Απο: Cogito ergo sum
[Το κείμενο
που ακολουθεί γράφτηκε από την Λόρι Ουάλλας, διευθύντρια της παγκόσμιας
οργάνωσης καταναλωτών Public Citizen's Global Trade Watch και
δημοσιεύθηκε στο τελευταίο φύλλο τής Monde Diplomatique. Το
αναδημοσιεύω αυτούσιο, παρά το μεγάλο μέγεθός του.]
Μια νέα συνθήκη που συζητιέται μυστικά μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ έχει φτιαχτεί με σκοπό να δώσει τις επιχειρήσεις ό,τι θέλουν: απορρύθμιση κάθε κοινωνικής, καταναλωτικής και περιβαλλοντικής προστασίας καθώς και αποζημίωση για οποιαδήποτε παραβίαση των υποτιθέμενων δικαιωμάτων τους.
Σκεφτείτε τι θα γινόταν αν οι ξένες εταιρείες μπορούσαν να μηνύσουν άμεσα τις κυβερνήσεις, απαιτώντας αποζημιώσεις για απώλειες κερδών λόγω αυστηρής εργασιακής και περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Μπορεί να ακούγεται παρατραβηγμένο, αλλά αυτή ήταν μια διάταξη που υπήρχε στην Πολυμερή Συμφωνία για τις Επενδύσεις (Multilateral Agreement on Investment - ΜΑΙ), μια σχεδιαζόμενη συνθήκη μέσω μυστικών διαπραγματεύσεων την χρονική περίοδο μεταξύ 1995 και 1997, από τις 29 χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ εκείνη την εποχή. Τα νέα γι' αυτή την συμφωνία βγήκαν έγκαιρα στην επιφάνεια και προκάλεσαν ένα πρωτόγνωρο κύμα διαδηλώσεων και εκτροχιασμού των διαπραγματεύσεων.
Σήμερα η ατζέντα έχει επιστρέψει. Από τον περασμένο Ιούλιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες διαπραγματεύονται για το Υπερατλαντικό Εμπόριο και Επενδυτική Συνεργασία (Transatlantic Trade and Investment Partnership - TTIP) ή την Συμφωνία για το Υπερατλαντικό Ελεύθερο Εμπόριο (Trans-Αtlantic Free Trade Agreement - TAFTA), μια άλλη έκδοση της συμφωνίας ΜΑΙ με βάση την οποία, η υπάρχουσα νομοθεσία στις δύο πλευρές του Ατλαντικού θα πρέπει να εναρμονίζεται στα πρότυπα που έχουν καθιερωθεί από και για τις μεγάλες πολιτειακές και ευρωπαϊκές εταιρίες, αλλιώς προβλέπονται εμπορικές κυρώσεις ή πληρωμές εκατομμυρίων δολαρίων ως αποζημίωση υπέρ των εταιρειών.
Οι διαπραγματεύσεις αναμένεται να διαρκέσουν άλλα δύο χρόνια. Η συμφωνία TTIP/TAFTA συνδυάζει τα πιο καταστροφικά στοιχεία των προηγούμενων συμφωνιών και τα επεκτείνει. Αν τεθεί σε ισχύ, τα προνόμια που απολάμβαναν οι διεθνείς εταιρίες θα νομιμοποιηθούν και οι κυβερνήσεις θα έχουν δεμένα τα χέρια τους οριστικά. Η συμφωνία θα είναι δεσμευτική και μόνιμη: ακόμα και αν η κοινή γνώμη ή οι κυβερνήσεις αλλάξουν στάση, η συμφωνία θα μπορούσε να αλλάξει μόνο με την συγκατάθεση όλων των κρατών που την έχουν υπογράψει. Στην Ευρώπη θα μπορούσε να γίνει στα πρότυπα της Συνεργασίας των Χωρών του Ειρηνικού (Trans-Pacific Partnership - TPP), η οποία υιοθετήθηκε από 12 χώρες του Ειρηνικού και προωθήθηκε έντονα από τα πολιτειακά επιχειρηματικά συμφέροντα. Όλες αυτές οι συμφωνίες TTIP/TAFTA και ΤPP, θα μπορούσαν να σχηματίσουν μια οικονομική αυτοκρατορία ικανή να επιβάλει συνθήκες εκτός των συνόρων της: οποιαδήποτε χώρα επιδιώκει εμπορικές σχέσεις με τις ΗΠΑ ή την ΕΕ θα πρέπει να αποδεχθεί τους κανόνες βάσει των συγκεκριμένων συμφωνιών.
Οι διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία TTIP/TAFTA διεξάγονται κεκλεισμένων των θυρών. Οι πολιτειακές αντιπροσωπείες περιλαμβάνουν περισσότερους από 600 εμπορικούς συμβούλους οι οποίοι έχουν απεριόριστη πρόσβαση στα προπαρασκευαστικά έγγραφα και στους αντιπροσώπους της Αμερικανικής κυβέρνησης. Τα προσχέδια κείμενα δεν θα δημοσιευτούν και έχουν δοθεί οδηγίες ώστε το κοινό και ο τύπος να μείνουν στο σκοτάδι μέχρι την υπογραφή της τελικής συμφωνίας. Τότε θα είναι πολύ αργά για να αλλάξει.
Σε μια στιγμή ειλικρίνειας, ο πολιτειακός τέως υπουργός εμπορίου Ρον Κερκ δήλωσε: "Υπάρχει ένας πρακτικός λόγος [για τον οποίο] πρέπει να κρατήσουμε κάποιο μέτρο εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας". Η μυστικότητα ήταν απαραίτητη, είπε, επειδή την τελευταία φορά που ένα σχέδιο κειμένου μιας τέτοιας φιλόδοξης συμφωνίας απελευθερώθηκε, οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν. Αυτή ήταν μία αναφορά στη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Αμερικής (Free Trade Agreement of the Americas - FTAA), μια εκτεταμένη έκδοση της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής (North American Free Trade Agreement - NAFTA). Το σχέδιο, υπέρ του οποίου τάχθηκε η κυβέρνηση Μπους τζούνιορ, αναρτήθηκε στις κυβερνητικές ιστοσελίδες το 2001. Απαντώντας, η γερουσιαστής Ελίζαμπεθ Ουώρρεν υποστήριξε ότι δεν θα έπρεπε να υπογραφεί καμία συμφωνία που δεν θα μπορούσε να αντέξει τον δημόσιο έλεγχο.
Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί οι διαπραγματευτές των ΗΠΑ είναι πρόθυμοι να κρατήσουν μυστικές τις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία ΤΤΙΡ/TAFTA. Δεν έχουν καμία αγωνία να εξηγήσουν τις επιπτώσεις που θα έχει η συμφωνία σε κάθε επίπεδο της κυβέρνησης: ομοσπονδιακές, πολιτειακές και τοπικές αρχές θα είναι υποχρεωμένες να αναθεωρήσουν τις πολιτικές τους από πάνω προς τα κάτω, έτσι ώστε να ικανοποιήσουν τις ορέξεις του ιδιωτικού τομέα στους τομείς αυτούς, τους οποίους δεν ελέγχει ακόμα πλήρως. Η ασφάλεια των τροφίμων, τα όρια για τις χημικές και τοξικές ουσίες, οι τιμές στις υπηρεσίες υγείας και στα φάρμακα, η ελευθερία του διαδικτύου και η ιδιωτική ζωή των καταναλωτών, η ενέργεια και οι υπηρεσίες πολιτισμού, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα πνευματικά δικαιώματα, οι φυσικοί πόροι, οι επαγγελματικές άδειες, οι δημόσιες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, η μετανάστευση, ο κυβερνητικός εφοδιασμός: δεν υπάρχει ούτε ένας τομέας δημοσίου συμφέροντος που δεν θα υπόκειται στο θεσμοθετημένο ελεύθερο εμπόριο. Η συμμετοχή των πολιτικών εκπροσώπων θα περιοριστεί σε διαπραγμάτευση με τον ιδιωτικό τομέα για τα λίγα ψίχουλα της κυριαρχίας που είναι πρόθυμος να τους αφήσει.
Η υποχρέωση των χωρών που υπογράφουν "την εξασφάλιση της συμμόρφωσης των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών τους διαδικασιών" με αυτούς τους όρους, θα επιβληθεί με αυστηρότητα. Θα ήταν σίγουρα πρόθυμες να τιμήσουν τους όρους, δεδομένου ότι αν δεν το κάνουν θα έχουν να αντιμετωπίσουν νομικές προκλήσεις ενώπιον των δικαστηρίων που δημιουργήθηκαν ειδικά για τη διαιτησία μεταξύ επενδυτών και κρατών και έχουν την εξουσία να εγκρίνουν εμπορικές κυρώσεις κατά των τελευταίων.
Αυτό είναι σύμφωνο με τις άλλες εμπορικές συμφωνίες που ήδη ισχύουν. Πέρυσι, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (ΠΟΕ) καταδίκασε τις ΗΠΑ σχετικά με την παραβίαση των κανόνων του για τις ετικέττες στον τόνο και την ένδειξη για την χώρα προέλευσης του κρέατος, καθώς και για την απαγόρευση των τσιγάρων με γεύση καραμέλλας, καθώς αποφάνθηκε ότι αποτελούσαν εμπόδιο για το ελεύθερο εμπόριο. Ο ΠΟΕ καταδίκασε επίσης την ΕΕ να πληρώσει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε κυρώσεις για την απαγόρευση εισαγωγών γενετικά τροποποιημένων οργανισμών σε τρόφιμα. Οι συμφωνίες TTIP/TAFTA και TPP θα επιτρέψουν σε ξένες εταιρείες να επιτεθούν κατά οποιασδήποτε χώρας που έχει υπογράψει και η νομοθεσία της οποίας επηρέασε τα κέρδη τους.
Οι εταιρείες θα είναι σε θέση να απαιτήσουν αποζημίωση από χώρες των οποίων θεωρούν ότι η υγειονομική, οικονομική, περιβαλλοντική πολιτική ή άλλες διατάξεις δημοσίου συμφέροντος υπονομεύουν τα συμφέροντά τους και να φέρουν τις κυβερνήσεις ενώπιον ειδικών δικαστηρίων. Αυτά τα δικαστήρια, που οργανώθηκαν στο πλαίσιο των κανόνων της Παγκόσμιας Τράπεζας και των Ηνωμένων Εθνών, θα έχουν την εξουσία να διατάσσουν τους φορολογούμενους να πληρώνουν εκτεταμένη αποζημίωση βάσει μιας νομοθεσίας που θεωρεί ότι υπονομεύονται "τα αναμενόμενα μελλοντικά κέρδη» μιας εταιρείας.
Μια νέα συνθήκη που συζητιέται μυστικά μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ έχει φτιαχτεί με σκοπό να δώσει τις επιχειρήσεις ό,τι θέλουν: απορρύθμιση κάθε κοινωνικής, καταναλωτικής και περιβαλλοντικής προστασίας καθώς και αποζημίωση για οποιαδήποτε παραβίαση των υποτιθέμενων δικαιωμάτων τους.
Σκεφτείτε τι θα γινόταν αν οι ξένες εταιρείες μπορούσαν να μηνύσουν άμεσα τις κυβερνήσεις, απαιτώντας αποζημιώσεις για απώλειες κερδών λόγω αυστηρής εργασιακής και περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Μπορεί να ακούγεται παρατραβηγμένο, αλλά αυτή ήταν μια διάταξη που υπήρχε στην Πολυμερή Συμφωνία για τις Επενδύσεις (Multilateral Agreement on Investment - ΜΑΙ), μια σχεδιαζόμενη συνθήκη μέσω μυστικών διαπραγματεύσεων την χρονική περίοδο μεταξύ 1995 και 1997, από τις 29 χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ εκείνη την εποχή. Τα νέα γι' αυτή την συμφωνία βγήκαν έγκαιρα στην επιφάνεια και προκάλεσαν ένα πρωτόγνωρο κύμα διαδηλώσεων και εκτροχιασμού των διαπραγματεύσεων.
Σήμερα η ατζέντα έχει επιστρέψει. Από τον περασμένο Ιούλιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες διαπραγματεύονται για το Υπερατλαντικό Εμπόριο και Επενδυτική Συνεργασία (Transatlantic Trade and Investment Partnership - TTIP) ή την Συμφωνία για το Υπερατλαντικό Ελεύθερο Εμπόριο (Trans-Αtlantic Free Trade Agreement - TAFTA), μια άλλη έκδοση της συμφωνίας ΜΑΙ με βάση την οποία, η υπάρχουσα νομοθεσία στις δύο πλευρές του Ατλαντικού θα πρέπει να εναρμονίζεται στα πρότυπα που έχουν καθιερωθεί από και για τις μεγάλες πολιτειακές και ευρωπαϊκές εταιρίες, αλλιώς προβλέπονται εμπορικές κυρώσεις ή πληρωμές εκατομμυρίων δολαρίων ως αποζημίωση υπέρ των εταιρειών.
Οι διαπραγματεύσεις αναμένεται να διαρκέσουν άλλα δύο χρόνια. Η συμφωνία TTIP/TAFTA συνδυάζει τα πιο καταστροφικά στοιχεία των προηγούμενων συμφωνιών και τα επεκτείνει. Αν τεθεί σε ισχύ, τα προνόμια που απολάμβαναν οι διεθνείς εταιρίες θα νομιμοποιηθούν και οι κυβερνήσεις θα έχουν δεμένα τα χέρια τους οριστικά. Η συμφωνία θα είναι δεσμευτική και μόνιμη: ακόμα και αν η κοινή γνώμη ή οι κυβερνήσεις αλλάξουν στάση, η συμφωνία θα μπορούσε να αλλάξει μόνο με την συγκατάθεση όλων των κρατών που την έχουν υπογράψει. Στην Ευρώπη θα μπορούσε να γίνει στα πρότυπα της Συνεργασίας των Χωρών του Ειρηνικού (Trans-Pacific Partnership - TPP), η οποία υιοθετήθηκε από 12 χώρες του Ειρηνικού και προωθήθηκε έντονα από τα πολιτειακά επιχειρηματικά συμφέροντα. Όλες αυτές οι συμφωνίες TTIP/TAFTA και ΤPP, θα μπορούσαν να σχηματίσουν μια οικονομική αυτοκρατορία ικανή να επιβάλει συνθήκες εκτός των συνόρων της: οποιαδήποτε χώρα επιδιώκει εμπορικές σχέσεις με τις ΗΠΑ ή την ΕΕ θα πρέπει να αποδεχθεί τους κανόνες βάσει των συγκεκριμένων συμφωνιών.
Οι διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία TTIP/TAFTA διεξάγονται κεκλεισμένων των θυρών. Οι πολιτειακές αντιπροσωπείες περιλαμβάνουν περισσότερους από 600 εμπορικούς συμβούλους οι οποίοι έχουν απεριόριστη πρόσβαση στα προπαρασκευαστικά έγγραφα και στους αντιπροσώπους της Αμερικανικής κυβέρνησης. Τα προσχέδια κείμενα δεν θα δημοσιευτούν και έχουν δοθεί οδηγίες ώστε το κοινό και ο τύπος να μείνουν στο σκοτάδι μέχρι την υπογραφή της τελικής συμφωνίας. Τότε θα είναι πολύ αργά για να αλλάξει.
"Κάποιο μέτρο εχεμύθειας"
Σε μια στιγμή ειλικρίνειας, ο πολιτειακός τέως υπουργός εμπορίου Ρον Κερκ δήλωσε: "Υπάρχει ένας πρακτικός λόγος [για τον οποίο] πρέπει να κρατήσουμε κάποιο μέτρο εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας". Η μυστικότητα ήταν απαραίτητη, είπε, επειδή την τελευταία φορά που ένα σχέδιο κειμένου μιας τέτοιας φιλόδοξης συμφωνίας απελευθερώθηκε, οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν. Αυτή ήταν μία αναφορά στη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Αμερικής (Free Trade Agreement of the Americas - FTAA), μια εκτεταμένη έκδοση της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής (North American Free Trade Agreement - NAFTA). Το σχέδιο, υπέρ του οποίου τάχθηκε η κυβέρνηση Μπους τζούνιορ, αναρτήθηκε στις κυβερνητικές ιστοσελίδες το 2001. Απαντώντας, η γερουσιαστής Ελίζαμπεθ Ουώρρεν υποστήριξε ότι δεν θα έπρεπε να υπογραφεί καμία συμφωνία που δεν θα μπορούσε να αντέξει τον δημόσιο έλεγχο.
Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί οι διαπραγματευτές των ΗΠΑ είναι πρόθυμοι να κρατήσουν μυστικές τις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία ΤΤΙΡ/TAFTA. Δεν έχουν καμία αγωνία να εξηγήσουν τις επιπτώσεις που θα έχει η συμφωνία σε κάθε επίπεδο της κυβέρνησης: ομοσπονδιακές, πολιτειακές και τοπικές αρχές θα είναι υποχρεωμένες να αναθεωρήσουν τις πολιτικές τους από πάνω προς τα κάτω, έτσι ώστε να ικανοποιήσουν τις ορέξεις του ιδιωτικού τομέα στους τομείς αυτούς, τους οποίους δεν ελέγχει ακόμα πλήρως. Η ασφάλεια των τροφίμων, τα όρια για τις χημικές και τοξικές ουσίες, οι τιμές στις υπηρεσίες υγείας και στα φάρμακα, η ελευθερία του διαδικτύου και η ιδιωτική ζωή των καταναλωτών, η ενέργεια και οι υπηρεσίες πολιτισμού, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα πνευματικά δικαιώματα, οι φυσικοί πόροι, οι επαγγελματικές άδειες, οι δημόσιες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, η μετανάστευση, ο κυβερνητικός εφοδιασμός: δεν υπάρχει ούτε ένας τομέας δημοσίου συμφέροντος που δεν θα υπόκειται στο θεσμοθετημένο ελεύθερο εμπόριο. Η συμμετοχή των πολιτικών εκπροσώπων θα περιοριστεί σε διαπραγμάτευση με τον ιδιωτικό τομέα για τα λίγα ψίχουλα της κυριαρχίας που είναι πρόθυμος να τους αφήσει.
Η υποχρέωση των χωρών που υπογράφουν "την εξασφάλιση της συμμόρφωσης των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών τους διαδικασιών" με αυτούς τους όρους, θα επιβληθεί με αυστηρότητα. Θα ήταν σίγουρα πρόθυμες να τιμήσουν τους όρους, δεδομένου ότι αν δεν το κάνουν θα έχουν να αντιμετωπίσουν νομικές προκλήσεις ενώπιον των δικαστηρίων που δημιουργήθηκαν ειδικά για τη διαιτησία μεταξύ επενδυτών και κρατών και έχουν την εξουσία να εγκρίνουν εμπορικές κυρώσεις κατά των τελευταίων.
Αυτό είναι σύμφωνο με τις άλλες εμπορικές συμφωνίες που ήδη ισχύουν. Πέρυσι, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (ΠΟΕ) καταδίκασε τις ΗΠΑ σχετικά με την παραβίαση των κανόνων του για τις ετικέττες στον τόνο και την ένδειξη για την χώρα προέλευσης του κρέατος, καθώς και για την απαγόρευση των τσιγάρων με γεύση καραμέλλας, καθώς αποφάνθηκε ότι αποτελούσαν εμπόδιο για το ελεύθερο εμπόριο. Ο ΠΟΕ καταδίκασε επίσης την ΕΕ να πληρώσει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε κυρώσεις για την απαγόρευση εισαγωγών γενετικά τροποποιημένων οργανισμών σε τρόφιμα. Οι συμφωνίες TTIP/TAFTA και TPP θα επιτρέψουν σε ξένες εταιρείες να επιτεθούν κατά οποιασδήποτε χώρας που έχει υπογράψει και η νομοθεσία της οποίας επηρέασε τα κέρδη τους.
Οι εταιρείες θα είναι σε θέση να απαιτήσουν αποζημίωση από χώρες των οποίων θεωρούν ότι η υγειονομική, οικονομική, περιβαλλοντική πολιτική ή άλλες διατάξεις δημοσίου συμφέροντος υπονομεύουν τα συμφέροντά τους και να φέρουν τις κυβερνήσεις ενώπιον ειδικών δικαστηρίων. Αυτά τα δικαστήρια, που οργανώθηκαν στο πλαίσιο των κανόνων της Παγκόσμιας Τράπεζας και των Ηνωμένων Εθνών, θα έχουν την εξουσία να διατάσσουν τους φορολογούμενους να πληρώνουν εκτεταμένη αποζημίωση βάσει μιας νομοθεσίας που θεωρεί ότι υπονομεύονται "τα αναμενόμενα μελλοντικά κέρδη» μιας εταιρείας.