Η είδηση ότι μόνο την τελευταία βδομάδα 18 συνάνθρωποί μας δεν γύρισαν σπίτι τους από το μεροκάματο σοκάρει. Ηταν όλοι τους εργαζόμενοι με ονοματεπώνυμο, με οικογένειες και παιδιά. Δούλευαν για να επιβιώνουν, όπως εκατομμύρια εργάτες σε όλη τη χώρα. Κι όμως... Το νήμα της ζωής τους κόπηκε στον ακήρυχτο πόλεμο που φουντώνει στους χώρους δουλειάς, με σκοπό το κέρδος, όσο κι αν το κράτος και η εργοδοσία προσπαθούν να φορτώσουν τα εγκλήματά τους στην «κακιά την ώρα», ακόμα και στα ίδια τα θύματα.
Ακόμα και οι εκθέσεις της Ανεξάρτητης Αρχής Επιθεώρησης Εργασίας δεν μπορούν να κρύψουν την πραγματικότητα, ούτε να την εξωραΐσουν, παρά την επίμονη προσπάθεια των κυβερνητικών επιτελείων. Ετσι, στον απολογισμό του 2023, αυτά που ξεχωρίζει η έκθεση της Αρχής είναι ο μεγάλος αριθμός νεκρών εργατών, η αύξηση της ανήλικης εργασίας και η εδραίωση των «ελαστικών» μορφών απασχόλησης. Κατά μία έννοια όλα αλληλένδετα μεταξύ τους, αφού η «ευελιξία» στην αγορά εργασίας είναι από τους βασικούς παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εργατικών «ατυχημάτων» στους χώρους δουλειάς.
Τη χρονιά που μας πέρασε αναγγέλθηκαν περίπου 15.000 εργατικά «ατυχήματα». Πρόκειται για αριθμό ρεκόρ από το 2000, όταν ξεκίνησε η «ολοκληρωμένη καταγραφή» από την Επιθεώρηση Εργασίας. Θανατηφόρα ήταν τα 108, που σημαίνει ότι ένας εργαζόμενος έχανε τη ζωή του σχεδόν κάθε τρεις εργάσιμες μέρες. Το 2021 είχαν καταγραφεί 100 θανατηφόρα εργατικά «ατυχήματα» και το 2022 άλλα 103. Στα στοιχεία δεν περιλαμβάνονται τραυματισμοί ή και θάνατοι εργαζομένων στα ορυχεία και στον κλάδο των ναυτεργατών, που ανεβάζουν κι άλλο τον πραγματικό αριθμό των θυμάτων.
Τα στοιχεία, αν και υποτιμημένα, βοούν. Κι αυτό κάνει ακόμα πιο εξοργιστική την προσπάθεια του κράτους και των μηχανισμών του να συγκαλύψουν την πραγματική κατάσταση και τις αιτίες, για να βγαίνουν λάδι η πολιτική του κέρδους και η εργοδοσία, που είναι οι αυτουργοί των «ατυχημάτων» στους χώρους δουλειάς. Ετσι, πέρα από τους ελάχιστους ελέγχους σε σύγκριση με το πλήθος των επιχειρήσεων, ακόμα κι εκεί που γίνεται γνωστό ένα ατύχημα, το πέπλο της συγκάλυψης φτάνει πιο γρήγορα κι από το ...ασθενοφόρο.
Για παράδειγμα, από το σύνολο των 15.000 εργατικών «ατυχημάτων» η Αρχή διερεύνησε μόνο τα μισά (θανατηφόρα και μη), γιατί πλέον δεν θεωρούνται εργατικά όσα έχουν παθολογική αιτία ή χαρακτηρίζονται τροχαία! Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Οτι ένας εργαζόμενος με καρδιακά προβλήματα, που δουλεύει στους 40 βαθμούς και «σκάει» στο μεροκάματο, κατατάσσεται απλώς στους ...άτυχους, σ' εκείνους που «ήταν να το πάθουν την ώρα της δουλειάς», και όχι ως εργατικό «ατύχημα», αφού ο θάνατος έχει άμεση σχέση με τις συνθήκες της δουλειάς.
'Η ένας εργαζόμενος στον Τουρισμό που σκοτώνεται ή τραυματίζεται στον δρόμο από και προς τη δουλειά καταγράφεται ως «τροχαίο»! Σαν να έκανε τη βόλτα του και «του 'κατσε στραβή», όταν είναι βραχνάς το άγχος να φτάσει έγκαιρα στη δουλειά, κάτω από το άγρυπνο μάτι του προϊσταμένου. Κι ας δούλευε την προηγούμενη μέρα υπερωρία ή σαν το σκυλί. Κι ας μην είχε χρόνο να αναπληρώσει όχι την εργατική του δύναμη, αλλά ούτε καν τη στοιχειώδη ικανότητα να επιστρέψει με ασφάλεια στη δουλειά.
Στην υποτίμηση και τελικά στη συγκάλυψη του πραγματικού μακελειού που εξελίσσεται καθημερινά στους χώρους δουλειάς (σύμφωνα με τη EUROSTAT, στη χώρα μας καταγράφεται μόλις το 30% - 40% των εργατικών «ατυχημάτων») συμβάλλει καθοριστικά και η συνειδητή απουσία ενός ολοκληρωμένου συστήματος καταγραφής και παρακολούθησης των επαγγελματικών ασθενειών. Οι θάνατοι από επαγγελματικές νόσους υπολογίζεται ότι είναι 5 έως 7 φορές περισσότεροι από αυτούς των εργατικών «ατυχημάτων», χωρίς όμως να καταγράφονται ως τέτοιοι.
Και αν στη μία άκρη του νήματος βρίσκονται οι νεκροί και σακατεμένοι της εργατικής τάξης, την άλλη άκρη κρατάνε η εργοδοσία και το κράτος της, με τους αντεργατικούς νόμους που εντατικοποιούν την εργασία και βαθαίνουν την εκμετάλλευση. Εντελώς αντίστροφα, τα μέτρα ασφάλειας στην εργασία λογαριάζονται ως «κόστος» και το κράτος μειώνει αντί να αυξάνει τους ελέγχους. Η ίδια η ΕΕ δίνει την κατεύθυνση: Τα μέτρα υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων είναι θεμιτά και αναγκαία μέχρι εκεί που το κόστος τους δεν υπερβαίνει το κόστος διαχείρισης ενός τραυματισμού ή και μιας απώλειας, εφαρμόζοντας στους χώρους δουλειάς τα ψυχρά κριτήρια του «κόστους - οφέλους» για την εργοδοσία.
Το πραγματικό υπόβαθρο των εργατικών «ατυχημάτων» που αυξάνονται είναι η γενίκευση της «ευελιξίας» στην εργασία, που αφορά ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων: Το 2023, το 48,6% των νέων συμβάσεων ήταν μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης. Τα ωράρια - λάστιχο, η πολυειδικότητα, η πίεση να βγει η δουλειά, η περίφημη «στοχοθεσία» που συνδέεται με την αύξηση της παραγωγικότητας, η πίεση να βγει το έργο, η γενικευμένη εργολαβοποίηση, είναι στοιχεία που επιδρούν στην εντατικοποίηση και μετατρέπουν το μεροκάματο σε παγίδα.
Και, από την άλλη, οι μόλις 651 επιθεωρητές που υπάρχουν σήμερα σε όλη την Ελλάδα θα χρειάζονταν τουλάχιστον 12 χρόνια για να ελέγξουν έστω και μία φορά («με το μάτι» και όχι εξονυχιστικά) τις επιχειρήσεις που λειτουργούν σε όλη τη χώρα, δίνοντας το ελεύθερο στην εργοδοσία να οργιάζει στους χώρους δουλειάς, στο έδαφος πάντα της αντεργατικής νομοθεσίας, που επεκτείνεται από χρόνο σε χρόνο, στην υγειά των κερδών!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου