Σύμφωνα με τη γερμανική υπηρεσία Τύπου (DPA), η Τουρκία ήταν ο κύριος εισαγωγέας όπλων από τη Γερμανία το 2019, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Τους πρώτους οκτώ μήνες αγόρασε οπλικά συστήματα ύψους 242,8 εκατ. ευρώ (οι συνολικές εξαγωγές της γερμανικής πολεμικής βιομηχανίας ήταν το ίδιο διάστημα 832 εκατ. ευρώ). Οι πωλήσεις προς την Τουρκία αφορούν διάφορα είδη όπλων, ανάμεσά τους και τα έξι υποβρύχια τύπου «214» που κατασκευάζονται σήμερα στην Τουρκία, σε συνεργασία με τη γερμανική «Thyssenkrupp Marine Systems», ύστερα από συμφωνία το 2019. Αλλες τέτοιες συνεργασίες είναι η συμπαραγωγή των αρμάτων «Leopard», αλλά και του αντιαεροπορικού συστήματος «Korkut» (τύπου «Rheinmetall»), ενώ γερμανικής κατασκευής είναι και οι κινητήρες των πολεμικών πλοίων που ναυπηγεί η Τουρκία στο πλαίσιο του προγράμματος «MILGEM». Είναι φανερό ότι η γερμανική πολεμική βιομηχανία έχει πιάσει «πρώτο τραπέζι πίστα» στα εξοπλιστικά προγράμματα των τουρκικών κυβερνήσεων, εξασφαλίζοντας κέρδη πολλών δισ. ευρώ, με το γερμανικό ΥΠΕΞ να ισχυρίζεται ότι η Γερμανία ακολουθεί «μια περιοριστική και υπεύθυνη πολιτική εξαγωγής όπλων». Τα στοιχεία αυτά είναι ενδεικτικά των ανταγωνισμών που κρύβονται πίσω από τη συζήτηση για την επιβολή εμπάργκο όπλων της ΕΕ στην Τουρκία, για τις προκλήσεις της σε Ανατ. Μεσόγειο και Κύπρο. Φανερώνει όμως και την υποκρισία της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία «θυμήθηκε» ξαφνικά ότι ο εξοπλισμός της Τουρκίας από τα ευρωπαϊκά μονοπώλια «υπονομεύει την ασφάλεια και τα σύνορα της ΕΕ», συνεχίζοντας προκλητικά να παρουσιάζει ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ ως τους «εγγυητές» τάχα των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Αλλά και η οικονομική διάσταση των σχέσεων Τουρκίας - ΕΕ είναι επίσης αποκαλυπτική. Ορισμένα στοιχεία: Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων έχει χρηματοδοτήσει 248 πρότζεκτ αξίας 28 δισ. ευρώ από το 2002 έως το 2018 στην Τουρκία, ενώ το ίδιο διάστημα, το 70% των ξένων άμεσων επενδύσεων (FDI) της Τουρκίας προήλθε από χώρες της ΕΕ, με κεφάλαια που ξεπέρασαν τα 94 δισ. ευρώ. Την πρώτη θέση κατείχε η Ολλανδία, με 15,7%, ενώ ακολουθούν με 7,7% οι ΗΠΑ. Μ. Βρετανία, Λουξεμβούργο, Ισπανία και Γερμανία βρίσκονται περίπου στο 6%, καταλαμβάνοντας τις θέσεις 4-7, ενώ η Γαλλία απουσιάζει εντελώς από τη λίστα των πρώτων 12 χωρών. Αυτά είναι λοιπόν τα «ζωτικά συμφέροντα» που δένουν με χίλιους κόμπους τις αστικές τάξεις ευρωπαϊκών κρατών με την τουρκική και διαμορφώνουν τη στάση κάθε κράτους - μέλους απέναντι στην Τουρκία. Η ελληνική κυβέρνηση, επομένως, και τα άλλα κόμματα του ευρωατλαντικού τόξου είναι εκτεθειμένα για τα παραμύθια που πουλάνε στο λαό, ότι μέσα απ' αυτές τις συμμαχίες της αστικής τάξης θα προέλθει λύση για τα δικά του συμφέροντα στα Ελληνοτουρκικά.
Το γνωστό «αναποδογύρισμα ρόλων» μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ έγινε ξανά στη συζήτηση της πρότασης μομφής για τον υπουργό Οικονομικών. Οπως είπε χαρακτηριστικά ο Χρ. Σταϊκούρας, απευθυνόμενος στον ΣΥΡΙΖΑ, οι μεταξύ τους διαφορές φαίνονται «στις διαρθρωτικές αλλαγές». Και εξήγησε: «Εσείς δεσμευόσαστε να τις υλοποιήσετε και τις τορπιλίζατε», με συνέπειες στην οικονομία, ενώ «εμείς τις πιστεύουμε, τις υλοποιούμε για να πετύχουμε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και μεγέθυνσης». Εφερε μάλιστα σαν παράδειγμα το ζήτημα των πλειστηριασμών, για τους οποίους χρέωσε στην προηγούμενη κυβέρνηση «παλινωδίες, ανικανότητα και ιδεοληψίες». Βέβαια, τίποτα απ' αυτά δεν εμπόδισε τον ΣΥΡΙΖΑ να νομοθετήσει και να εφαρμόσει τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, να καθιερώσει το «ιδιώνυμο» για όσους υπερασπίζονται τη λαϊκή κατοικία, να ελαχιστοποιήσει τα κριτήρια της προστασίας για τα πιο φτωχά λαϊκά νοικοκυριά, κερδίζοντας δίκαια την «αναγνώριση» από τράπεζες και άλλα κοράκια. Αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ παίζει την ίδια «κασέτα» από την ανάποδη, καταλογίζοντας για παράδειγμα στην κυβέρνηση ότι παίρνει κάποια μέτρα κρατικής ενίσχυσης των επιχειρηματικών ομίλων, για να διαχειριστούν την κρίση, αλλά αυτά δεν είναι αρκετά, γιατί με τις «νεοφιλελεύθερες εμμονές» της «δεν πιστεύει» στα κεϊνσιανά «γιατροσόφια». 'Η της χρεώνει «ασυνέπεια» στη στάση της απέναντι στη ΝΑΤΟική Συμφωνία των Πρεσπών. Το παιχνίδι αυτό είναι αποκαλυπτικό για τις «αγεφύρωτες» τάχα διαφορές μεταξύ «φιλελεύθερων» και σοσιαλδημοκρατικών συνταγών διαχείρισης, που ανάλογα με τις ανάγκες του κεφαλαίου προσαρμόζονται στην αστική πολιτική, αφήνοντας όλα τα υπόλοιπα στη σφαίρα... της πίστης. Και οι δύο εξάλλου ζητάνε από το λαό να «πιστεύει και να μην ερευνά» πως μπορεί τάχα να δει άσπρη μέρα, με μια άλλη διαχείριση του σάπιου συστήματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου