Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2020

Ζούγκλα

 


Θα αρκούσε μια ενδεικτική μόνο καταγραφή των κλάδων και των χώρων δουλειάς που βρέθηκαν στην επικαιρότητα το τελευταίο διάστημα για να φανεί το μέγεθος της κυβερνητικής κοροϊδίας, ότι η ανάπτυξη φέρνει «περισσότερες και πιο καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας», όπως ισχυρίστηκε ο πρωθυπουργός, μιλώντας τις προάλλες στη Βουλή για τα Εργασιακά.

Δεν είναι όμως μόνο οι συμβασιούχοι που απολύονται κατά εκατοντάδες από τα νοσοκομεία, οι εργάτες της ΛΑΡΚΟ και της ΔΕΗ, οι εργαζόμενοι στις τράπεζες, οι εργάτες της Ανακύκλωσης στο Ηράκλειο, στα Λιπάσματα Καβάλας, στην ΕΒΖ. Είναι οι εμποροϋπάλληλοι στα μεγαλοκαταστήματα και στα «εκπτωτικά χωριά», όπου καταργείται οριστικά η αργία της Κυριακής. Είναι οι χιλιάδες νέοι που δουλεύουν για ένα κομμάτι ψωμί στον Επισιτισμό - Τουρισμό. Είναι οι εργαζόμενοι σε όλους τους κλάδους, στους οποίους συμπιέζονται ο μέσος μισθός και τα εργασιακά - ασφαλιστικά δικαιώματα, για να πολλαπλασιάζονται τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων.


Ολοι όσοι παλεύουν για το μεροκάματο, καμιά σχέση δεν έχουν με τους «ικανοποιημένους εργαζόμενους», χωρίς τους οποίους δεν μπορεί «να υπάρχουν και ακμαίες επιχειρήσεις», όπως ισχυρίστηκε ο Κυρ. Μητσοτάκης στην ομιλία του στη Βουλή, διαφημίζοντας τη «συμφωνία αλήθειας», με την οποία δεσμεύτηκε προεκλογικά στους επιχειρηματικούς ομίλους για μείωση της φορολογίας, διευκολύνσεις στην «επιχειρηματικότητα», πρόσβαση σε ρευστότητα, με την προϋπόθεση ότι θα ...φροντίζουν τους εργαζομένους τους!

Δεν δίστασε μάλιστα να παρουσιάσει τα άγρια μέτρα, με τα οποία εμπλούτισε την αντεργατική φαρέτρα της εργοδοσίας, ως «συμβολή» στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων προς όφελος των εργαζομένων και των ανέργων, με το επιχείρημα ότι μπορούν ευκολότερα να προσλαμβάνουν, επειδή ο νόμος τούς δίνει τη δυνατότητα και ευκολότερα να απολύουν!

Η κυβέρνηση της ΝΔ οξύνει την αντεργατική επίθεση και προσφέρει νέα εργαλεία στους ομίλους να εντείνουν την εκμετάλλευση. Η ζούγκλα όμως στην αγορά εργασίας δεν προέκυψε τους τελευταίους εφτά μήνες, όσο κι αν ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε στην ίδια συζήτηση να παρουσιάσει μαγική εικόνα και να κάνει το μαύρο άσπρο, σε ό,τι αφορά τα αντεργατικά «επιτεύγματα» της δικής του κυβερνητικής θητείας.

Οποια πέτρα κι αν σηκώσεις, θα βρεις από κάτω κι έναν νόμο του ΣΥΡΙΖΑ, που προστέθηκε σ' αυτούς των προηγούμενων κυβερνήσεων και πηγαίνει ένα βήμα πιο πέρα την αντεργατική επίθεση, είτε μιλάμε για τη διάλυση του σταθερού ημερήσιου χρόνου εργασίας, είτε για τους κλαδικούς μισθούς, είτε για την «ευελιξία» στην αγορά εργασίας, είτε για το δικαίωμα στην απεργία, είτε για τα δουλεμπορικά, είτε, είτε...

Και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού τόσο η κυβέρνηση όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα αστικά κόμματα παρουσιάζουν την καπιταλιστική ανάπτυξη ως προϋπόθεση για τη βελτίωση της ζωής των εργαζομένων, κρύβοντας ότι αυτή προϋποθέτει ένταση της εκμετάλλευσης, χειροτέρευση των όρων δουλειάς και αμοιβής, ακόμα και σε χώρους που οι μισθοί εμφανίζονται σχετικά καλύτεροι από τη συντριπτική πλειοψηφία των κλάδων.

Ανεξάρτητα λοιπόν από τις οριακές αυξομοιώσεις στα στατιστικά στοιχεία, που χρησιμοποιούν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ για να συντηρούν τον καβγά του «καταλληλότερου» στην κυβερνητική εναλλαγή, η αλήθεια παραμένει ότι έξι στις δέκα νέες θέσεις εργασίας είναι μερικής, προσωρινής ή εκ περιτροπής εργασίας, ότι ο μέσος μεικτός μισθός στη μερική απασχόληση δεν ξεπερνάει τα 400 ευρώ και ότι στο σύνολο της οικονομίας, οι απολύσεις στη διάρκεια ενός έτους ισούνται με το σύνολο του εργατικού δυναμικού (!) που δείχνει και το μέγεθος της «ευελιξίας» στην αγορά εργασίας.

Αυτή είναι επομένως η ανάπτυξή τους. Κι όπως κι αν την ονομάσουν, «βιώσιμη», «δίκαιη» ή αλλιώς, δεν «συναντιέται» πουθενά με την ανάγκη για σύγχρονα δικαιώματα των εργαζομένων. Αντίθετα, προϋποθέτει το διαρκές πρεσάρισμά τους, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση είναι για την «αποτυχία» της να αυξήσει τους ρυθμούς ανάπτυξης στο ύψος που υποσχόταν προεκλογικά και να εγγυηθεί ότι αυτή θα είναι «διατηρήσιμη».

Με αφορμή και τη σημερινή απεργία, οι εργαζόμενοι καλούνται να δώσουν με τη μαζική συμμετοχή τους μια καθαρή απάντηση στην αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης, του ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων κομμάτων του κεφαλαίου, κλιμακώνοντας τον αγώνα για ΣΣΕ με πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς, κατάργηση των αντεργατικών νόμων, σταθερή και μόνιμη δουλειά για όλους, μείωση και όχι αύξηση του εργάσιμου χρόνου, σύγχρονα εργασιακά, ασφαλιστικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.

Αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας», του «Ριζοσπάστη», Τρίτη 18 Φλεβάρη 2020. 

902gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου