Τελειώνοντας το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα και
80 χρόνια από την αποκάλυψη του αδιανόητου εγκλήματος των Ναζί, το αδιανόητο
και πάλι γίνεται πραγματικότητα με απευθείας μάλιστα μετάδοση σ’ όλο τον κόσμο.
Και μοιάζει η κυρίαρχη τάξη στον δυτικό,
πολιτισμένο κόσμο να συμμερίζεται τους στόχους και προτεραιότητες του
φρικιαστικού έργου της εξάλειψης ενός λαού, συνεχίζοντας να μιλά για ανθρωπισμό και δικαιώματα
προσαρμοσμένα στον διαστρεβλωμένο και διεστραμμένο κόσμο που έχει δημιουργήσει.
Φαίνεται
ότι χρειάστηκαν λιγότερο από 80 χρόνια για να δημιουργήσουν οι Ισραηλινοί πολύ χειρότερες συνθήκες για τους
Παλαιστίνιους από αυτές που δημιούργησαν οι Ναζί για τους Εβραίους.
Παλιές λέξεις αποκτούν νέες έννοιες και ο
επαναπροσδιορισμός του αντισημιτισμού από το σύνολο της Δύσης, κατά επιταγή του
Ισραήλ, επιβάλλει την ταύτισή της σημασίας του με την κριτική στο κράτος του
Ισραήλ. Πριν αυτή η λέξη κουβαλούσε όλες τις φρικαλεότητες του ολοκαυτώματος,
αλλά πια χρησιμοποιείται η ίδια λέξη με
τον πιο ανέντιμο τρόπο για υπεράσπιση των πιο τρομακτικών πραγμάτων. Η λέξη
αντισημιτισμός δεν μπορεί πια να
διαχωριστεί από τη συνεχή και σταθερή εκστρατεία μαζικής εξαπάτησης από
κυβερνήσεις, ιδρύματα, άτομα που χρησιμοποιώντας την λέξη με διαφορετική έννοια
επιδιώκουν να γίνουν αποδεκτά τα
εγκλήματα του Ισραήλ. Για όλους αυτούς λοιπόν κανείς δεν μπορεί να επικρίνει το
Ισραήλ για τις γενοκτονικές του φρικαλεότητες χωρίς να είναι αντισημίτης.
Η
σημασιολογική αλλαγή της συγκεκριμένης λέξης είναι ενδεικτική για το πώς
χρησιμοποιείται η γλώσσα σαν πολιτικό εργαλείο φωτίζοντας και τις κοινωνικές αλλαγές που προωθούνται. Οι λέξεις
έχουν σημασία και οι άνθρωποι συχνά αποκαλύπτονται όταν αρχίζουν να μιλούν. Η γλώσσα
και η κοσμοθεωρία που η πλειοψηφία των ανθρώπων υιοθετεί συσχετίζονται. Ορισμένες
λέξεις και εκφράσεις που σφυρηλατούνται
αδιάκοπα στο σπίτι, το σχολείο, την κοινωνία και προκαλούν ισχυρές εικόνες
επηρεάζουν τη σκέψη των ανθρώπων. Η αλλαγή λοιπόν στη σημασία των λέξεων
διεισδύει ασυνείδητα στην καθημερινή ζωή και δίνει άλλη οπτική για τα πράγματα.
Τέτοια αλλαγή
στη σημασία των λέξεων έγινε στη ναζιστική Γερμανία, με μεταφορές και εκφράσεις
δανεισμένες από τον αθλητισμό, αναφορές στην καταγωγή που στόχευαν στο
συναίσθημα, σε μια προσπάθεια καταστολής της διάνοιας και παράδοσης της σε μια
κατάσταση μουδιασμένης νωθρότητας. Εκπαιδεύονταν οι άνθρωποι να είναι μόνο
οπαδοί, μόνο ν’ ακολουθούν.
Και ο έρπων
φασισμός στις μέρες μας, με τη μορφή ακροδεξιών κομμάτων και φασιστικών
πρακτικών από την κυρίαρχη τάξη, δεν διαφοροποιείται ουσιαστικά από το ναζισμό
που καλλιεργούσε και προωθούσε την κατωτερότητα των άλλων. Η Δύση υποκρίνεται
την αποθέωση της αποδοχής της διαφορετικότητας μόνο και μόνο για να μπορεί με
έπαρση να κατηγορεί τους άλλους ότι δεν την αποδέχονται. Όπως ο αντισημιτισμός
ήταν η πιο αποτελεσματική προπαγάνδα για διάχυση του φόβου, της οργής και του
μίσους προς του Εβραίους, ώστε να δικαιώνονται οι θηριωδίες του ναζιστικού
κόμματος, έτσι και στις μέρες μας ο φόβος και το μίσος για τον μετανάστη
μουσουλμάνο δικαιώνει τις αγριότητες των καπιταλιστικών κυβερνήσεων. Κι έτσι αποθρασύνεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη μέσω του
υπουργού Μετανάστευσης Θ. Πλεύρη να επαίρεται
ότι οι δομές δεν είναι ξενοδοχεία και να κινδυνολογεί για σχέδιο εισβολής
μεταναστών.
Μια πολιτεία, μια κυβέρνηση όταν
δεν θέλει να παραπλανήσει έχει μια γλώσσα που μεταφέρει με ακρίβεια τις πιο
θεμελιώδεις αρχές της. Όταν η γλώσσα διαστρέφεται, όταν οι λέξεις δεν μπορούν
να γίνουν κατανοητές για το τι πραγματικά σημαίνουν, όταν καθημερινοί άνθρωποι,
διανοούμενοι, πολιτικοί εν γνώσει τους
και εν αγνοία τους πέφτουν θύματα της εσωτερίκευσης και της επανάληψης αυτών
των διεφθαρμένων στρεβλώσεων, οι συνέπειες δεν αφορούν μόνο τη σημασιολογία.
Παραμορφώνουν την ανθρωπιά μας. Ακριβώς όπως γίνεται τον τελευταίο καιρό με την
έννοια του αντισημιτισμού, όπως γίνεται.
Ζούμε σε μια εποχή όπου η δημοκρατία δείχνει
να υποχωρεί μπροστά σε αυταρχικές δυνάμεις. Η άνοδος της ακροδεξιάς δεν είναι
πλέον εξαίρεση αλλά σχεδόν κανόνας κι έτσι ένα από τα πιο επικίνδυνα όπλα της
νέας ακροδεξιάς είναι και πάλι η γλώσσα. Ο ρόλος της ακροδεξιάς φυσικά είναι
όχι να έχει δίκιο, όχι να ρίξει φως, αλλά να προκαλέσει σύγχυση στα
συναισθήματα, άγχος, φόβο και να ακουστεί καλά, τόσο καλά ώστε να
κανονικοποιήσει τις λέξεις με νέα σημασία μέσα στα στόματα, δημιουργώντας στρατόπεδα,
αντιπάλους και εχθρούς. Έτσι ο νέος εχθρός στη Δύση είναι ο κατατρεγμένος
μετανάστης. Η υποτίμηση λοιπόν και απόρριψη των μεταναστών, κατά πλειοψηφία
μαυριδερών και ισλαμιστών, υπηρετεί ένα μεγαλύτερο στόχο για έλεγχο και
κυριαρχία της καπιταλιστικής εξουσίας, εφευρίσκοντας έναν αντίθετο πόλο για να
ανταγωνιστεί, στο δρόμο προς την δήθεν
καπιταλιστική ευημερία
Ο ορισμός των λέξεων είναι δώρο και όπλο άμυνας, και ποτέ δεν
θα μπορούσαμε να χάσουμε, μιλώντας μεταξύ μας για τη σημασία των πολιτικών, κι
όχι μόνο, λέξεων. Εάν κάτι θέλει η ακροδεξιά είναι μια Βαβέλ που ωρύεται, κανείς
να μην καταλαβαίνει τίποτε και να αυξάνεται η ανασφάλεια και ο φόβος.Ο φασισμός δεν έρχεται πάντα με στολές και εμβατήρια. Έρχεται και
με λέξεις, με φράσεις που σιγά σιγά γίνονται αποδεκτές, που φιλτράρονται στην
καθημερινότητά μας και δηλητηριάζουν τη συλλογική σκέψη.
Πρέπει να προσέχουμε τις
λέξεις, όχι από γλωσσική εμμονή, αλλά από
πολιτική και ηθική ανάγκη. Γιατί η αλλαγή προς την απανθρωποίηση
δεν είναι ξαφνική και δραματική, αλλά περισσότερο σταδιακή. Η υπερβολική χρήση πομπωδών υπερθετικών, η συνεχής
χρήση της ορολογίας του ανταγωνισμού, η αποστείρωση των πιο μοχθηρών δράσεων με
τη γλώσσα έχει γίνει κάτι οικείο και στις μέρες μας από τους κυβερνώντες Ο ιμπεριαλιστικός
λόγος είναι μια ασταμάτητη προσβολή στη
νοημοσύνη μας που μας συνηθίζει να αποδεχόμαστε τα εγκλήματά του. Σύμφωνα μ’
αυτόν, οι υποστηρικτές της ειρήνης είναι
τρομοκράτες, οι αρχιτέκτονες γενοκτονίας αξίζουν βραβεία ειρήνης, οι
δημοσιογράφοι που αποκαλύπτουν τη φρίκη μιας εθνοκάθαρσης είναι επικίνδυνοι.
Κι έτσι φτάσαμε
στο σημείο το Ισραήλ να λιμοκτονεί ανθρώπους μέχρι θανάτου και ο κόσμος να το
παρακολουθεί να συμβαίνει, με τις δυτικές κυβερνήσεις να υπερασπίζονται το
δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα και να μένει μια μειοψηφία, με πρωτοπόρους τους κομμουνιστές,
που δεν σταματά να διαμαρτύρεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου