Δευτέρα 21 Απριλίου 2014

Εφτά χρόνια αρπαχτή

ΤΑ ΞΕΧΑΣΜΕΝΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ ΤΗΣ «ΕΘΝΟΣΩΤΗΡΙΟΥ»
του Ιού
Σήμερα, συμπληρώνονται 47 χρόνια από την 21η Απρίλη του 1967. Το barikat αναδημοσιεύει ένα κείμενο του Ιού, στην Ελευθεροτυπία της 25ης Ιούλη του 2010, για τα έργα και τις ημέρες της χούντας, ως μια μικρή συμβολή στην υπόθεση της μνήμης και μια σύντομη απάντηση στην ακροδεξιά προπαγάνδα που στην επταετία είδε έργα, διαφάνεια, αξιοκρατία και ανάπτυξη αλλά δεν είδε τα ξερονήσια και τους νεκρούς του Πολυτεχνείου. 

Εφτά χρόνια αρπαχτή
 

Ο Τύπος δεν ασχολούνταν με σκάνδαλα, ούτε σκανδαλιζόταν από τις σχέσεις των κρατούντων με τους μεγιστάνες του πλούτου. Είχε έρθει άλλωστε το πλήρωμα του χρόνου για να εκπληρωθεί το Τάμα του Έθνους.
 

Στους έντονα αντικοινοβουλευτικούς καιρούς μας, ένα δόλιο φάντασμα πλανιέται στον αέρα: ο ισχυρισμός περί «τιμιότητας» των δικτατόρων που κατέλαβαν πραξικοπηματικά την εξουσία το 1967 για να την επιστρέψουν πριν από 36 χρόνια, σαν βρεγμένες γάτες, «στους πολιτικούς».
Πρόκειται βέβαια για μύθο, θεμελιωμένο στη μίζερη εικόνα των επιζώντων «πρωταιτίων» – αφού πρώτα έχασαν την εξουσία, στερήθηκαν όσα είχαν παράνομα καρπωθεί και υπέστησαν τις οικονομικές συνέπειες της κοινωνικής απομόνωσής τους. Ακόμη κι αυτή η εικόνα δεν αφορά, ωστόσο, παρά ελάχιστους πρωτεργάτες της δικτατορίας. Αγνοεί την οικονομική ευμάρεια πάμπολλων μεσαίων ή «πολιτικών» στελεχών της, που η νομική κατασκευή περί «στιγμιαίου αδικήματος» άφησε παντελώς ατιμώρητα ν’ απολαμβάνουν τα αποκτήματά τους. 
Την επιβίωση του μύθου διευκολύνει η χαώδης διαφορά του τότε με το σήμερα, όσον αφορά τη δυνατότητα δημόσιας συζήτησης για παρόμοια ζητήματα. Επί χούντας η ραδιοτηλεόραση ήταν κρατική (κι αυστηρά προπαγανδιστική), ενώ ο Τύπος περνούσε από δρακόντεια λογοκρισία. Οποιαδήποτε έρευνα ή ακόμη και νύξη για κρατικά σκάνδαλα ήταν απλά αδιανόητη. χαρακτηριστικό το κύριο άρθρο του Γιάννη Καψή στον «Ταχυδρόμο» (24.5.74), όταν η δικτατορία Ιωαννίδη δημοσιοποίησε το (παπαδοπουλικό) «σκάνδαλο των κρεάτων»: 
«Δεν είναι καινούρια η υπόθεση. Μήνες ολόκληρους οι φήμες οργίαζαν. Κι όμως κανείς δεν τολμούσε. Κανείς δεν είχε το θάρρος να μεταβάλη τον ψίθυρο σε καταγγελία. Κι όσο οι φήμες απλώνονταν, αγκαλιάζοντας όλο και περισσότερους υπεύθυνους και μη, τόσο μεγάλωνε κι ο φόβος μήπως θίξουμε τα κακώς κείμενα. Ηταν μια ‘συνωμοσία κραυγαλέας σιωπής’, χάρη και στη δρακόντεια νομοθεσία που ρυθμίζει -και συμπιέζει- την ενάσκηση του λειτουργήματός μας».
Μετά τη Μεταπολίτευση, ο Τύπος ξεχείλισε βέβαια από πληροφορίες για σκάνδαλα της χουντικής επταετίας. Ομως αυτά θεωρούνταν τότε -και σωστά- απλές παρωνυχίδες μπροστά στα υπόλοιπα εγκλήματα της δικτατορίας.