εργατικής αμοιβής κρύβει μέσα τους μακραίωνους αγώνες μεταξύ των κατόχων των μέσων παραγωγής και των εργατών. Το αίτημα για το 8ωρο, που γεννήθηκε για πρώτη φορά μετά τον Αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο, απαιτήθηκε ανοιχτά και μαζικά στην απεργία της Πρωτομαγιάς του 1886, όταν οι εφημερίδες της Νέας Υόρκης δήλωναν ότι το κίνημα ήταν ανατριχιαστικό και αχαλίνωτο και θα έφερνε μείωση των μισθών, φτώχεια και κοινωνική υποβάθμιση ενώ θα έσπρωχνε τους εργάτες σε αλητεία, χαρτοπαιξία, βία και αλκοολισμό (Ρίτσαρντ Μπόγερ- Χέρμπερτ Μόρε, Η άγνωστη ιστορία του εργατικού κινήματος των ΗΠΑ, σελ. 145).
Σταδιακά όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι, όλο και περισσότεροι κλάδοι κατακτούσαν στις ΗΠΑ το 8ωρο μέσα από τη συνδικαλιστική δράση, τους βίαιους και αιματηρούς αγώνες, τους πρόωρους θανάτους και τα εργατικά ατυχήματα. Οι αγγλικοί εργοστασιακοί νόμοι (Factory- Acts) του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα προδιαγράφουν ως μέση ημέρα της εβδομάδας τις 10 ώρες και τις 8 ώρες για το Σάββατο. Το ανώτατο όριο της εργάσιμης ημέρας συμπίπτει σχεδόν με τα όρια που επέβαλε ήδη από το 1349 το Καταστατικό για τους Εργάτες του Εδουάρδου του Γ’. Παρατηρείται από τότε ότι η εργάσιμη ημέρα ανέρχεται καθημερινά σε 24 ώρες αφού αφαιρεθούν οι λίγες ώρες ανάπαυσης, χωρίς τις οποίες η εργασιακή δύναμη αποτυγχάνει τελείως να επιτελέσει εκ νέου την υπηρεσία της. Το 8ωρο επιβλήθηκε ως χρόνος αναγκαίος για μόρφωση, πνευματική ανάπτυξη, ψυχαγωγική κοινωνική επαφή. Η υπερεργασία με την παράταση της εργάσιμης ημέρας διαπιστώθηκε ότι προκαλεί την πρόωρη εξάντληση και νέκρωση της ίδιας της εργασιακής δύναμης, κατάσταση που δεν συνέφερε ούτε τους εργοδότες. Οι τελευταίοι βρήκαν στην εντατικοποίηση της εργασίας και στην αυξημένη ταχύτητα των μηχανών έναν βολικό τρόπο να συμπυκνώσουν την ίδια εργασία σε μικρότερο χρονικό διάστημα της ημέρας εξοικονομώντας ταυτόχρονα ένα μέρος των λειτουργικών τους δαπανών.