Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2019

Προσκλητήρια και «προκλήσεις» με «ρεκλάμα» την αντιλαϊκή πολιτικ


Με καλύτερη «ρεκλάμα» την κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής, σε συνδυασμό και με τις διαρθρωτικές παρεμβάσεις αναφορικά με την προσέλκυση κερδοφόρων επενδύσεων, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) επανέλαβε χτες το εγχείρημα της εξόδου στις διεθνείς χρηματαγορές για την άντληση νέου κρατικού δανείου, που βέβαια προστίθεται στη μάζα του ήδη υπάρχοντος και στις πλάτες του λαού. Το νέο κρατικό ομόλογο 5ετούς διάρκειας έκλεισε στη χτεσινή δημοπρασία με μέσο επιτόκιο στο 3,6%, καθώς σε αυτό ενσωματώνονται τα ρίσκα και οι αβεβαιότητες των επενδυτών γύρω από τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία, έναντι αποδόσεων αρκετά κάτω από το 1% που εμφανίζουν οι αποδόσεις αντίστοιχων τίτλων κρατών του ευρωπαϊκού Νότου. Τα τελικά αποτελέσματα αναμένεται να ανακοινωθούν σήμερα, ωστόσο σύμφωνα με πληροφορίες το «επενδυτικό ενδιαφέρον» έφτασε στο αστρονομικό ύψος των 10 δισ. ευρώ, από τα οποία ο ΟΔΔΗΧ έκανε αποδεκτές «προσφορές» της τάξης των 2,5 δισ. ευρώ.
 
«Εμβληματικές» παρεμβάσεις για το κεφάλαιο
 
Την ίδια ώρα, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γ. Δραγασάκης, στο πλαίσιο της χτεσινής συνάντησής του με τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Γ. Κατάινεν, παρέθεσε ορισμένες από τις δράσεις της κυβέρνησης αναφορικά με την παροχή νέων κινήτρων και προνομίων για την προσέλκυση των «επενδυτών».

Αυτές, σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομίας, αφορούν νέο νόμο για τις λεγόμενες «στρατηγικές επενδύσεις», που τίθεται το επόμενο διάστημα σε διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης, όπως και νόμο για τη συγκρότηση της «αναπτυξιακής τράπεζας» που κατατίθεται στη Βουλή τις επόμενες βδομάδες. Με το βλέμμα στραμμένο στα γεωπολιτικά πλεονεκτήματα και τη διευκόλυνση της πρόσβασης των επιχειρηματικών ομίλων στην ευρύτερη ζωτική περιοχή, ο Γ. Δραγασάκης ανέφερε ότι εξετάζεται η ίδρυση παραρτήματος της «αναπτυξιακής τράπεζας» στη Θεσσαλονίκη.

Από την πλευρά του, ο Γ. Κατάινεν, σε δηλώσεις του από την Αθήνα αναφορικά με την «αύξηση» στον κατώτατο μισθό, υπογράμμισε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα την εξετάσει μόλις λάβει τα απαραίτητα έγγραφα από την ελληνική κυβέρνηση. Οπως ανέφερε, η αύξηση του κατώτατου μισθού πρέπει να συμβαδίζει με την αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.

Ο ίδιος, δίνοντας έμφαση στην κλιμάκωση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, εστίασε στην πλήρη και ταχεία εφαρμογή τους, τόσο από τη σημερινή όσο και από την επόμενη κυβέρνηση, λέγοντας ότι ενδεχόμενα «πισωγυρίσματα» θα οδηγούσαν σε υποχώρηση το κλίμα της «επιχειρηματικής εμπιστοσύνης».

Χωρίς πισωγυρίσματα η επίθεση στο λαό
 
Την ίδια ώρα, το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), στην τριμηνιαία έκθεση, σπεύδει να προειδοποιήσει για την «ανάγκη» ταχείας κλιμάκωσης των αναδιαρθρώσεων.

Οπως χαρακτηριστικά τονίζεται, «κάθε μήνας που χάνεται αντιστοιχεί σε πραγματικό κόστος, καθώς δεν βελτιώνονται οι όροι χρηματοδότησης του δημόσιου χρέους, αυξάνεται ο κίνδυνος να βρεθεί η χώρα μελλοντικά σε δυσμενείς διεθνείς χρηματοδοτικές συνθήκες και τελικά ίσως σε αδυναμία χρηματοδότησης».

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, η ελληνική οικονομία «με χαμηλό επίπεδο επενδύσεων και παραγωγικότητας, και με υψηλές ανάγκες εξυπηρέτησης δημόσιων και ιδιωτικών χρεών, μπορεί να βρεθεί και πάλι στα πρόθυρα ανάγκης διάσωσης μέσω ενός νέου προγράμματος και, σε κάθε περίπτωση, θα πορεύεται με καθοδική κατανάλωση και ευημερία».

Στη βάση αυτών, «πολύ σημαντικός κίνδυνος» χαρακτηρίζεται η πιθανότητα «να παρερμηνευθεί η τρέχουσα ανάκαμψη ως το τέλος της κρίσης», με την επισήμανση πως «δεν υπάρχει η πολυτέλεια επιστροφής σε μια "κανονικότητα" παρόμοια με αυτή που σταδιακά προετοίμασε την κρίση πριν από δέκα χρόνια».

Οι «προκλήσεις» της ανάκαμψης
 
Από την πλευρά του, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γ. Στουρνάρας, στο πλαίσιο χτεσινής ομιλίας και αναφερόμενος στις «προκλήσεις» που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, εστίασε στους παρακάτω άξονες:

-- Στο υψηλό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών, το οποίο ασκεί αρνητική επίδραση στην προσφορά πιστώσεων, δεσμεύοντας τραπεζικά κεφάλαια και χρηματοδοτικούς πόρους σε μη παραγωγικές τοποθετήσεις.

-- Στο υψηλό κρατικό χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, που «αυξάνει το κόστος δανεισμού του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και περιορίζει την αναπτυξιακή δυναμική».

-- Στη διατήρηση μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο, που «επιδρά αρνητικά στην ανάπτυξη αλλά και στη βιωσιμότητα του χρέους». Ουσιαστικά, η ΤτΕ θέτει εκ νέου θέμα αναδιαπραγμάτευσης των στόχων για τα πλεονάσματα, προκειμένου να διασφαλιστεί δημοσιονομικός χώρος για άλλες παρεμβάσεις με κατεύθυνση την τόνωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων.

-- Η μετανάστευση εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού σε συνδυασμό με τη γήρανση του πληθυσμού. Οπως εκτιμάται, οι παράγοντες αυτοί «θα οδηγήσουν σε σημαντική υποχώρηση του ενεργού πληθυσμού οδηγώντας σε χαμηλότερους ρυθμούς δυνητικής ανάπτυξης».

-- Οι επενδύσεις παραμένουν σε πολύ χαμηλό επίπεδο, καθώς σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, «το επιχειρηματικό περιβάλλον δεν θεωρείται ακόμη αρκετά φιλικό προς τις ιδιωτικές επενδύσεις, χαρακτηρίζεται από υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, εκτεταμένη γραφειοκρατία, περιορισμένη πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση και καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης».

Ριζοσπάστης     Τετάρτη 30 Γενάρη 2019

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου