Θάλασσα
πλατιά, σ' αγαπώ γιατί μου μοιάζεις. Θάλασσα βαθιά, μια στιγμή δεν
ησυχάζεις. Λες κι έχεις καρδιά. Τη δικιά μου τη μικρούλα την καρδιά....
Οταν ο Γιώργος Ρούσσος άκουγε τους στίχους του ντυμένους με τη μουσική
του μεγάλου Μάνου, του Χατζιδάκι, να βγαίνουνε από το στόμα της
Μανταλένας (Αλίκης) ή μπορεί κι από τα σπλάχνα της ομώνυμης βάρκας,
σίγουρα δεν είχε στον νου του μια μικρή καρδιά, ενός εμβρύου στην κοιλιά
της μάνας του, ή την άλλη του παιδιού, από κείνα που κλειδωμένα στ'
αμπάρια θα σκυλοπνίγονταν σ' ένα γιγάντιο φέρετρο από σκουριασμένη
λαμαρίνα στην ...άκαρδη καρδιά της Μεσογείου. Το τραγούδι λέει παρακάτω,
έχω έναν καημό... Ποιος έχει σήμερα καημό για το ναυάγιο της Πύλου;
Πραγματικό καημό. Τόσο μεγάλο και τόσο βαθύ, που να θέλει να καταφύγει
στον βασιλιά Νέστορα της Πύλου, στην Ιλιάδα. Στον Νέστορα τον σοφό, που
συμβούλευε τους Αχαιούς, τον φορτικά φιλόξενο που είχε το βασίλειο της
Πύλου ικανό να συγκεντρώνει ενενήντα πλοία για την εκστρατεία στην
Τροία, και να μεσολαβεί στην κόντρα Αχιλλέα και Αγαμέμνονα. Δεν ξέρω
πόσο σοφός ήταν ο Νέστορας, αλλά περίσσεψαν μετά την ανείπωτη τραγωδία
τόσοι πολλοί νεστορίσκοι στη θέση του, να ξεφτιλίζουνε τον άνθρωπο,
παλεύοντας να βρουν μια χρήσιμη για τα συμφέροντά τους θέση,
διπλωματική, αποδοτική, ψηφοθηρική. Και μιλάω για τον πνιγμένο άνθρωπο
που φεύγει από στεριές θανάτου, πολέμου, πείνας και τρόμου, για να
συναντήσει μεσοπέλαγα τον χάρο, επειδή είναι ντυμένος πρόσφυγας.
Αχ
σύντροφοί μου, στις λίγες μέρες πριν από τις εκλογές κάθομαι εδώ και
σας μιλάω για έναν σοφό Νέστορα που συμβούλεψε τον Πάτροκλο να πάρει τη
θέση του Αχιλλέα, να σκοτωθεί από το χέρι του Εκτορα, αλλά χάρη σ' αυτήν
τη συμβουλή να ξαναγυρίσει ο πεισματάρης Μυρμιδόνας στη μάχη και να
κερδίσουν τελικά οι Αχαιοί. Κι όμως, δεν ξέρω πόσο απέχει η προτροπή
αυτή από την ευρωπαϊκή πολιτική που πρώτα ξεκινά τον πόλεμο, φτιάχνει
ατέλειωτες ουρές δυστυχισμένων ανθρώπων και ύστερα τους πακτώνει σε
ακτές, τους φοράει τη στολή του πρόσφυγα και τους εμφανίζει ως
επιτιθέμενους στην ευμάρειά της.