Παρασκευή 29 Μαΐου 2020

Επιδοτήσεις και δάνεια στους ομίλους με νέα βάρη και μέτρα στο λαό


Πακτωλός στο κεφάλαιο με οδηγό τις αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις
 
 
Από τις ανακοινώσεις της Κομισιόν
Copyright 2020 The Associated
Από τις ανακοινώσεις της Κομισιόν
Το μεγαλύτερο μέρος της ευρωπαϊκής παραγωγής συγκεντρώνεται σε σχετικά λίγα κράτη - μέλη, ενώ ταυτόχρονα η έκθεση ισχυρών βιομηχανικών ομίλων της ΕΕ σε άλλες χώρες είναι ιδιαίτερα σημαντική.
 
 Με τη διαπίστωση αυτή, που «ξεγυμνώνει» με το «καλημέρα» τα περί «άδολης αλληλεγγύης» της ΕΕ, δείχνοντας τη σημασία ενός συμβιβασμού των μεγάλων αντιθέσεων που θα διατηρήσει τη συνοχή της Ευρωζώνης, ανοίγει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την πρότασή της για το λεγόμενο «Ταμείο Ανάκαμψης», μηχανισμό για να φορτωθεί η καπιταλιστική κρίση στους λαούς και να στηριχτεί το ευρωπαϊκό κεφάλαιο με «μεταρρυθμίσεις» και πακτωλό χρηματοδότησης σε περιοχές, κλάδους και οικονομίες όπου διαπιστώνονται «συστημικοί κίνδυνοι».

Αποκαλυπτικό είναι και το έγγραφο εργασίας της Κομισιόν, όπου καταγράφονται οι αναμενόμενες απώλειες στις οικονομίες της ΕΕ, η υποτονικότητα των νέων επενδύσεων, ενώ βέβαια γίνεται λόγος για διασυνοριακές επιπτώσεις σε σχέση με τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς.

Μεταξύ άλλων στο έγγραφο εργασίας καταγράφονται τα παρακάτω:


-- Οι απώλειες από χαμηλότερα επιχειρηματικά κέρδη τη διετία 2020 - 2021 θα κυμανθούν μεταξύ 700 δισ. και 1,2 τρισ. ευρώ, σύμφωνα με τα σενάρια προσομοίωσης που διενεργήθηκαν σε ευρωπαϊκές επιχειρήσεις με περισσότερους από 20 εργαζόμενους, σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ και σε όλους τους τομείς της οικονομίας.

Τα αποτελέσματα μπορεί να είναι σοβαρότερα σε ορισμένους τομείς, όπως ο Τουρισμός και οι Μεταφορές. Επιπλέον, αναμένεται να υπάρξουν διασυνοριακές επιπτώσεις σε σχέση με τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς.

-- Το αναμενόμενο «επενδυτικό κενό» για το 2021 και το 2022 διαμορφώνεται σε τουλάχιστον 1,5 τρισ. ευρώ. Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται «επενδυτικά κενά» που συνδέονται άμεσα με την κρίση, πρόσθετες ανάγκες για επενδύσεις που έφερε στην επιφάνεια η κρίση, καθώς και επενδύσεις που δεν συνδέονται άμεσα με την κρίση αλλά είναι αναγκαίες για την επίτευξη του «πράσινου» και του «ψηφιακού μετασχηματισμού», διευκρινίζει η Κομισιόν αναφορικά με την ανάγκη κλιμάκωσης των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων και των επιδοτήσεων προς τους επιχειρηματικούς ομίλους.

Οπως χαρακτηριστικά τονίζεται, η απότομη μείωση των επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα μπορεί να θεωρηθεί προσπάθεια συγκέντρωσης ρευστότητας από εταιρείες ενόψει της αναμενόμενης κατάρρευσης του κύκλου εργασιών και των κερδών. Επιπλέον, το «επενδυτικό κενό» αφορά όλους τους τύπους επενδυτικών περιουσιακών στοιχείων και διαφέρει σημαντικά μεταξύ των κρατών - μελών της ΕΕ.

Αναφορικά με τις «διασυνοριακές επιπτώσεις της κρίσης», το έγγραφο της Κομισιόν φέρνει ως παράδειγμα την αυτοκινητοβιομηχανία της Γερμανίας. Οπως λένε, παρόλο που το μεγαλύτερο μέρος της προστιθέμενης αξίας ενός μέσου οχήματος παράγεται εγχώρια (76,6%), όταν πρόκειται για διάφορα εξαρτήματα απαραίτητα για την παραγωγή οι κατασκευαστές εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από ξένες πηγές ενδιάμεσων αγαθών. Σε αυτό το πλαίσιο, ένας πολύ μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων εξαιρετικά εξειδικευμένων σε συγκεκριμένα τμήματα της παραγωγικής αλυσίδας βρίσκονται σε κράτη - μέλη όπως η Ουγγαρία, η Τσεχία, η Γαλλία, η Ισπανία και η Ιταλία, επισημαίνεται σχετικά με τις δοσοληψίες μέσω του κοινού χρηματοδοτικού πακέτου της ΕΕ.

Παραπέρα, επισημαίνεται πως οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές πρωτότυπου εξοπλισμού έχουν αναπτύξει ισχυρούς δεσμούς με πανεπιστήμια και την ακαδημαϊκή κοινότητα, ενώ οι επενδύσεις έρευνας και ανάπτυξης στην αυτοκινητοβιομηχανία ανήλθαν σε 57,4 δισ. ευρώ το 2018, δηλαδή στο 28% των σχετικών δαπανών στην ΕΕ.

Τα πάντα, στην κυριολεξία, υποτάσσονται στις ανάγκες των μονοπωλίων, ενώ σε αυτήν την κατεύθυνση «τρέχει» και το φρέσκο πακέτο χρηματοδότησης, από το οποίο έχουν να περιμένουν και οι ελληνικοί επιχειρηματικοί όμιλοι.

Ολα αυτά ενώ η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κρ. Λαγκάρντ, προχωρούσε την Τετάρτη σε μία ακόμα υποβάθμιση των εκτιμήσεων για το βάθος της κρίσης, λέγοντας πως «το ήπιο σενάριο έχει ήδη ξεπεραστεί» και η καθίζηση της οικονομικής δραστηριότητας αναμένεται από 8% έως 12% για το 2020 σε επίπεδο Ευρωζώνης.

Πακτωλός στους ομίλους για τα «επενδυτικά κενά»...
 
Σε αρμονία με αυτά τα «επενδυτικά κενά», τις απώλειες και τις ανάγκες των ομίλων, βρίσκεται η πρόταση που ανακοίνωσε η Κομισιόν και μεταξύ άλλων προβλέπει πακτωλό ύψους 750 δισ. ευρώ για τη συγκρότηση του «Ταμείου Ανάκαμψης», που ενεργοποιείται στο πλαίσιο του υπό διαμόρφωση πολυετούς προϋπολογισμού της ΕΕ για την περίοδο 2021 - 2027, ύψους 1,1 τρισ. ευρώ, με το συνολικό πακέτο να φτάνει τα 1,85 τρισ. ευρώ.

Το ποσό με τα 750 δισ. του «Ταμείου Ανάκαμψης» επιμερίζεται σε άμεσες επιδοτήσεις ύψους 500 δισ., τα οποία μέσω των εθνικών κρατικών προϋπολογισμών θα διοχετευτούν σε επιχειρηματικούς ομίλους σε επιλεγμένους κλάδους και τομείς, και σε 250 δισ. από φτηνά δάνεια, τα οποία με την ίδια διαδικασία έρχονται να αποτελέσουν μία ακόμη πηγή χρηματοδότησης με στόχο την ανάκαμψη του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.

Σύμφωνα με τα σενάρια που επεξεργάζεται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και με παραμέτρους όπως ο ρυθμός κατρακύλας του παραγόμενου ΑΕΠ, το ειδικό βάρος της κάθε οικονομίας στο συνολικό ΑΕΠ της ΕΕ κ.λπ., στην ελληνική οικονομία μέσω του «Ταμείου Ανάκαμψης» αναμένεται να εισρεύσουν 43,5 δισ. ευρώ, ενώ το «καθαρό όφελος» με βάση την πρόταση ανέρχεται σε 33,4 δισ. ευρώ, καθώς η συνεισφορά από τον ελληνικό κρατικό προϋπολογισμό στο νέο ταμείο προβλέπεται στα 10,1 δισ. ευρώ.

Ειδικότερα, στους ελληνικούς ομίλους αναμένεται να καταλήξουν 22,5 δισ. επιδοτήσεις και 9,4 δισ. σε δάνεια. Η πρόταση της Κομισιόν προβλέπει για την ιταλική οικονομία καθαρά ποσά ύψους 56,7 δισ., για την ισπανική 82,2 δισ. κ.ο.κ.

Στο ίδιο έγγραφο της Κομισιόν, ως καθαροί χρηματοδότες του «Ταμείου Ανάκαμψης» εμφανίζονται χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ολλανδία κ.ά.
Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για ενδεικτικά σενάρια, ενώ βέβαια τα τελικά μεγέθη θα προσδιοριστούν από τις περαιτέρω εξελίξεις και τα παζάρια.

Αντιλαϊκά «προαπαιτούμενα» στις πλάτες του λαού
 
Την ίδια ώρα, η πρόταση της Κομισιόν επιβεβαιώνει ότι κάθε άλλο παρά πρόκειται για «χρήμα χωρίς όρους», όπως διατείνονται περίπου η κυβέρνηση και τα αστικά επιτελεία.

Ενα το κρατούμενο, βέβαια, είναι ότι πρόκειται για διοχέτευση των κεφαλαίων στους τομείς που αξιολογούνται από την Κομισιόν («πράσινα» μονοπώλια κ.ά.) και οι οποίοι όχι μόνο δεν έχουν σχέση με τις λαϊκές ανάγκες, αλλά τις αντιστρατεύονται.

Η πρόταση άλλωστε ρητά προβλέπει ότι ο μηχανισμός θα ενσωματωθεί στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο. Μεταξύ άλλων τα κράτη - μέλη θα υποβάλουν «εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας» στο πλαίσιο των εθνικών τους προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων, σύμφωνα με τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές της ΕΕ, και όπως διευκρινίζεται η έμφαση θα δοθεί στις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και την ανθεκτικότητα των οικονομιών. Παράλληλα, τα προς διανομή κεφάλαια θα έχουν επίκεντρο τη χρηματοδότηση της λεγόμενης «πράσινης ανάπτυξης», της ψηφιακής οικονομίας και της έρευνας και τεχνολογίας, με ταυτόχρονη «δέσμευση των κρατών - μελών στη μεταρρυθμιστική ατζέντα», που υπαγορεύεται από τις ανάγκες του κεφαλαίου.

Θυμίζουμε ότι οι πρόσφατες εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για την ελληνική οικονομία εστιάζουν στις «υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες», σημειώνοντας πως «αναδεικνύονται ζητήματα που σχετίζονται με το υψηλό δημόσιο και εξωτερικό χρέος, τα χαμηλά επίπεδα αποταμίευσης και το υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων, και όλα αυτά σε συνθήκες υψηλής ανεργίας, χαμηλής αύξησης της παραγωγικότητας και υποτονικής επενδυτικής δραστηριότητας». Σε αυτό το φόντο, ειδικό βάρος δίνεται στην «τόνωση της παραγωγικότητας», ζήτημα που αναμένεται να εξειδικευτεί με νέα αντεργατικά μέτρα για την ένταση της εκμετάλλευσης αλλά και νέες στοχευμένες παρεμβάσεις τόνωσης εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων και κλάδων με «ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα» στη διεθνή αγορά.

Παραπέρα, το «Ταμείο Ανάκαμψης» θα συγκεντρώσει κεφάλαια με την αύξηση του ανώτατου ορίου των ιδίων πόρων στο 2% του ΑΕΠ της ΕΕ, δίνοντας στην Κομισιόν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει την ισχυρή πιστοληπτική αξιολόγησή της για να δανειστεί 750 δισ. ευρώ στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Ουσιαστικά ομολογείται το γεγονός ότι δρομολογούνται χαράτσια νέας κοπής σε εμπορεύματα μαζικής κατανάλωσης, προκειμένου να χρηματοδοτηθούν τα «αναπτυξιακά» ταμεία του κεφαλαίου. Σύμφωνα με πληροφορίες «μαγειρεύονται» φόροι στο όνομα της «πράσινης ανάπτυξης» και της «προστασίας του περιβάλλοντος».

Διευκρινίζεται ότι το ύψος των εθνικών συνεισφορών θα γίνει γνωστό όταν τα κράτη - μέλη συμφωνήσουν για τον επόμενο μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό.
Παράλληλα, το σχέδιο σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα διαμορφώνει συνθήκες για τις επόμενες φουρνιές με τις αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις. Σε αυτό το επίπεδο, η αποπληρωμή των κεφαλαίων στις χρηματαγορές σε μακροχρόνιο ορίζοντα θα καλυφθεί από τους μελλοντικούς μακροπρόθεσμους προϋπολογισμούς (μετά το 2027), με τη μορφή, μεταξύ άλλων, νέων ιδίων πόρων, αυξημένων εθνικών συνεισφορών κ.λπ.

Σε αυτό το πλαίσιο αποκαλύπτεται το γεγονός ότι τα διάφορα «αναπτυξιακά» ταμεία και οι μηχανισμοί υπερβαίνουν τη σημερινή συγκυρία, ενώ σε κάθε περίπτωση οι επιπτώσεις της πανδημίας αξιοποιούνται ως καταλύτης για τα νέα αντιλαϊκά μέτρα και τις αναδιαρθρώσεις που κρίνονται αναγκαίες για το κεφάλαιο σε συνθήκες γενικευμένης κρίσης.

Ριζοσπάστης  Παρασκευή 29 Μάη 2020

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου