Έζησα στη Βόρεια Κορέα για σχεδόν δύο χρόνια, από τον Ιούνιο του 2012 μέχρι το Μάρτιο του 2014. Έφτασα στην Πιονγκ Γιανγκ ένα ζεστό καλοκαιρινό πρωινό και δεν ήξερα τι θα αντιμετωπίσω. Πριν το ταξίδι μου, είχα διαβάσει αμέτρητα άρθρα ειδικών και αναλυτών, είχα δει ατέλειωτες ώρες από ντοκιμαντέρ και εκπομπές για τη Βόρεια Κορέα και είχα πειστεί ότι επρόκειτο να συναντήσω όχι ανθρώπους αλλά αυτόματα που είχαν υποστεί πλύση εγκεφάλου. Φανταζόμουν ότι όλοι θα βηματίζουν στρατιωτικά, θα δοξάζουν τον ηγέτη και θα είναι έτοιμοι να με φυλακίσουν αν κατά λάθος τα βλέμματα μας συναντηθούν.Σίγουρα η Βόρεια Κορέα είναι μια χώρα που ξέρει να κρύβει καλά τα μυστικά της, όμως τα δύο αυτά χρόνια που έζησα εκεί, ξεδιπλώθηκε μπροστά μου μια αλήθεια που ελάχιστη σχέση είχε με τα στερεότυπα και τις προκατασκευασμένες εικόνες. Ανακάλυψα ανθρώπους έτοιμους να σε βοηθήσουν σε κάθε πρόβλημα, με μια ιδιότυπη αίσθηση του χιούμορ, που θα προσκαλούσαν τον άγνωστο περαστικό να μοιραστεί μαζί τους μια μπύρα στις όχθες του Τεντογκ, που γελούσαν με τα ίδια αστεία, που μοιράζονταν τις ίδιες ανησυχίες και ελπίδες για το μέλλον τους όπως όλοι μας.
Το ατσάλι δένεται στη μεγάλη φωτιά και στο δυνατό ψύχος. Τότε γίνεται δυνατό και τίποτα δεν φοβάται. Έτσι ατσαλώθηκε και η δική μας γενιά και έμαθε να μην παραδίδεται! Νικολάϊ Οστρόφσκι EΠIKOIΝΩΝΙΑ drasistooraiokastro@gmail.com
Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015
Ζώντας δύο χρόνια στην Βόρεια Κορέα: μια προσωπική μαρτυρία
Κώστας Βάρναλης: Στους Μπελογιάννηδες
εκτελούνται στου Γουδί, πίσω από το νοσοκομείο Σωτηρία. Τιμώντας την επέτειο το περιοδικό αφιερώνει τις λογοτεχνικές του στήλες στον Νίκο Μπελογιάννη.
Στους Μπελογιάννηδες
Χαραυγή κατεπάνω του θανάτου
βάδιζεν η καρδιά σου, Παλικάρι,
λες κι ήταν άλλος: άγουρος που ορθρίζει
ν’ ανταμώσει κρυφά την πρώτη αγάπη.
Σε κάθε βήμα ψήλωνε η κορφή σου,
το ηλιοστεφάνι τ’ ουρανού να φτάσει.
Κι αν χάραζε για σένα αιώνια Νύχτα,
η προδοσιά χορεύοντας σε φτυούσε.
Με χέρι’ αλυσωμένα, που αγαπούσαν
να κρατάνε για τον οχτρό ντουφέκι
και γαρούφαλο για το μαύρο Νόμο,
σε βάλανε σημάδ’ οι πλερωμένοι,
οι αρματολόγοι το χεροδεμένο,
τον Έναν οι πολλοί, τον άντρα οι φούστες,
οι τρίδουλοι το λεύτερο κι η λάσπη
τον πρωτανθό της Αρετής, Εσένα!
Δεν έχεις τάφο, αλλ’ όπου ηλιοβολιέται
γαρούφαλο στητό κι όπου βροντάει
καριοφίλι της λευτεριάς, ολόρθον
η Μούσα σε φιλεί κι ο Μακρυγιάννης.
Δεν έχεις κι όνομα. Οι μαύροι το μαυρίσαν.
Μα το λένε στη ρεματιά τ’ αηδόνια,
οι ανέμοι στα πλατάνια και στα ελάτια
και τα νερά σε θάλασσα και βρύσες.
Μην κλαίτε, μάνες μαυρομαντηλούσες
και συ, Μεγάλη Μάνα των μανάδων!
Όπου να ’ναι, θα τον νεκραναστήσει
μέγας λαός κι αυτός αναστημένος.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)