Για άλλη μια φορά σκάνδαλα ή σκευωρίες, εξαρτάται η οπτική
θέασης, στο προσκήνιο. Ηχητικά ντοκουμέντα με συνομιλίες υπουργού της πρώην
κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με ελληνοϊσραηλινό επιχειρηματία για εξυπηρετήσεις, αναφορά
υπουργών νυν και πρώην σε έγγραφα του FBI σχετικά
με χρηματοδοτήσεις από τη NOVARTIS,
χρηματοδοτήσεις της κυβέρνησης σε μέσα ενημέρωσης με άδηλα κριτήρια και ποσά.
Και για
άλλη μια φορά επικέντρωση του ενδιαφέροντος στην ανησυχία για τη διαφθορά,
καθώς ένας τεράστιος αριθμός πολιτικών και επιχειρηματιών εμπλέκονται σε
παράνομες πράξεις. Παρά τη μακρά ιστορία της, δεν υπάρχει κανένας ενιαία κοινώς
αποδεκτός ορισμός της διαφθοράς. Σε μια ευρεία ερμηνεία η διαφθορά θεωρείται
πως συνίσταται στην αποκόμιση οφέλους από την εξουσία έναντι των άλλων με ηθικά
απαράδεκτους τρόπους. Και επιμένουμε στην καταδίκη για τη διαφθορά, ένα είδος κοινωνικού
καρκίνου, σταματώντας εδώ, με τα ηθικά κριτήρια να διαφοροποιούνται, χωρίς να
κατανοούμε λογικά το πρόβλημα και να αναζητήσουμε τις ρίζες του. Δεν συνδέουμε
την ανάπτυξη της διαφθοράς με το οικονομικό σύστημα που την εκτρέφει, τον
καπιταλισμό, ο οποίος έχει μετατρέψει την απόκτηση του χρήματος σε αληθινό θεό
του. Όλα επιτρέπονται για την απόκτησή του και μάλιστα γίνεται αντικείμενο
θαυμασμού η συσσώρευση πλούτου, αφού τα αγαθά στην καπιταλιστική κοινωνία
παράγονται για να αποκομίσουν κέρδος πρωτίστως και όχι για να ικανοποιήσουν
ανθρώπινες ανάγκες. Γι’ αυτό και δεν είναι ασυνήθιστο για μια εταιρεία να
παραβεί ένα συγκεκριμένο νόμο, ακόμα και μερικές φορές με πλήρη γνώση πως η
παραβίαση αυτή θα αποκαλυφθεί, από τη στιγμή που η εταιρεία υπολογίζει πως το
κόστος του προστίμου που θα καταβάλλει θα αντιπροσωπεύει κλάσμα του κέρδους που
θα έχει από την παραβίαση του ίδιου του νόμου. Βέβαια, ο κυρίαρχος λόγος δεν
σταματά να υποστηρίζει πως αυτό που επιδιώκεται είναι η επίτευξη της
αποδοτικότητας των επιχειρήσεων με την τήρηση των αρχών του θεμιτού
ανταγωνισμού, ενεργώντας με νόμους και κανονισμούς και εξασφαλίζοντας τη
διαφάνεια των δραστηριοτήτων τους.
Η δίωξη την NOVARTIS στις ΗΠΑ έληξε με την καταβολή
προστίμου. Για να επιβεβαιωθεί η διάχυτη αντίληψη πως όταν οι παρανομούντες
ανήκουν στην κυρίαρχη τάξη μπορεί να λειτουργούν χωρίς να αποκαλύπτονται κι
όταν παρ΄ ελπίδα ανακαλυφτούν, περισσότερο εξαιτίας ανταγωνισμών, σπάνια διώκονται, κι όταν διώκονται δεν
μπορούν να καταδικαστούν. Μια καπιταλιστική οικονομία απαλλαγμένη από τη
διαφθορά μοιάζει να μην είναι εφικτή, αφού
αυτό που είναι καλό για τις επιχειρήσεις είναι σωστό ακόμα κι αν είναι
λάθος για την κοινωνία.
Βέβαια,
συμφωνείται πως η διαφθορά είναι δυσμενής για τη δημόσια διοίκηση, υπονομεύει
τη δημοκρατία, υποβαθμίζει τους ηθικούς ιστούς της κοινωνίας και παραβιάζει τα
ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ επηρεάζει δυσανάλογα τα ευάλωτα τμήματα της
κοινωνίας, ενισχύοντας τη διάκριση, αποκλεισμό και αυθαιρεσία. Κι εδώ ακριβώς
έχουμε το ψέμα στην καρδιά του παγκόσμιου καπιταλισμού. Οι πολιτικοί, οι
επιχειρηματίες οι παγκόσμιοι γραφειοκράτες ισχυρίζονται ότι πιστεύουν σε
ελεύθερες ανταγωνιστικές αγορές με κανόνες, την ίδια στιγμή που έχουν κατασκευάσει και υποστηρίζουν το πιο
αθέμιτο σύστημα αγοράς ποτέ, που στηρίζεται στην εκμετάλλευση της εργατικής
δύναμης.
Όσο στη
χώρα μας μετά τη λήξη της καραντίνας ο φόβος για καταστροφικές οικονομικές
συνέπειες μεγεθύνεται, κατ’ αναλογία μεγεθύνεται και ο λόγος περί διαφθοράς.
Σχεδόν καθημερινά τα μέσα μαζικής
ενημέρωσης αναφέρουν πολιτική διαφθορά και βέβαια όλη αυτή συζήτηση και οι
καταγγελίες περί διαφθοράς ελάχιστα
στοχεύει στην πραγματικότητα ούτε καν σ’ αυτό που θεωρείται συχνά σαν διαφθορά.
Εξάλλου τις περισσότερες φορές αυτό που ενδιαφέρει είναι αποκλίσεις από την αρχή
της αμεροληψίας στην εφαρμογή και την επιβολή πολιτικών και νόμων από δημόσιους
υπαλλήλους, όπως αστυνομικούς ή φορολογικούς φορείς, λόγω δωροδοκίας ή άλλων
παραγόντων, που αφορά την εφαρμογή νόμων και πολιτικών και όχι τη δημιουργία
τους. Ελάχιστα επικεντρώνεται στην πολιτική διαφθορά που έχει να κάνει με τη
συμμετοχή ιδιωτικών φορέων στη διαδικασία χάραξης πολιτικής, για …νόμιμη
εξυπηρέτηση συμφερόντων τους, ακόμα και εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Είναι
γιατί οι φορείς χάραξης πολιτικής έχουν
πολύ λίγους, αν υπάρχουν, περιορισμούς όσον αφορά το περιεχόμενο της
νομοθεσίας. Για τους υπεύθυνους για τη χάραξη πολιτικής, είναι
γενικά επιτρεπτό οτιδήποτε πέρα από την άμεση δωροδοκία. Η εστίαση λοιπόν απλώς
στην εφαρμογή της νομοθεσίας μετατοπίζει κάθε σοβαρή προσπάθεια αντιμετώπισης
του ζητήματος της πολιτικής διαφθοράς, δημιουργώντας την αντίληψη πως αστικό
κράτος και επιχειρήσεις μπορεί να είναι καθαρά και άθικτα από τη διαφθορά. Κι
έτσι μένει στο ημίφως η σύγκρουση μεταξύ ιδιωτικών κεφαλαίων ή μεταξύ διακρατικών και εγχώριων τμημάτων
κεφαλαίου για πολιτική κυριαρχία και η εκμετάλλευση απ’ όλους αυτούς της εργατικής
δύναμης για την κερδοφορία τους.
Η ώθηση για διαφάνεια και οι διάφορες εθνικές στρατηγικές
και μεταρρυθμίσεις για πάταξη της διαφθοράς
συμβάλλουν στην επέκταση και εδραίωση της αντίληψης για ουδετερότητα του
αστικού κράτους. Έτσι που να παραβλέπεται πως το καπιταλιστικό κράτος είναι
μέσο για κυριαρχία επί των εργαζομένων και των καταπιεσμένων μέσω νόμων, δικαστηρίων,
δικαστών, εκλεγμένων αξιωματούχων και του στρατού. Ο υπουργός λοιπόν Ανάπτυξης
Α. Γεωργιάδης όταν δηλώνει πως πρέπει να φυλακιστεί για κατάχρηση εξουσίας η
εισαγγελέας Ε. Τουλουπάκη για την δίωξη που άσκησε εναντίον του Α. Λοβέρδου για
την υπόθεση Novartis, επειδή παραβίασε το Σύνταγμα, μέσα στον υπερβάλλοντα ζήλο
του στο ρόλο του επιστάτη της αστικής
εξουσίας, αποκαλύπτει την αυταπάτη για τη διάκριση των εξουσιών, αλλά και τις συγκρούσεις
μεταξύ ομάδων καπιταλιστών για τον έλεγχο του κρατικού μηχανισμού που θα τους εξασφαλίσει
κέρδη.
Όταν όλη η αστική πολιτική αποτελείται από συγκρούσεις
συμφερόντων, ο μόνος τρόπος να διατηρηθεί η μυθοπλασία για κάποιο καθολικό
δημόσιο συμφέρον είναι με τη
διαφοροποίηση μεταξύ φυσιολογικών και παθολογικών παρουσιών των ιδιωτικών συμφερόντων
στην πολιτική ζωή, χωρίς η παντοδυναμία των ιδιωτικών συμφερόντων στο δημόσιο να
μπορεί να θεωρηθεί ως διαφθορά. Κι έτσι μόνο μερικές μορφές αυτού του είδους
θεωρούνται διαφθορά και, κατά συνέπεια, οι περισσότερες παρουσίες του ιδιωτικού
εντός του δημοσίου θεωρούνται
φυσιολογικές. Γι’ αυτό και η υπόσχεση για τερματισμό της διαφθοράς του καπιταλισμού
είναι ένας ανέφικτος αλλά παραγωγικός στόχος κάθε μεταρρύθμισης που εφησυχάζει
και αποπροσανατολίζει από τη ρίζα του προβλήματος, που είναι ο ίδιος ο
καπιταλισμός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου