Πόλεμοι με σιγαστήρα
Εκατομμύρια μάχες διαξάγονται καθημερινά σ’ όλες τις συντεταγμένες. Μικρές κι αδιάφορες, μεγάλες κι αιματηρές, υπόκωφες ή εκκωφαντικές. Μπροστά στα μάτια μας, πίσω από την πλάτη μας, με ή χωρίς τη συγκατάθεσή μας. Ξαφνικές ή από καιρό οργανωμένες, ανιδιοτελείς, άνισες, γοήτρου ή ουσίας. Παντού μάχες. Τόσες που πολλά βράδια νομίζω ότι, μαζί με τα ρούχα μου, αφαιρώ και μια σειρά από διαφορετικές πανοπλίες.
Κάποια, που πιθανώς να της μοιάζω και μάλλον ποτέ δεν θα γνωρίσω, βγάζει από πάνω της μια πραγματική πανοπλία πολέμου. Βγάζει τις αρβύλες της, αφήνει το όπλο της στην άκρη και σκέφτεται την επόμενη μέρα στην Nusaybin, ελληνιστί Νίσιβις. «Μόλις κηρύξαμε αυτονομία, το κράτος επιτέθηκε βίαια. Ήταν σαν κόκκινη σημαία μπροστά σε ταύρο», λέει ένας μαχητής της πόλης. Η Νίσιβις είναι μια πόλη στη μεθόριο Τουρκίας-Συρίας στην οποία εδώ και μέρες, πάνω από εβδομήντα, έχει απαγορευτεί η κυκλοφορία, γίνονται βομβαρδισμοί από αέρος, άρματα μάχης κυκλοφορούν στους δρόμους και οι λίγοι εξεγερμένοι προσπαθούν να υπερασπιστούν τα κεκτημένα τους και τον άμαχο πληθυσμό με πολυβόλα όπλα. Δεν υπάρχουν πλέον γειτονιές στη Nusaybin. Υπάρχουν συντρίμμια και πτώματα. Εγκλωβισμένοι σε υπόγεια. Σπασμένα γυαλιά. Ερείπια από μπετόν κι από ανθρώπινο πόνο. «Ποια είναι η κατηγορία εναντίον μας; Το ότι είμαστε Κούρδοι και αρνούμαστε να γίνουμε σκλάβοι. Μας λένε πως εάν αρνηθούμε να γίνουμε σκλάβοι, θα μας σκοτώσουν».