«Φύλλο
και φτερό» έκαναν οι βουλευτές του ΚΚΕ την επιχειρηματολογία της
ηγεσίας του υπουργείου Υγείας και συνολικά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ,
που διατείνονταν ότι το νομοσχέδιο «για την οργάνωση του χρόνου
εργασίας» των νοσοκομειακών γιατρών «προστατεύει τον σταθερό ημερήσιο
χρόνο εργασίας», «περιορίζει την εργασιακή ζούγκλα» και άλλα τέτοια.
Μάλιστα, οι βουλευτές του ΚΚΕ αποκάλυψαν ότι το άρθρο 6 του νομοσχεδίου
καταργούσε διάταξη του ισχύοντος νόμου 3754/2009, ο οποίος προβλέπει ότι
«Για τις ανάγκες κατάρτισης του προγράμματος εφημεριών και ομαλής
λειτουργίας των νοσοκομείων και των Κέντρων Υγείας δεν εφαρμόζονται
ελαστικά ωράρια και ελαστικές σχέσεις εργασίας». Η αποφασιστική
παρέμβαση του ΚΚΕ ανάγκασε την κυβέρνηση, το μεσημέρι της περασμένης
Πέμπτης, δηλαδή λίγο πριν από την ψήφιση του νομοσχεδίου, να αποσύρει το
σχετικό άρθρο, που πήγε να το περάσει σαν τον κλέφτη. Βέβαια, ο
αντιδραστικός χαρακτήρας του νομοσχεδίου παραμένει και επιβάλλει
συνέχιση και κλιμάκωση των αγώνων από την πλευρά των γιατρών, συνολικά
των εργαζομένων.
Φτώχεια και των γονέων
Τα
στοιχεία της Γερμανικής Στατιστικής Υπηρεσίας, που δημοσιεύτηκαν
προχτές, είναι αποκαλυπτικά για το πώς τα λαϊκά στρώματα πληρώνουν το
μάρμαρο της καπιταλιστικής κερδοφορίας και ανάπτυξης, σε μια χώρα χωρίς
μνημόνια, με μεγάλα πλεονάσματα, που είναι η «ατμομηχανή» της ΕΕ.
Δεκαέξι εκατομμύρια άνθρωποι στη Γερμανία ή το 20% του πληθυσμού
απειλούνται από τη φτώχεια. Επίσης, άλλο ένα 3,7% του πληθυσμού ζει υπό
«σημαντική υλική στέρηση», ενώ ιδιαίτερες δυσκολίες αντιμετωπίζουν οι
άνθρωποι της τρίτης ηλικίας. Επίσης, οι ερευνητές καταγράφουν ότι 16,5%
των Γερμανών εργαζομένων ζουν σε ασφυκτικές συνθήκες, αφού το εισόδημά
τους δεν αρκεί για να καλυφθούν βασικές ανάγκες. Ολα αυτά, ενώ η
Γερμανία σημειώνει ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 2,2% το 2017 και τα
γερμανικά μονοπώλια έχουν ηγετική θέση στις εξαγωγές συνολικά στην ΕΕ. Η
φτωχοποίηση των εργαζομένων κλιμακώθηκε από τα πρώτα χρόνια της 1ης
δεκαετίας του 2000, όταν οι σοσιαλδημοκράτες (με την «Ατζέντα 2010» του
Σρέντερ), στη συνέχεια οι χριστιανοδημοκράτες και μετά ο συνασπισμός
τους διεύρυναν τη μερική απασχόληση των «μίνι τζομπς», «μίνι μισθούς»
των 400 ευρώ, που αφορούν σήμερα 7 εκατομμύρια ανθρώπους, τη διευθέτηση
του χρόνου εργασίας καταπώς βολεύει τους εργοδότες. Τα ίδια μέτρα,
δηλαδή, που προωθεί και επεκτείνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, στο όνομα
της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Σωτηρία
«Στην
ουσία εμείς σήμερα φέρνουμε στη Βουλή τις ρυθμίσεις, οι οποίες
επικυρώνουν, εγκρίνουν αυτήν την τροποποίηση του καταστατικού, που με τη
συντριπτική τους πλειονότητα αποφάσισαν τα μέλη του ΕΔΟΕΑΠ». Αυτά
ανέφερε η υπουργός Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου, μιλώντας στη Βουλή την
περασμένη Πέμπτη, κατά την παρουσίαση της σχετικής τροπολογίας. Πριν
περάσει καλά - καλά ένα 24ωρο από την εκβιαστική ψηφοφορία που έστησε ο
εργοδοτικός κυβερνητικός συνδικαλισμός στις Ενώσεις των εργαζομένων του
κλάδου, η υπουργός επιβεβαίωσε μέχρι κεραίας το ΠΑΜΕ Τύπου και ΜΜΕ, που
κατήγγειλε από την πρώτη στιγμή ότι θέλουν τους εργαζόμενους συνένοχους
στο «έγκλημα» σε βάρος των κοινωνικοασφαλιστικών τους δικαιωμάτων. Τι
λέει τώρα η υπουργός; Οτι «η συντριπτική πλειονότητα των μελών του
ΕΔΟΕΑΠ» ψήφισε σύμφωνα με όσα προβλέπει η τροπολογία. Δηλαδή, για αύξηση
των εισφορών από 3% στο 7,05%, περικοπή του εφάπαξ, επιβολή 5% εισφορά
στους συνταξιούχους (μέχρι τώρα δεν πλήρωσαν), για παροχές που θα
καθορίζονται με βάση τις ατομικές εισφορές και τα οικονομικά του
Οργανισμού, για ταχύτερη εξίσωση όλων των ασφαλισμένων προς τα κάτω. Κι
από πάνω, η κυβέρνηση φιλοδωρεί τους καναλάρχες με μείωση της φορολογίας
(από το 20% στο 5%) για τον διαφημιστικό τους τζίρο και απαλλάσσει
συνολικά την εργοδοσία στα ΜΜΕ (όχι και τους εργαζόμενους) από την
αναδρομική αύξηση της εισφοράς τους στον ΕΔΟΕΑΠ για το 2017. Πράγματι,
κυβέρνηση και εργοδοτικοί συνδικαλιστές τον έσωσαν τον «ασθενή» ΕΔΟΕΑΠ.
Αλλά με τη συνταγή που τους έγραψε η εργοδοσία...
«Δύο Ελλάδες»
Στην
αντιπαράθεση με τη ΝΔ, πάνω στην κάλπικη διαχωριστική γραμμή «παλιό -
νέο», η κυβέρνηση προσπαθεί να αποδείξει ότι υπάρχουν «δύο Ελλάδες». Από
τη μια η Ελλάδα που χρεοκόπησε «οικονομικά και πολιτικά», στην οποία
χρεώνουν τις υποθέσεις φοροαποφυγής και διαπλοκής που βγαίνουν στην
επιφάνεια. Κι από την άλλη, η «Ελλάδα του αύριο», στην οποία «μειώνεται η
ανεργία, έρχονται θετικές εξελίξεις στον τομέα της απασχόλησης» κ.λπ.
Μάλιστα, για να τεκμηριώσουν αυτήν τη «νέα Ελλάδα», επικαλούνται
δηλώσεις εκπροσώπων ιμπεριαλιστικών μηχανισμών, όπως ο Ντάισελμπλουμ,
που αποδίδουν τα εύσημα στην κυβέρνηση για την αντιλαϊκή της πολιτική.
Το βέβαιο είναι ότι οι «δύο Ελλάδες» υπάρχουν και παραϋπάρχουν, όχι όμως
όπως τις παρουσιάζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Από τη μια είναι η Ελλάδα των
καπιταλιστών, των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, για τους οποίους η
σημερινή και οι προηγούμενες κυβερνήσεις κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι
τους προκειμένου να θωρακίσουν την ανταγωνιστικότητα και τα κέρδη τους,
τσακίζοντας τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα. Από την άλλη είναι η Ελλάδα
των εργαζομένων, των αυτοαπασχολούμενων, των μικρομεσαίων αγροτών, που
στενάζουν από την αντιλαϊκή πολιτική, πλήρωσαν με ανείπωτες θυσίες την
κρίση και τώρα πληρώνουν την ανάκαμψη του κεφαλαίου. Η κυβέρνηση και τα
άλλα αστικά κόμματα, όσο κι αν τσακώνονται μεταξύ τους, αναγνωρίζουν και
υπηρετούν την Ελλάδα των καπιταλιστών και της κερδοφορίας τους. Μέσα
εκεί φύονται η διαφθορά και η διαπλοκή, αλλά και η ανεργία, η φτώχεια, η
εκμετάλλευση, που είναι στο DNA του σάπιου καπιταλισμού, όσες «Ελλάδες»
κι αν ανακαλύψουν για να κρύψουν την αλήθεια από το λαό.
Ριζοσπάστης
Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου