
Την απαράδεκτη απόφαση της διοίκησης της πολυδύναμης μονάδας ψυχικής υγείας της 3ης ΥΠΕ να εμποδίσει την παρουσία δημοσιογράφων στο χώρο του σωματείου του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης, σε προγραμματισμένη συνέντευξη τύπου, για τις τραγικές εξελίξεις στο πεδίο κατήγγειλαν εκπρόσωποι σωματείων και φορέων της ψυχικής υγείας και απεξάρτησης.
Εκαναν δηλώσεις στην πύλη του νοσοκομείου, αναδεικνύοντας ότι η κυβέρνηση δεν θα καταφέρει να επιβάλλει σιωπητήριο σε όσους αντιστέκονται στην εγκληματική πολιτική που που προωθείται διαχρονικά και οδηγεί στη διάλυση και εμπορευματοποίηση της Ψυχικής Υγείας και της Απεξάρτησης. Και πρόβαλαν την απαίτησή τους να καταργηθεί ο νόμος 5129/2024.
Ο Στέλιος Γκιουζέπας, πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων ΨΝΘ και πρώην επιστημονικά υπεύθυνος του ΠΕΘΕΑ ΑΡΓΩ, ανέφερε ότι «με την εφαρμογή του νόμου 5129/2024, ένα χρόνο μετά, έχουμε την οριστική κατάργηση και διάλυση του πεδίου της απεξάρτησης και κυρίως των στεγνών προγραμμάτων, προς όφελος των προτάσεων υποκατάστασης.
Αυτή τη στιγμή επιχειρείται η διάλυση του πεδίου των υπηρεσιών του 18 Ανω, του ΚΕΘΕΑ, του ΑΡΓΩ, του Διάπλους, προς όφελος των υπηρεσιών του πρώην ΟΚΑΝΑ και έτσι έχουμε την άγαρμπη ενηλικίωση του πρώην ΟΚΑΝΑ και τη μετατροπή του σε ΕΟΠΑΕ. Την ίδια στιγμή υπάρχουν μαζικές μετακινήσεις και υποβαθμίσεις εργαζομένων χωρίς επιστημονικά κριτήρια. Μοναδικό κριτήριο είναι οι διώξεις σε ανθρώπους που εκφράστηκαν ανοιχτά ενάντια στην ψήφιση και εφαρμογή αυτού του νόμου.
Το ίδιο χάλι επικρατεί και στη ψυχική υγεία όπου ο νόμος άνοιξε την πύλη εισόδου στις ΑΜΚΕ, ΜΚΟ και τις ιδιωτικές κλινικές, εξισώνοντάς τες και εντάσσοντάς τες στο δημόσιο σύστημα ψυχικής υγείας. Επίσης εξέτρεψε όλα τα χρηματοδοτικά κονδύλια, ΕΣΠΑ και Ταμείο Ανάκαμψης μπνο στα ιδιωτικά μορφώματα και τέλος κατάργησε και επαναφέρει μέσα στα νοσοκομεία και στα ψυχιατρεία κάθε κοινοτική πρωτοβουλία».
Τις επικίνδυνες συνέπειες της εφαρμογής του νόμου για την αντιδραστική Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση ανέδειξε η Ρούλα Γεωργιάδη, μέλος του ΔΣ της ΕΝΙΘ και Αντιπρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων ΨΝΘ. Τόνισε ότι η ΕΝΙΘ απαιτεί εδώ και τώρα την κατάργησή του νόμου, αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν υγεία και απεξάρτηση με κατάργηση κάθε επιχειρηματικής δράσης μέσα σε νοσοκομεία και δομές απεξάρτησης.
Αναλυτικά ανέφερε: «Ένα χρόνο μετά τις προειδοποιήσεις και τις κινητοποιήσεις των μαχόμενων υγειονομικών, των εργαζόμενων στο χώρο των Εξαρτήσεων και του λαού, επιβεβαιώνεται καθημερινά σε βάρος της υγείας του λαού αλλά και των εργαζομένων του κλάδου η πλήρης υποβάθμιση της δημόσιας ψυχικής υγείας και της απεξάρτησης με την εφαρμογή του νόμου 5129/2024 και η ένταση της εμπορευματικής λειτουργίας στο πεδίο. Μεθοδεύσεις που σε κάθε περίπτωση πάντως επιτάσσουν τον αυταρχισμό, την τρομοκρατία και την απαξίωση των εργαζομένων προκειμένου να κάθονται παθητικά στη γωνία και να μην αμφισβητούν το ιερά και τα όσια της υγείας- εμπορεύματος
Καμία βελτίωση, λοιπόν, δεν επήλθε μέσα από τις διοικητικές αναδιαρθρώσεις του συγκεκριμένου νόμου. Αντίθετα, η υποστελέχωση, η απουσία μέτρων ασφάλειας στο χώρο, οι άθλιες εγκαταστάσεις όπου στοιβάζονται οι ψυχικά πάσχοντες γίνονται όλο και πιο εκρηκτικές. Καμία βελτίωση δεν επήλθε στην οδύσσεια των ψυχικά πασχόντων και των οικογενειών τους που λόγω έλλειψης κλινών μεταφέρονται στην άλλη άκρη της χώρας για να νοσηλευτούν ούτε στις τεράστιες λίστες αναμονής για ένα ραντεβού μετά από 5 και 6 μήνες στα ελάχιστα κοινοτικά κέντρα ψυχικής υγιεινής. Καμία βελτίωση δεν επήλθε στα εργασιακά δικαιώματα των υγειονομικών, που εργάζονται σε συνθήκες συνεχούς εντατικοποίησης, κακοπληρωμένοι, χωρίς κανένα θεραπευτικό κίνητρο, χωρίς εκπαίδευση πολλές φορές με κίνδυνο ακόμη και της ίδιας τους της ζωής. Όμως, έγινε κατορθωτή η περαιτέρω εμπορευματοποίηση της υγείας αφού μέσω των ΠΕΔΥΨΥ δίνεται ο απαραίτητος χώρος κερδοφορίας στις ιδιωτικές κλινικές, που επεκτείνουν τις μπίζνες στο κενό που αφήνει το σμπαράλιασμα των δημόσιων υπηρεσιών υγείας. Νέες ΜΚΟ και ΑΜΚΕ ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια κάνοντας μάλιστα διαλογή των ασθενών που θα δεχτούν ενώ αποκαλυπτικό είναι το παράδειγμα στην πόλη μας όπου η βίαιη και αντιεπιστημονική μετακίνηση/ υποβάθμιση κοινοτικής δομής για διαταραχές μνήμης σε νοσοκομειακό περιβάλλον συνοδεύτηκε από μνημόνιο συνεργασίας του υπουργείου υγείας με αντίστοιχη ΜΚΟ!
Καταιγιστικές και οι αρνητικές εξελίξεις στο πεδίο της Απεξάρτησης με την κατάργηση ιστορικών θεραπευτικών προγραμμάτων και το τσουβάλιασμά τους σε έναν ενιαίο φορέα ΝΠΙΔ, τον ΕΟΠΑΕ, που λειτουργεί στη λογική κόστους-οφέλους. Σε αυτή τη λογική στηρίζεται το τσάκισμα της στεγνής θεραπείας και η κυριαρχία της λογικής της μείωσης της βλάβης, της αντιμετώπισης και όχι της απεξάρτησης, της πλήρους ιατρικοποίησης του κύρια κοινωνικού φαινομένου της τοξικοεξάρτησης. Αυτή η κατεύθυνση επιτυγχάνεται με την αναγκαστική μετακίνηση εργαζομένων στεγνών προγραμμάτων σε προγράμματα υποκατάστασης, σε δομές αποτοξίνωσης και Χώρους Εποπτευόμενης Χρήσης που διακηρυγμένος στόχος του κράτους και της κυβέρνησης είναι μάλιστα να τους αυξήσει, προς δήθεν περιστολή της εγκληματικότητας. Αυτή η κατεύθυνση επιτυγχάνεται και με τη νόμιμη διακίνηση υποκατάστατων σε υπηρεσίες των πρώην στεγνών προγραμμάτων, ενώ κάθε φύλλο συκής για τις πραγματικές στοχεύσεις κυβέρνησης-κράτους-κεφαλαίου έπεσε με τη διαφήμιση από τον υπουργό εμπορίου Υγείας σε γνώριμο ρόλο πλασιέ της πρώτης αδειοδοτημένης ιδιωτικής κλινικής "απεξάρτησης". Από τη μία, λοιπόν, η στεγνή θεραπεία και η ζωή του λαού μακριά από εξαρτήσεις αντιμετωπίζεται ως κόστος και από την άλλη η "Αντιμετώπιση των Εξαρτήσεων" αναδύεται ως λαμπρή ευκαιρία κερδοφορίας για ομίλους ιδιωτικής υγείας, φαρμακοβιομηχανίες, ΜΚΟ και με το κράτος σε ρόλο νόμιμου εμπόρου με μελανό αποτύπωμα στην ενίσχυση του φαινομένου της εξάρτησης.
Η ολοκλήρωση του εγκλήματος της αντιδραστικής ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, με ηθικό αυτουργό την Ε.Ε. και φυσικούς αυτουργούς τις κυβερνήσεις που την υλοποίησαν από το 1999 ως σήμερα, ήταν ένα από τα αντιλαϊκά προαπαιτούμενα του Ταμείου Ανάκαμψης, του "μνημονίου των μνημονίων", προκειμένου να διοχετευθεί πακτωλός χρημάτων για την ενίσχυση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας αλλά και για αύξηση των πολεμικών δαπανών της χώρας.
Αποκαλύπτεται ότι στόχος κράτους, κυβέρνησης και ΕΕ είναι να ταΐσουν με ζεστό χρήμα τους επιχειρηματικούς ομίλους και να διαμορφώσουν νέα πεδία κερδοφορίας για αυτούς που εμπορεύονται την ψυχική οδύνη και τον ανθρώπινο πόνο. Στόχος τους η διαχείριση των τραγικών αδιεξόδων που γεννά η πολιτική τους χωρίς να προκληθεί ούτε "μία ρωγμή" "στο ταβάνι" των δημοσιονομικών αντοχών της οικονομίας, τις οποίες επικαλούνται για να μην ικανοποιήσουν τα αιτήματα των εργαζομένων, για να μη δώσει το κράτος ούτε ένα ευρώ για τις ανάγκες του λαού και την ίδια στιγμή να προχωράει σε εξοπλιστικά προγράμματα - "μαμούθ" για την εξυπηρέτηση των επικίνδυνων σχεδιασμών του ΝΑΤΟ, της ΗΠΑ και της ΕΕ που καμία σχέση δεν έχουν με την αμυντική θωράκιση της χώρας μας, αντίθετα αξιοποιούνται για το αιματοκύλισμα άλλων λαών και ταυτόχρονα μετατρέπουν τη χώρα μας σε στόχο αντιποίνων.
(...) Απαιτούμε εδώ και τώρα να καταργηθεί ο νόμος που διαλύει την ψυχική υγεία και την απεξάρτηση. Δε θα πάψουμε να παλεύουμε για την ανάπτυξη όλων των αναγκαίων δομών ψυχικής υγείας σε όλα τα επίπεδα (πρωτοβάθμιο, δευτεροβάθμιο, τριτοβάθμιο), την απαίτηση για αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν Πρόληψη-Απεξάρτηση-Κοινωνική Επανένταξη, με πρόσληψη όλου το αναγκαίου μόνιμου προσωπικού σύμφωνα με τις κοινωνικές ανάγκες και τις σύγχρονες επιστημονικές δυνατότητες».
Τα αδιέξοδα των ωφελούμενων και των οικογενειών τους ανέδειξε η Λένα Διαμαντή εκ μέρους των γονέων των προγραμμάτων. «Αυτή τη στιγμή οι γονείς και οι ωφελούμενοι βιώνουμε απογοήτευση και απαξίωση. Δεν έχουμε που να στραφούμε.
Τα στεγνά προγράμματα επούλωσαν την καταστροφή για τους εξαρτημένους και τη διάλυση των οικογενειών τους, και έγιναν γέφυρα μεταξύ τους. Είναι ένα πρόγραμμα ζωής και αυτό σήμερα καταστρέφεται.
Οι ομάδες γονέων δεν έχουν που να στραφούν, οι ωφελούμενοι είναι σε άθλια ψυχολογική κατάσταση, διότι έχει σπάσει βίαια η θεραπευτική τους σχέση με τους θεραπευτές τους, βρίσκονται όλοι σε απόγνωση.
Απαιτούμε να καταργηθεί ο νόμος και όλες οι σχετικές εγκύκλιοι γιατί αλλιώς θα θρηνήσουμε πάρα πολλά θύματα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου