Το
ομόφωνα «όχι» του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου στο αίτημα του
οίκου Gucci να διοργανώσει επίδειξη μόδας μπροστά στον Παρθενώνα ήταν η
αναμενόμενη απόφαση από ένα ανώτατο επιστημονικό συμβούλιο που έχει ως
αρμοδιότητα τη διαφύλαξη του υλικού και άυλου συμβολισμού της
Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Αλλά αυτό το «όχι» είναι αρκετό ώστε να
αναχαιτίσει ένα αριστοτεχνικά σχεδιασμένο σχέδιο ώστε υποβολιμιαία να
εγγράφεται στη συλλογική συνείδηση ότι και τα μνημεία μπορεί να
αποτελούν μέρος μιας αγοραίας συναλλαγής «δούναι και λαβείν»; Είναι
αρκετό για να βάλει τέλος στις ευρωενωσιακά και κυβερνητικά σχέδια τα
μνημεία να αντιμετωπίζονται ως «επενδυτικό δόλωμα», πεδίο δόξης λαμπρό
διαχείρισης ή συνδιαχείρισης από ιδιώτες και «ευαίσθητους» χορηγούς ή
ακόμα χειρότερα ως εμπόδιο σε «αναπτυξιακά» σχέδια;
Λίγες
ώρες πριν κληθεί το ΚΑΣ να λάβει την απόφασή του για το αίτημα του
οίκου Gucci και λίγες ώρες μετά την τελική του απόφαση, απόψεις και
ερωτήματα όπως «δεν έχασε η Ακρόπολη την ευκαιρία να διαφημιστεί μέσω
ενός μεγάλου οίκου μόδας;» ή «η χώρα χρειάζεται χρήματα» (σύμφωνα με
πληροφορίες ο οίκος προσέφερε 2εκ. ευρώ για τα αναστηλωτικά έργα στον
Ιερό Βράχο) κυκλοφορούσαν σε ΜΜΕ και στα social media, λειαίνοντας το
έδαφος ώστε σαν ώριμο φρούτο να έρθει η στιγμή όπου θα φαίνεται απολύτως
θεμιτό το μνημειακό απόθεμα να μετατραπεί σε ανταποδοτικό οικονομικό
εργαλείο με αγοραίους όρους. Ο διαρκής οικονομικός στραγγαλισμός της
Αρχαιολογικής Υπηρεσίας είναι το έδαφος πάνω στο οποίο καλλιεργούνται
αυτά τα «φρούτα», τα οποία φυτρώνουν από την αναστήλωση των αρχαίων
θεάτρων ως τη λειτουργία των σχεδιαζόμενων ενάλιων αρχαιολογικών πάρκων
με μοντέλα ιδιωτικοοικονομικής οργάνωσης και συνδιαχείρισης μεταξύ του
Δημοσίου και ιδιωτικών φορέων.
Βέβαια, πολύ λίγο απασχόλησε το γεγονός
τα περίπου 80 εκ. που θα διέθετε ο οίκος μόδας για διαφήμιση και
τηλεοπτικό χρόνο προκειμένου να προβληθεί η πασαρέλα του στην Ακρόπολη
προφανώς και θα απέφεραν υπερπολλαπλάσια σε κέρδη και επομένως τα 2 εκ.
(κατά πληροφορίες) που θα έδιναν ως «τυράκι» για τη χρήση του
Παρθενώνα δεν θα ήταν τίποτα παραπάνω από λίγα ψίχουλα των υπερκερδών
τους προκειμένου να μετατρέψουν ένα μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής
Κληρονομιάς σε διαφημιστικό τρικ. Στο μεταξύ, στο πλαίσιο του «υγιούς»
καπιταλιστικού ανταγωνισμού η Gucci θα είχε υπερισχύσει έναντι των
Ιταλών ανταγωνιστών της όπως η Tod`s που έδωσε 25 εκ. εκατομμύρια για
την αναστήλωση του Κολοσσαίου, η Fendi που χρηματοδότησε τη συντήρηση
της Φοντάνα ντι Τρέβι, η Bulgari που ανέλαβε την Piazza di Spagna.
Βλέπετε, οι Ιταλοί έχουν εδώ και χρόνια υπάρξει πρωτοπόροι στη μετατροπή
των μνημείων σε προϊόν συναλλαγής στο όνομα της οικονομικής κρίσης,
αλλά όπως και να το κάνεις η Ακρόπολη θα έδινε μεγάλο «διαφημιστικό»
προβάδισμα στην Gucci. Κυνικό; Οσο ακριβώς κυνικό είναι το κυνήγι του
κέρδους.
Σε ενημερωτική εκπομπή τηλεοπτικού
σταθμού διακεκριμένος επιστήμονας αρχαιολόγος και μέλος του ΚΑΣ κλήθηκε
να μιλήσει για την αρνητική απόφαση του Συμβουλίου έχοντας απέναντί του
ως συνομιλητή έναν επικοινωνιολόγο! Ο συμβολισμός είναι προφανής. Τα
μνημεία δεν χρειάζονται επιστήμονες που μελετούν, προστατεύουν,
οργανώνουν, εποπτεύουν τη διαχείριση του κοινωνικού αγαθού της
Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Χρειάζονται «επικοινωνιολόγους», οι οποίοι με
το μοντέλο που πιθανόν εφαρμόζουν για την επικοινωνιακή διαχείριση του
προϊόντος μιας επιχείρησης, με το ίδιο ή ελάχιστα παραλλαγμένο μοντέλο
μπορούν να «μανατζάρουν» και την «επικοινωνιακή» διαχείριση του
«προϊόντος» που λέγεται μνημείο. Μέσα σε αυτό το κλίμα χειραγώγησης της
συνείδησης εμφανίστηκαν και άρθρα παροιμιώδους βλακείας και ασχετοσύνης
όπου οι αρχαιολόγοι εμφανίζονται ως «κοινότητα που επιβεβαιώνει την
εξουσία της»… Για την ιστορία να θυμίσουμε ότι αυτή η …. ας πούμε
εξουσία με πενιχρά μέσα και ελάχιστο προσωπικό είναι υπεύθυνη για την
κήρυξη χιλιάδων αρχαιολογικών χώρων και τη λειτουργία εκατοντάδων
μουσείων απ’ άκρη σε άκρη στην Ελλάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου