Τέτοιες μέρες τα καλοταϊσμένα παιδιά τους επιστρέφουν από τα κολέγια και τα πανεπιστήμια του εξωτερικού για τις γιορτές των Χριστουγέννων. Τα δικά τους πανεπιστήμια κλείνουν μόνο στις γιορτές. Τα μικρότερα γυρίζουν από το σχολείο και φτιάχνουν λίστες με τα δώρα που θα ζητήσουν από τον «Άγιο Βασίλη». Τα δικά τους σχολεία έχουν θέρμανση. Είναι ντυμένα ελαφρά μέσα στο σπίτι. Τα σπίτια τους δεν πλημμυρίζουν από τα νερά της βροχής. Είναι ζεστά και φωτισμένα.
Οι αυλές τους είναι γεμάτες με πολύχρωμα λαμπιόνια. Οι μυρωδιές από τις γιορτινές λιχουδιές, τους ανοίγουν την όρεξη. Τα παιδιά τους ζουν αυτές τις μέρες, όπως και τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου, με την ασφάλεια της ζεστασιάς και την ηρεμία της ανεμελιάς που προσφέρει η οικογενειακή ρουτίνα. Κάνουν χρήση όλων των ανέσεων και δυνατοτήτων για καλή ζωή που υπάρχουν στην εποχή τους. Τα παιδιά τους ζουν όπως θα έπρεπε να ζουν όλα τα παιδιά του κόσμου. Ζουν όπως ελάχιστα παιδιά ζουν στην Ελλάδα σήμερα.
Οι αυλές τους είναι γεμάτες με πολύχρωμα λαμπιόνια. Οι μυρωδιές από τις γιορτινές λιχουδιές, τους ανοίγουν την όρεξη. Τα παιδιά τους ζουν αυτές τις μέρες, όπως και τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου, με την ασφάλεια της ζεστασιάς και την ηρεμία της ανεμελιάς που προσφέρει η οικογενειακή ρουτίνα. Κάνουν χρήση όλων των ανέσεων και δυνατοτήτων για καλή ζωή που υπάρχουν στην εποχή τους. Τα παιδιά τους ζουν όπως θα έπρεπε να ζουν όλα τα παιδιά του κόσμου. Ζουν όπως ελάχιστα παιδιά ζουν στην Ελλάδα σήμερα.
***
Το κοριτσάκι από την Ξηροκρήνη πέθανε προσπαθώντας να ζεσταθεί. Στη σύντομη ζωή του γνώρισε τη ρουτίνα της ανέχειας, της σκληράδας, ίσως της πείνας, της παγωνιάς. Από τη στιγμή που γεννήθηκε κάποιοι είχαν ήδη προδιαγράψει το μέλλον του. Από κρύο ή μονοξείδιο του άνθρακα, ποιο το διάφορο. Η ανέχεια σκοτώνει. Η πείνα σκοτώνει. Το κρύο σκοτώνει. «Ένας ακόμα άνθρωπος νεκρός από το κρύο». (Ποιο «κρύο», διάολε, ακόμα δεν μπήκε καλά ο Δεκέμβρης...). Μια ακόμα γραμμούλα προστέθηκε στα γραφήματα των προϋπολογισμών του «πλεονάσματός» τους. Πάνω στον απέραντο τοίχο των εκτελεσμένων της «ανάπτυξής» τους. Η ουρά των νεκρών μακραίνει. Όπως οι ουρές των ανέργων, των αστέγων, των αρρώστων, των άδειων στομαχιών, των κρύων χεριών και ποδιών, των κρύων λέξεων, των παγωμένων ονείρων. Οι νεκροί βρίσκονται ανάμεσα στους ζωντανούς, απλά ακόμη δεν το ξέρουν. Περιμένουν στη σειρά τους μέχρι κάποιος να τραβήξει στον τοίχο τη δική τους γραμμούλα.
Όσο θα παραμένουμε θεατές του θανάτου των άλλων, όσο θα απαριθμούμε τους νεκρούς, θα μας δολοφονούν. Δίχως έλεος, χωρίς σταματημό. Ο θάνατός μας είναι το κέρδος τους. Είναι το αίμα που τρέφει το σύστημά τους, τη βαρβαρότητα της εκμετάλλευσης, τη δική τους ζωή.
Αναρτήθηκε από Οικοδόμος