Στην Ελλάδα, η κατάληψη αναδείχτηκε ως μορφή πάλης για τους αγωνιστές ενάντια στη δικτατορία, με την κατάληψη της Νομικής και του Πολυτεχνείου στα 1973. Η αιματηρή καταστολή της εξέγερσης σύνδεσε την κατάληψη με ηρωικές στιγμές, όχι μόνο του φοιτητικού κινήματος, αλλά όλης της δημοκρατικής αντιπολίτευσης, κάνοντάς την αποδεκτή ως απόλυτα αποτελεσματική μορφή δράσης.
Δυο εβδομάδες μετά την έναρξη των σχολείων, οι μαθητές, σ’ ένα μεγάλο ποσοστό σε όλη την Ελλάδα, τα καταλαμβάνουν για να διαμαρτυρηθούν για την επισφαλή επιστροφή τους στις τάξεις, απαιτώντας τον περιορισμό των μαθητών στην τάξη σε 15 το πολύ, την άμεση πρόσληψη περισσότερων εκπαιδευτικών, εξασφάλιση μόνιμου προσωπικού καθαρισμού κλπ. Η κυρίαρχη εξουσία, με όλες τις μορφές της, ανταπαντά με απόπειρες καταστολής των καταλήψεων και ενεργοποίηση δικαστικών αρχών, ενώ σχεδόν το σύνολο των ΜΜΕ επιστρατεύει κάθε επιχείρημα -υποκινούμενες, επικίνδυνες για διάδοση κορωνοϊού κλπ. – για να τις καταδικάσει. Για να μην εστιάσει στο προφανές, πως αυτές οι καταλήψεις και διαδηλώσεις εκδηλώνονται εν μέσω αυξανόμενης αντίδρασης μεταξύ των νέων και των εργαζομένων για τον ελλιπή τρόπο που οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις οργανώνουν την αντιμετώπιση της πανδημίας.