώρου, αλλά και την διαμόρφωση των όρων για την παρουσία του, εντός του νέου πολιτικού σκηνικού.

Η ανασύνθεση του, είναι μια μακρά διαδικασία, που ξεκίνησε μετά την εκλογική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ το 2012. Αρχικά το εγχείρημα της «Ελιάς», του Ευάγ. Βενιζέλου. Στη συνέχεια η συγκρότηση της ΔΗΣΥ (ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ), έβαλαν τις βάσεις.

Οι σημερινοί διεκδικητές της ηγεσίας του νέου φορέα, προέρχονται κυρίως από τη μεγάλη «δεξαμενή» του ΠΑΣΟΚ, που τις τελευταίες δεκαετίες αποτέλεσε τον αδιαμφισβήτητο εκπρόσωπο της εγχώριας σοσιαλδημοκρατίας.

Όμως με τον ΣΥΡΙΖΑ, να έχει εγκαταλείψει ακόμα και φραστικά, τα ριζοσπαστικά συνθήματα του παρελθόντος και πλέον να διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία, στο συγκεκριμένο χώρο, δημιουργεί νέα δεδομένα.

Η επιλογή του Τσίπρα, ανήμερα της 3ης Σεπτεμβρίου, να δημοσιεύσει άρθρο – υμνολόγιο για τον Ανδρέα Παπανδρέου, μόνο τυχαία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Ο Τσίπρας, εμφανίστηκε ως «συνεχιστής» του ΠΑΣΟΚ, των πρώτων χρόνων του Ανδρέα και των διακηρύξεων περί «εθνικής ανεξαρτησίας», «κοινωνικής δικαιοσύνης» και «δημοκρατίας». Η παρέμβαση του πρωθυπουργού, λίγες μέρες μετά το άρθρο Λαλιώτη που καλούσε το ΠΑΣΟΚ να αποφύγει να καταντήσει «ουρά της Δεξιάς» αλλά αντίθετα να αναζητήσει διαύλους επικοινωνίας με τον ΣΥΡΙΖΑ στα πλαίσια μιας «αντι-νεοφιλελεύθερης πολιτικής στρατηγικής του χώρου της Κεντροαριστεράς, σύμφωνα με την παράδοση του Ανδρέα Παπανδρέου», φέρνει στην επιφάνεια μέρος των διεργασιών που συντελούνται στο χώρο. Ο Λαλιώτης, κάνοντας ένα «βήμα» πιο μπροστά, προτείνει τα υλικά για να στηθεί το «ΠΑΣΟΚ της νέας εποχής»…

Φυσικά η παρέμβαση Λαλιώτη, ο οποίος «αθόρυβα» έχει ταχθεί στον πλευρό της Φ. Γεννηματά, στην μάχη για την ηγεσία του νέου φορέα, δεν εκφράζει ούτε το σύνολο του χώρου, ούτε πολύ περισσότερο τις επιδιώξεις των υπόλοιπων διεκδικητών.

Μάλιστα στην παρούσα στιγμή, ακόμα και η Φώφη Γεννηματά εμφανίζεται έτοιμη να υπερασπιστεί την αυτονομία του χώρου της και να μην γίνει «πρόθυμη συνεργάτης», ούτε του Αλέξη Τσίπρα ούτε του Κυριάκου Μητσοτάκη. Δηλώνει μάλιστα ότι έχει στόχο, όπως και ο Γ. Ραγκούσης, να διεκδικήσουν τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στις επόμενες εκλογές. Εξάλλου μέχρι τις κάλπες όλοι θα «ψαρέψουν» στην ίδια θάλασσα. Ωστόσο ή επικεφαλής της ΔΗΣΥ, την ίδια στιγμή, έχει ταχθεί υπέρ μια συγκυβέρνησης των τριών κομμάτων στο όνομα της «εθνικής ενότητας» και ενός σχεδίου για την ανασυγκρότηση της χώρας. Την εξασφάλιση δηλαδή των προϋποθέσεων για την ταχύτερη ανάκαμψη του κεφαλαίου, μετά την καπιταλιστική κρίση. 

Από την άλλη πλευρά, ο Στ. Θεοδωράκης, όλο το προηγούμενο διάστημα, συμπαρατάχθηκε με κεντρικές επιλογές της ΝΔ και εκφράζει πιο ξεκάθαρα νεοφιλελεύθερες θέσεις και απόψεις στο όνομα της συγκρότησης ενός «μεταρρυθμιστικού και προοδευτικού κέντρου». Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Γ. Καμίνης, ο οποίος μάλιστα προβάλλει τις νικηφόρες επιδόσεις του, στο δήμο της Αθήνας, ως αποτέλεσμα της ικανότητας του να συσπειρώνει «κεντροδεξιούς και κεντροαριστερούς ψηφοφόρους». Η επικράτηση Καμίνη ή Θεοδωράκη, θα ήταν καλοδεχούμενη από την ηγεσία της ΝΔ, αφού στο πρόσωπο τους, η ηγεσία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, «βλέπουν» αξιόπιστους κυβερνητικούς εταίρους μιας μελλοντικής κυβέρνησης με κορμό τη ΝΔ.

Είναι δεδομένο ότι ανάμεσα στους πρωταγωνιστές του «εγχειρήματος», υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις, στο επίπεδο των κυβερνητικών συνεργασιών. Αυτές θα αποκρυσταλλωθούν αμέσως μετά τις επόμενες εθνικές εκλογές. Τα στελέχη που φιλοδοξούν να αναγάγουν τον νέο φορέα σε τρίτο πόλο, του πολιτικού συστήματος και «ρυθμιστή» της εξουσίας, λίαν συντόμως θα αναγκαστούν να διαλέξουν «μετερίζι». Είτε δίπλα στον ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα, είτε στο πλευρό της ΝΔ του Μητσοτάκη.

Όμως όλες οι προσεγγίσεις έχουν ένα κοινό παρανομαστή: Την εξασφάλιση των όρων για την απρόσκοπτη κυβερνητική εναλλαγή, που θα διασφαλίζει τη συνέχεια και κλιμάκωση των αντιλαϊκών πολιτικών, αποτρέποντας ταυτόχρονα συνολικά για λογαριασμό του συστήματος, τη ριζοσπαστικοποίηση των λαϊκών συνειδήσεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου