Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019

Μια ζωή την έχουμε;



Απ’ όλες τις κολάσεις που επιφυλάσσει στους ακούσιους κι εκούσιους υπηρέτες του ο πολιτισμένος καπιταλισμός, χειρότερη είναι η υποδούλωση της επιστήμης της Υγείας στο κέρδος και η περίθαλψη σε μερίδες ανά πορτοφόλι και τάξη.


Η ζωή είναι μία. Όλα τα φιλοσοφικά συστήματα, τα κοινωνικά, ακόμα και τα θρησκευτικά που τάζουν ή υπόσχονται μια δεύτερη κάποτε μετά, που όμως δεν την ξέρουμε, για την επίγεια δεν έχουν καμία διαφοροποίηση περί τη μοναδικότητά της… Το ότι δεν είναι ίδια είναι που πονάει. Σε ποιότητα, σε δυνατότητες, σε ευκαιρίες, σε χειρισμούς, στο βάθος του μαύρου της, στο μήκος της αγωνίας της και στη διάρκεια των φωτεινών της στιγμών.


Όχι, δεν μ’ έπιασε κάποια σώψυχη αναζήτηση, επειδή μετράω γύρω μου μέσα σε λίγες μέρες πέντε καρκίνους νέων ή σχετικά νέων ανθρώπων με την αρρώστια αυτή, ίσως επειδή στις μέρες μας ξέρουμε περισσότερα για τα νοσήματα των ανθρώπων, μοιάζει να θερίζει και να μας εξοικειώνει με την επιμονή και τη συχνότητά της. Είναι η οργή που με πνίγει για την ταξικότητα της αντιμετώπισής της, γιατί σαν αρρώστια, συνηθισμένη πια, όπως συμβαίνει και με άλλες, αυτή συμπεριλαμβάνει μια σταθερή, και συνάμα ασταθέστατη μεταβλητή, που είναι η διάγνωση κι ο χρόνος.

Κοιτάζω γύρω μου, διαβάζω, ακούω, κοστολογώ κι αναλύω την πρόσβαση και την ταχύτητα στα μέσα αντιμετώπισης του …βουνού, που αρχίζει να μετράει απ’ την ώρα που πέφτει πάνω στον άνθρωπο, τον συνηθέστατα ανυποψίαστο. Κι εδώ μπαίνει το κόστος, που καπελώνει την επιστήμη, τις γνώσεις, τα φάρμακα, την έρευνα, τα πειράματα, την πρωτοπορία και κάνει τελικά την υγεία εμπόρευμα, τον άνθρωπο αντικείμενο και την αρρώστια δαίμονα και το γιατρό μετέωρο, σαν τη συνείδησή του, ένα εκκρεμές μεταξύ σωτήρα και δεσμώτη.

Δεν ξέρω τι σόι πολιτισμός είναι αυτός που ξέρει τόσα πολλά για την υγεία των ανθρώπων και εφαρμόζει τα πραγματικά ελάχιστα όταν πρέπει να προλάβει ή να πολεμήσει και εντέλει να κερδίσει την αρρώστια, αν όχι πάντα, πάντως πολύ περισσότερο απ’ ό,τι το κάνει. Δεν μπορώ να διανοηθώ πως άνθρωποι καμαρώνουν και φουσκώνουν για τα τεχνολογικά επιτεύγματα ενός drone για παράδειγμα, που μπορεί να φωτογραφίζει ή να βομβαρδίζει από ψηλά γενέθλια οικογενειακά ή ξεκληρισμένα χωριά, και την ίδια στιγμή να μην ντρέπονται που δεν απαιτούν όλα αυτά τα πανάκριβα μηχανήματα μαζί με το εξειδικευμένο τους προσωπικό προσβάσιμα στον γενικό πληθυσμό και προληπτικά και την ώρα της εξειδίκευσης της θεραπείας, μόλις η αρρώστια χτυπήσει εκεί που δεν το περιμένεις.

Δεν μπορώ να φανταστώ πώς γίνεται, σερφάροντας στο ίντερνετ, να κατακλύζεσαι καθημερινά από διαφημίσεις βιταμινών, ματζουνιών, συμπληρωμάτων διατροφής, δίαιτες, ιατρικά μαγαζιά και παραμάγαζα, που προσφέρουν αναίμακτες εγχειρήσεις κι ένα σωρό μικρά και μεγάλα θαύματα με το αζημίωτο κι ύστερα την ώρα την κρίσιμη να περιμένεις στην ουρά για ακτινοβολίες, χειρουργείο ή αιμοκάθαρση, όταν έχεις ρωτήσει το γιατρό πότε πρέπει να ξεκινήσω τη μάχη μου κόντρα στην επάρατο, την κάθε επάρατο, και σου απαντά επιστημονικά, «χθες». Και στη μάχη με το χρόνο η τύχη σου να παίζεται απ’ το αν έχεις οικογένεια να σε στέρξει, φίλους να δανειστείς, σπίτι ή χωράφι να πουλήσεις για να ζήσεις.

Απ’ όλες τις κολάσεις που επιφυλάσσει στους ακούσιους κι εκούσιους υπηρέτες του ο πολιτισμένος καπιταλισμός, χειρότερη είναι η υποδούλωση της επιστήμης της Υγείας στο κέρδος και η περίθαλψη σε μερίδες ανά πορτοφόλι και τάξη. Και σ’ αυτόν τον… πολιτισμό ο ντίλερ, ο πονέμπορας λέγεται ασφαλιστής, κρατικός ή ιδιωτικός και είναι ο αγαπημένος προαγωγός της ελεύθερης αγοράς όπου τζογάρονται η υγεία, η θεραπεία κι εντέλει η ζωή με όρους πολιτισμένου μαυραγοριτισμού. Οπότε μια ζωή την έχουμε;

Σημείωση: Το άρθρο της Λιάνας Κανέλλη αναδημοσιεύεται από τον Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου 2 – 3/11/2019

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου