ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΦΤΩΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΕ
Ενδεικτική είναι νέα μελέτη που δημοσιοποιήθηκε πριν από μερικές μέρες1 και στην οποία υπολογίζεται ότι ο αριθμός των Ευρωπαίων πολιτών που ζουν υπό καθεστώς ενεργειακής φτώχειας φτάνει τα 30 εκατομμύρια. Η μελέτη αφορούσε στοιχεία του 2019 και όπως σημειώνουν οι συντάκτες της, υπό συνθήκες γενικού lockdown εξαιτίας της πανδημίας η ενεργειακή φτώχεια είναι βέβαιο ότι έχει ενισχυθεί περαιτέρω τους μήνες που ακολούθησαν. Το πρόβλημα φαίνεται πως παίρνει ιδιαίτερα μεγάλες διαστάσεις κυρίως στη Νότια και Ανατολική Ευρώπη, όπου συγκεντρώνεται και ο μεγαλύτερος αριθμός παλιών και κακοσυντηρημένων κτιρίων. Ετσι, σε Βουλγαρία, Λιθουανία, Ελλάδα, Πορτογαλία και Κύπρο εντοπίζονται ο μεγαλύτερος αριθμός κατοίκων που δεν μπορούν να θερμάνουν επαρκώς τα σπίτια τους το χειμώνα και αντίστοιχα δεν μπορούν να διατηρήσουν σε ανεκτά χαμηλά επίπεδα τη θερμοκρασία το καλοκαίρι - χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι εκατομμύρια και οι κάτοικοι σε χώρες της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης οι οποίοι δεν μπορούν να ζεστάνουν επαρκώς τα σπίτια τους.
Το φαινόμενο τα τελευταία χρόνια παρουσίαζε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο μια τάση σταθερότητας (αν και ο πήχης σχετικά με το τι μετριέται ως ενεργειακή φτώχεια από την ΕΕ είναι ...στο πάτωμα), ωστόσο, εξαιτίας της νέας μεγάλης καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, έχει αρχίσει να εμφανίζει ξανά αυξητικές τάσεις. «Ολο και περισσότεροι Ευρωπαίοι, εξαιτίας της πανδημίας και της μεγάλης μείωσης του οικογενειακού τους εισοδήματος, ζουν σε συνθήκες φτώχειας, κάτι που έχει επίπτωση στην ενεργειακή τους κατανάλωση», σημειώνεται στη μελέτη. Προσθέτει δε ότι το φαινόμενο λαμβάνει μεγαλύτερες διαστάσεις, αφού οι φτωχότεροι αναγκάζονται να μένουν περισσότερες ώρες κλεισμένοι στα σπίτια τους, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι λογαριασμοί Ενέργειας. Τονίζει ακόμα ότι οι αυτοαπασχολούμενοι είναι το κοινωνικό στρώμα που υποφέρει περισσότερο από το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας.
Στην Ελλάδα, όπως προαναφέραμε, καταγράφεται ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ενεργειακής φτώχειας στην ΕΕ. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Ενεργειακής Φτώχειας στην Ευρώπη2, η Ελλάδα εμφανίζει πολύ μεγάλο ποσοστό πληθυσμού που ζει υπό συνθήκες ενεργειακής φτώχειας. Πιο συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τα σχετικά στοιχεία το 22,7% του πληθυσμού της χώρας μας αδυνατούσε να διατηρήσει ζεστό το σπίτι του τον χειμώνα και δροσερό το καλοκαίρι, ενώ το 35,6% του πληθυσμού δυσκολεύεται να πληρώσει τους λογαριασμούς Ενέργειας.
Εχει άλλωστε προηγηθεί μια δεκαετία με συνεχείς αυξήσεις κατ' έτος της τιμής κιλοβατώρας για τα νοικοκυριά, δίχως να υπολογιστεί η αύξηση των φόρων πάνω στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας ή το ποσοστό λαϊκού εισοδήματος που απορροφούν οι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος, ώστε να «προικοδοτηθούν» για τη «νέα, απελευθερωμένη εποχή» η ΔΕΗ, οι ΑΠΕ, οι βιομήχανοι. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat (επεξ. Statista), η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος το 2010 για τα νοικοκυριά ήταν 11,81 ευρώ/Kwh, για να φτάσει το 2017 στα 19,36 ευρώ/Kwh3.
Πλέον η Ελλάδα από τα τέλη του περασμένου έτους έχει μπει για τα καλά υπό καθεστώς «απελευθερωμένης» αγοράς ηλεκτρισμού, με τις τιμές να «παίζονται» καθημερινά μεταξύ παραγωγών και προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας στο χρηματιστήριο που λειτουργεί στο πλαίσιο του «μοντέλου - στόχου» (target model) της ΕΕ, βασικό στόχο της πολιτικής της «απελευθέρωσης» που ακολούθησαν με συνέπεια οι διαδοχικές κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει ο ΑΔΜΗΕ στο μηνιαίο δελτίο μεσοσταθμικής τιμής Ενέργειας, παρατηρείται τεράστια αύξηση τιμών σχεδόν αμέσως με την έναρξη λειτουργίας του «target model». Πιο συγκεκριμένα, η τιμή προ της έναρξης λειτουργίας κυμαινόταν περί τα 45 ευρώ/Μwh, για να φτάσουμε τον Δεκέμβρη στα 85,72 ευρώ/Mwh. Οι τιμές αυτές μέχρι στιγμής «συγκρατούνται» από τους ομίλους, ωστόσο είναι καθαρά θέμα χρόνου πότε θα αρχίσουν να περνούν στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος των νοικοκυριών. Ηδη η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη για χιλιάδες λαϊκές οικογένειες, που μετά βίας αποπληρώνουν τους λογαριασμούς τους, και ενώ όλο το προηγούμενο διάστημα χιλιάδες ήταν οι αποκοπές ηλεκτρικού ρεύματος σε σπίτια σε όλη τη χώρα και οι εκβιασμοί προκειμένου τα λαϊκά στρώματα «να προσέλθουν στο ταμείο».
Την ίδια στιγμή, ως την «άλλη όψη» αυτής της πορείας, ένα τρελό πανηγύρι κερδών έχει στηθεί στην εγχώρια αγορά ηλεκτρισμού και Ενέργειας συνολικά, με τους μονοπωλιακούς ομίλους που δραστηριοποιούνται στον χώρο να εφορμούν στα νέα πεδία κερδοφορίας που στήνει γι' αυτούς η κυβέρνηση, στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής της ΕΕ.
Η κυβέρνηση έχει διαμηνύσει με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι τουλάχιστον το 1/3 των πόρων του «Ταμείου Ανάκαμψης» της ΕΕ θα κατευθυνθούν σε επενδύσεις στο χώρο της Ενέργειας και των «πράσινων» πεδίων γενικότερα. Ειδικότερα, το επονομαζόμενο πρόγραμμα «δίκαιης μετάβασης» σε Δυτική Μακεδονία και Μεγαλόπολη - περιοχές όπου κλείνουν οι λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ - συγκεντρώνει αυτήν τη στιγμή μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον, αφού εκεί η κυβέρνηση δημιουργεί επί της ουσίας «ειδικές οικονομικές ζώνες» όπου οι όμιλοι κάνουν μπίζνες, λαμβάνοντας επιδοτήσεις και απολαμβάνοντας προνομιακό φορολογικό και εργασιακό καθεστώς. Μόλις την περασμένη βδομάδα το ΔΣ της ΔΕΗ ενέκρινε συμφωνία με τον γερμανικό ενεργειακό όμιλο RWE για τη διενέργεια κοινών επενδύσεων στον τομέα των ΑΠΕ, συνολικής ισχύος έως και 2GW.
Σημαντικό έργο, με διεθνή γεωπολιτική διάσταση και το οποίο «κουμπώνει» με τους αμερικανικούς σχεδιασμούς, αποτελεί και ο πλωτός σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου της Αλεξανδρούπολης, για τον οποίο, σύμφωνα με τελευταία ενημέρωση από το υπουργείο Περιβάλλοντος, μέσα στο προσεχές διάστημα αναμένεται να ληφθεί η επενδυτική απόφαση των μετόχων της κοινοπραξίας που το διαχειρίζεται και δεν αποκλείεται να ξεκινήσουν εντός του έτους οι εργασίες κατασκευής του. Για την ενίσχυση χρήσης του φυσικού αερίου ως «μεταβατικού καυσίμου» κατά τη μεταλιγνιτική περίοδο, σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Περιβάλλοντος, αναμένεται εξίσου σύντομα να «τρέξουν» οι εξελίξεις και στο σχέδιο δημιουργίας υποθαλάσσιας αποθήκης φυσικού αερίου στην Καβάλα.
Πάντως όλη η υποκρισία των κυβερνήσεων και των διαφόρων μηχανισμών της ΕΕ, όπως και των λογής - λογής «παρατηρητηρίων» για την ενεργειακή φτώχεια, καταδεικνύεται από το γεγονός ότι για την αντιμετώπιση του φαινομένου για το οποίο χύνουν «κροκοδείλια δάκρυα» προτείνουν τρόπους αντιμετώπισής του οι οποίοι το επιτείνουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα διάφορα προγράμματα «Εξοικονομώ» και «ενεργειακής αναβάθμισης κατοικιών», που διενεργούνται όλα αυτά τα χρόνια και μπορεί να αποφέρουν τεράστια κέρδη στις τράπεζες που τα διαχειρίζονται και στους κατασκευαστικούς ομίλους, ωστόσο δεν φαίνεται να έχουν την παραμικρή επίδραση στο φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας. Κι αυτό γιατί προϋποθέτουν ίδια συμμετοχή με πολλές χιλιάδες ευρώ για τη λήψη της όποιας οικονομικής ενίσχυσης, αποκλείοντας έτσι εξ ορισμού τα πιο φτωχά και ευάλωτα νοικοκυριά.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι στο πλαίσιο της «απελευθερωμένης» αγοράς Ενέργειας της ΕΕ το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας θα συνεχίσει να πλήττει εκατομμύρια λαϊκά νοικοκυριά, και στη χώρα μας και πανευρωπαϊκά. Τα όποια μέτρα εξαγγέλλουν οι αστικές κυβερνήσεις των χωρών και τα επιτελεία των Βρυξελλών για την αντιμετώπιση του φαινομένου, στην πραγματικότητα συνιστούν ενίσχυση της πολιτικής που δημιουργεί και διαιωνίζει το φαινόμενο.
Παραπομπές:
1. https://institutdelors.eu/publications/europe-needs-a-political-strategy-to-end-energy-poverty/
2. https://akaryon-epah.com/sites/default/files/downloads/publications/20-06/mj0420245enn.en_.pdf
3. https://www.statista.com/statistics/418083/electricity-prices-for-households-in-greece/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου