Πριν από λίγα χρόνια, στα πλαίσια των αδελφικών σχέσεων της Εκκλησιαστικής με την Πολιτική και την Οικονομική Εξουσία, ο εν Ελλάδι εκπρόσωπος του Θεού Ιερώνυμος, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, είχε αποστείλει προς τον «εξοχώτατον» (όπως τον αποκαλούσε) Λουκάν Παπαδήμον», τον τότε εν Ελλάδι εκπρόσωπο του Τραπεζικού Κεφαλαίου και δοτό πρωθυπουργό, μία επιστολή. [1]
Με την επιστολή του εκείνη, ο Άγιος Ιερώνυμος, βαθύτατα τεθλιμμένος, εξέφραζε προς τον πρωθυπουργό τραπεζίτη αφενός τον πόνο του για τα μαρτύρια του ελληνικού λαού και αφετέρου τον τρόμο του για τον ενδεχόμενο κίνδυνο της κοινωνικής ανάφλεξης: «Το φαινόμενο των αστέγων, αλλά και των πεινασμένων», έγραφε μεταξύ άλλων ο Άγιος, « – φαινόμενο κατοχικών εποχών – παίρνει εφιαλτικές διαστάσεις. Οι άνεργοι αυξάνονται κατά χιλιάδες μέρα με τη μέρα. Το ίδιο και τα λουκέτα μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Τα νέα παιδιά, τα καλύτερα μυαλά του Τόπου, παίρνουν τον δρόμο της μετανάστευσης. Οι πατεράδες μας δεν μπορούν να ζήσουν, μετά τις δραματικές περικοπές των συντάξεών τους. Οικογενειάρχες και ιδίως οι πιο φτωχοί, οι πολύτεκνοι, οι μεροκαματιάρηδες, βρίσκονται σε απόγνωση, μετά τις αλλεπάλληλες περικοπές των μισθών τους και τους αβάσταχτους νέους φόρους. Η πρωτόγνωρη καρτερία των Ελλήνων εξαντλείται, η οργή παραμερίζει τον φόβο και ο κίνδυνος κοινωνικής ανάφλεξης δεν μπορεί να αγνοείται πια, ούτε από εκείνους που διατάσσουν, ούτε από εκείνους που εκτελούν τις φονικές συνταγές τους».