Η εκτέλεση του πρωτομάρτυρα της ειρήνης Νίκου Νικηφορίδη – του Ανδρέα Δενεζάκη
«Αγαπούσε τη ζωή, για τούτο πάσχισε να τη φτιάξει!»
Εκείνο το χάραμα της Δευτέρας, στις 5 Μάρτη του 1951, το μισαλλόδοξο κράτος των νικητών του εμφύλιου έστησε εκτελεστικό απόσπασμα, στο δάσος του Σέιχ Σου, και τουφέκισε τον νεαρό Νίκο Νικηφορίδη, πιστεύοντας πως έτσι ξεμπερδεύουν με τους αγωνιστές της ειρήνης και το όραμα μιας κοινωνίας αντάξιας των ανθρώπων.
Ο Νίκος Νικηφορίδης και τα τελευταία του λόγια, «Ζήτω η ειρήνη! Ζήτω η πανανθρώπινη λευτεριά!» έγιναν σύμβολα αγώνα που ενέπνευσαν χιλιάδες νέους και άνοιξαν δρόμους από όπου πέρασαν αργότερα ο Γρηγόρης Λαμπράκης και εκατομμύρια άλλοι αγωνιστές της ειρήνης.
Ο Νίκος Νικηφορίδης γεννήθηκε στα προσφυγικά του Βύρωνα το 1928, από γονείς πρόσφυγες, ξεριζωμένους από τη Μικρά Ασία με την καταστροφή του 1922. Στα χρόνια του πολέμου και της κατοχής, ο Νίκος, μαθητής τότε στο 7ο Γυμνάσιο Παγκρατίου, δραστηριοποιείται από τους πρώτους στην Αντίσταση. Αετόπουλο στην αρχή, και με την ίδρυση της ΕΠΟΝ, σε ηλικία μόλις 15 ετών, γραμματέας της ΕΠΟΝ Παγκρατίου.
Πάλεψε ακούραστα μέρα και νύχτα για τη λευτεριά. Πότε μοίραζε το παράνομο υλικό με ανακοινώσεις του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ, πότε με το Χωνί, τις νύχτες, ενημέρωνε και καλούσε σε αντίσταση το λαό των ανατολικών συνοικιών και πότε έγραφε συνθήματα στους τοίχους με κόκκινη μπογιά: Λευτεριά ή θάνατος».
Μετά τα Δεκεμβριανά, συνεχίζει τον αγώνα του για να μείνουν ζωντανά τα τσακισμένα από τις βρετανικές δυνάμεις του Σκόμπυ, όνειρα του λαού μας.
Το 1947 μόλις τελείωσε το γυμνάσιο, στάλθηκε μαζί με χιλιάδες άλλους αγωνιστές στην Ικαρία. Στα τέλη του 1948, μόλις συμπλήρωσε τα 20 του χρόνια, μεταφέρεται στο κολαστήρι της Μακρονήσου. και αργότερα στη Μακρόνησο, όπου βασανίστηκε απάνθρωπα.