Γράφει ο Πάνος Αλεπλιώτης // 

Είμαστε πενήντα ή εκατό χρόνια πίσω από τις προηγμένες χώρες. Πρέπει να διανύσουμε αυτή την απόσταση σε δέκα χρόνια. Ή θα το κάνουμε, ή αυτοί θα μας συντρίψουν…
– Ιωσήφ Στάλιν, 1931 [12]

Η σειρά των αναρτήσεων που βασίζονται σε ιστορικές αναδρομές και έρευνες στοιχείων, φιλοδοξούν να φωτίσουν με λεπτομέρεια την κατάσταση που επικρατούσε στην Σοβιετική Ένωση εκείνη την εποχή. Ιδιαίτερα στην οργάνωση της αγροτικής παραγωγής, τα στοιχεία της φύσης και τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, τον ρόλο των κουλάκων, τον ρόλο της μαύρης προπαγάνδας των φασιστών και της ηγεσίας των Ναζί καθώς και την μεγαλειώδη προσπάθεια της Σοβιετικής κυβέρνησης να σώσει την παραγωγή και τους ανθρώπους μέσα από την κολλεκτιβοποίηση και την εκβιομηχάνιση.

Στην περίοδο 1932-1933 ένας καταστροφικός λιμός παρουσιάστηκε σε όλη τη Σοβιετική Ένωση, αλλά ιδιαίτερα στις περιοχές του Καζακστάν, στην Ουκρανία, στην περιοχή του κάτω Βόλγα και στον Βόρειο Καύκασο.


Ο καταστροφικός λιμός έχει χρησιμοποιηθεί σαν συκοφαντία, σαν μια σκόπιμη γενοκτονία που πραγματοποιήθηκε εναντίον των Ουκρανών από τη Σοβιετική κυβέρνηση. Έγινε η προσπάθεια να παρουσιαστεί η πείνα σαν ένα ακόμη Ολοκαύτωμα (Holocaust) με την παρόμοια ονομασία «Holodomor» (πείνα-γενοκτονία), προσπάθεια που συνεχίζεται ακόμη και χρεώνεται από την μαύρη προπαγάνδα σαν ένα από τα εγκλήματα του Στάλιν.

Οι λιμοί ήταν ένα συχνό φαινόμενο στην Ρωσική αυτοκρατορία και πριν την κολεκτιβοποίηση της Σοβιετικής Ένωσης και ο λιμός 1932-33 ήταν ο τελευταίος λιμός στη ρωσική ιστορία, εκτός από την πείνα την περίοδο του παγκοσμίου πολέμου και την πείνα του 1946-1947, μετά την καταστροφή, που έχει σχέση με την καταστροφική επίθεση των Ναζί.

Κατά την διάρκεια 1000 ετών πριν το 1917 η Ρωσία βίωσε τουλάχιστον 433 χρόνια λιμού. Το 1092 ο λιμός σκότωσε το 15% του πληθυσμού του Κιέβου. Λιμοί χτύπησαν και το 1872, 1891, 1905 και 1911. Οι αντικομουνιστές ήθελαν να παρουσιάσουν ότι η πείνα άρχισε με την κολλεκτιβοποίηση και προσποιούνται σαν να μην υπήρχε καμία πείνα κατά τη διάρκεια της ΝΕΠ αγνοώντας το 1924,1927 και 1928. Στην πραγματικότητα, ισχύει το αντίθετο. Αντίθετα οι λιμοί έληξαν όταν άρχισε να ισχύει η κολλεκτιβοποίηση σε μεγάλη κλίμακα.

Είναι σημαντικό να καταλάβουμε το υπόβαθρο και την ιστορία των προηγούμενων ετών. Μετά την επανάσταση και το πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, τα νέα επαναστατικά σοβιετικά κράτη της πρώην Ρωσικής Αυτοκρατορίας βρισκόταν τώρα κάτω από επίθεση με εμφύλιο πόλεμο και ξένη εισβολή.

Παρά το γεγονός ότι ο κόκκινος στρατός ήταν σε θέση να νικήσει τελικά αυτές οι δυνάμεις, αυτή η περίοδο έφερε τεράστια καταστροφή στη νεοσυσταθείσα Σοβιετική Ένωση. Το 1921 η Νέα Οικονομική Πολιτική, ΝΕΠ, εισήχθη για να επιτραπεί μια σταθερή ανάκαμψη από τον πόλεμο και την καταστροφή που υπέστη ο λαός από το 1914.

Η πολιτική ήταν τότε σε βασικούς όρους μια μορφή συνύπαρξης του καπιταλισμού με τον σοσιαλισμό.

Σε αυτή την περίοδο η χώρα υπέστη πολλαπλούς λιμούς, όπως ο λιμός του Βόλγα το 1921, που προκλήθηκε από τις αποτυχίες των καλλιεργειών από την ξηρασία καθώς και μαζικές παρασιτώσεις από ακρίδες, τρωκτικά και ασθένειες των φυτών. Αυτός ο λιμός ερευνήθηκε από τον Νορβηγό εξερευνητή Fridtjof Nansen, που ήταν επικεφαλής Επιτροπής Αποκατάστασης και πήρε πολλές φωτογραφίες των θυμάτων από ασιτία.

Στις αρχές του 1924 η χώρα χτυπήθηκε από μια άλλη σοβαρή ξηρασία και, παρά τις μεγαλύτερες συγκομιδές στα 1925 και το 1926, ο Στάλιν παραδέχθηκε το 1927 ότι η χώρα δεν είχε αναρρώσει πλήρως από τον λιμό του 1924. Τον Ιουλίο του 1925 όταν το υδροηλεκτρικό φράγμα στον ποταμό Δνείπερο ήταν υπό εξέταση, ο Στάλιν ήταν επιφυλακτικός για την προτεραιότητα κατασκευής και τόνιζε την ανάγκη να διευρυνθεί η κατασκευή εργοστασίων για την παραγωγή γεωργικών μηχανημάτων.

Η κατάσταση στην ύπαιθρο κατά την εποχή της NEΠ παρουσίαζε αύξηση της επιρροής και κυριαρχίας των κουλάκων που ουσιαστικά ήταν μεγαλοαγρότες, φιλάργηροι καπιταλιστές, που εκμεταλλευόταν τη σκληρή κατάσταση των φτωχών και μεσαίων αγροτών για να πλουτίζουν.

Ο κουλάκος είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα φιγούρα στην αγροτική Ρωσία… Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται από αυτούς τους τοκογλύφους και καταπιεστές σε βάρος του αγρότη δεν είναι από τις πιο καθαρές… Στη ρωσική λογοτεχνία αυτός έχει ονομαστεί σαν «ο άρπαγας του χωριού», και έχει περιγραφεί με όλα τα είδη των διαβολικών ιδιοτήτων του ,γράφει ο Schierband von Wolf στο έργο του «Ρωσία, δύναμη και αδυναμίες της» το 1904.

Οι κουλάκοι κατείχαν μεγάλες εκτάσεις γης, και προσλάμβαναν φτωχούς χωρικούς, οι οποίοι κατείχαν λίγα ή καθόλου κτήματα, για να εργαστούν στα χωράφια τους. Οι κουλάκοι, που είχαν συσσωρεύσει περισσότερα χρήματα και κατείχαν πλούτο, μπορούσαν να αγοράζουν αγροτικό εξοπλισμό και να τον νοικιάζουν στους φτωχούς πλουτίζοντας οι ίδιοι ακόμη περισσότερο και ενισχύσοντας την εξάρτηση των αγροτών από αυτούς. Συν τοις άλλοις οι κουλάκοι ήταν σε θέση να κερδίσουν χρήματα μέσω της κερδοσκοπίας χρησιμοποιώντας τον λιμό σαν πλεονέκτημα, διογκώνοντας τις τιμές των σιτηρών και της παραγωγής τους, πουλώντας σε πολύ υψηλότερες τιμές στους πεινασμένους και απελπισμένους ανθρώπους, βάζοντας και τον πληθυσμό των πόλεων σε απελπιστική κατάσταση.

Το 1927, μετά την αυθόρμητη εξέλιξη της ελεύθερης αγοράς, 7% των αγροτών, δηλαδή 2.700.000 χωρικοί, ήταν και πάλι χωρίς γη. Κάθε χρόνο, 250.000 φτωχοί αγρότες έχαναν τη γη τους. Επιπλέον, οι χωρίς δική τους γη, δεν γινόταν αποδεκτοί πλέον για την κοινότητα του παραδοσιακού χωριού. Το 1927, υπήρχαν ακόμη 27 εκατομμύρια αγροτών που δεν είχε ούτε άλογο ούτε κάρο. Αυτοί οι φτωχοί αγρότες αποτελούσαν το 35% του αγροτικού πληθυσμού.

Η μεγάλη πλειοψηφία 51 έως 53% αποτελούνταν από μεσαίους αγρότες. Αλλά εξακολουθούσαν να εργάζονται με πρωτόγονα μέσα. Το 1929, 60% των οικογενειών στην Ουκρανία δεν είχε καμία μορφή μηχανημάτων! Οι υπόλοιπες περιοχές που παράγουν σιτηρά ήταν στην ίδια και χειρότερη κατάσταση. 71% από τις οικογένειες στο βόρειο Καύκασο, 87,5% στον κάτω Βόλγα και 92,5% στην Κεντρική Περιφέρεια Μαύρη-Γη στερούνταν μηχανήματα.

Σε όλη τη Σοβιετική Ένωση, μεταξύ 5 και 7% των αγροτών κατάφερε να πλουτίζει: αυτοί ήταν οι κουλάκοι. [8]

Το 1927 νεα ξηρασία έπληξε τον Βόλγα, την Ουκρανία, και άλλες περιοχές και μείωσε την παραγωγή σιτηρών κάτω από το όριο διαβίωσης σε πολλές περιοχές.

Το 1927-1929 η χώρα βιώνει ένα ακόμη λιμό. Κατά τη διάρκεια αυτού του λιμού η Σοβιετική κυβέρνηση της Ουκρανίας καθιέρωσε μια Επιτροπή Αποκατάστασης για τον Λιμό που ονομάζόταν Uriadkom. Σκοπός της ήταν η κατανομή βοήθειας, σε τρόφιμα και γεωργικά μηχανήματα. Η Ουκρανία πήρε την μεγαλύτερη ενίσχυση από ό, τι στάλθηκε σε άλλα μέρη της ΕΣΣΔ.

Σύμφωνα με μια έκθεση της Uriadkom στις 13 Αυγούστου του 1928, 85.2% από τις χειμερινές καλλιέργειες απέτυχαν στις περιοχές στέπας της Ουκρανίας το χειμώνα και την άνοιξη του 1928. Σαυτές τις περιοχές είχε φυτευτεί μόνο οι μισές από τις εκτάσεις για τις χειμερινές καλλιέργειες που συνήθως είχαν υψηλές και σταθερές συγκομιδές. 

Οι αγρότες της περιοχής ξαναέσπειραν τις αποτυχημένες περιοχές με εαρινές καλλιέργειες, αλλά αυτή η παρατεταμένη σχεδόν ένα μήνα, άνοιξιάτικη σπορά της στέπας, και η κακή συγκομιδή στην περιοχή το 1927 άφησε τους αγρότες με ανεπαρκή σπόρο. Και οι δύο από αυτούς τους παράγοντες δημιούργησαν μειωμένη απόδοση. Η άνοιξη του 1928 ήρθε αργά είχε χαμηλές θερμοκρασίες και ξηρασία, θύελλες σκόνης φύσηξαν το χώμα μακριά και σε πολλές περιπτώσεις, ήταν απαραίτητο να επαναληφθεί η σπορά. Τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, συνεχίστηκε η ξηρασία και σε συνδιασμό με την αύξηση της θερμοκρασίας έβλαψαν τις όψιμα σπαρμένες εαρινές καλλιέργειες και οι ραγδαίες βροχές του Αυγούστου δεν βελτίωσαν την κατάσταση. «Tauger B. «Κρίση σιτηρών ή λιμός;»

Αυτό το θέμα ευπάθειας σε φυσικές καταστροφές, σε σύγκριση με την Δύση θεωρήθηκε ως ένα σημάδι της γεωργικής καθυστέρησης των Σοβιετικών ηγετών. Ο λιμός ήταν ένα σημαντικό επιχείρημα ότι έπρεπε να αλλάξει ο τρόπος στην γεωργία.