Στις 19 Οκτώβρη, μια διεθνής εταιρεία «υπηρεσιών εταιρικής στρατηγικής και συμβουλευτικών υπηρεσιών», όπως αυτοσυστήνεται, δημοσιοποίησε μια έρευνα για τις «μεγα-τάσεις» που θα διαμορφώσουν τα επόμενα χρόνια το «επιχειρηματικό περιβάλλον» και την αγορά εργασίας. Στη μελέτη της, η εταιρεία καταγράφει τους βασικούς παράγοντες (οικονομικές τάσεις, γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί, αυτοματοποίηση της παραγωγής κ.ά.) που θα επιδράσουν παγκόσμια στην καπιταλιστική οικονομία και από την ταχύτητα προσαρμογής των επιχειρήσεων, θα κριθεί ποιες απ' αυτές θα παραμείνουν ανταγωνιστικές και ποιες όχι. Ανάμεσα στα πολλά συμπεράσματα της έρευνας, που αφορούν τις αλλαγές στην αγορά εργασίας, είναι κι αυτό που σημειώνει: «Τα όρια που προσδιορίζουν τις ζωές μας, μετατοπίζονται διαρκώς. Σήμερα, είναι πλέον ορατό ένα μέλλον χωρίς Σαββατοκύριακα (...) με εργαζόμενους 70 ετών, όπου η διά βίου μάθηση αναμένεται να υποκαταστήσει τα πανεπιστήμια». Ο βασικός λόγος που θα συμβεί αυτό, σύμφωνα με την έρευνα, είναι η ραγδαία εισαγωγή της τεχνολογίας στην παραγωγή, η διεύρυνση της εξ αποστάσεως εργασίας και η ανάγκη για διαρκή επανειδίκευση των εργαζομένων, που το «τυπικό» σύστημα της Εκπαίδευσης δεν μπορεί πλέον να προσφέρει.
Η εικόνα αυτή από το μέλλον είναι εφιαλτική. Νέα δεδομένα, που σχετίζονται με το προσδόκιμο ζωής και την εφαρμογή επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνολογίας, αξιοποιούνται όχι σε προοδευτική, αλλά σε αντιδραστική κατεύθυνση. Ενώ θα έπρεπε κανονικά να οδηγούν σε μείωση του εργάσιμου χρόνου και βελτίωση των συνθηκών δουλειάς και ζωής, δημιουργικότερη αξιοποίηση του μη εργάσιμου χρόνου και του χρόνου συνταξιοδότησης, ενώ διαμορφώνονται προϋποθέσεις για αξιοπρεπή γηρατειά, στις συνθήκες του καπιταλισμού οδηγούν στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση: Ενταση της εκμετάλλευσης και δουλειά μέχρι το θάνατο. Στην προκειμένη περίπτωση, με πλήρη κατάργηση των ορίων ανάμεσα στον εργάσιμο και μη εργάσιμο χρόνο, με απελευθέρωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και με παραπέρα υποταγή της εκπαίδευσης στις ανάγκες των επιχειρήσεων. Αλλωστε, μια ματιά μόνο να ρίξει κανείς στον πυρήνα των αντεργατικών αλλαγών που προωθούνται και στην Ελλάδα με αφορμή την κρίση και την πανδημία, είναι αρκετή για να καταλάβει πού πάνε τα πράγματα. Το θεσμικό πλαίσιο «εμπλουτίζεται» με νέα αντεργατικά εργαλεία, που θα βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να προσαρμοστούν ευκολότερα στο νέο περιβάλλον, σφίγγοντας κι άλλο τη θηλιά στο λαιμό των εργαζομένων. Θυμίζουμε ότι το επόμενο αντεργατικό νομοσχέδιο αφορά τον εργάσιμο χρόνο και την παραπέρα ελαστικοποίησή του, ενώ έχει ήδη διαμορφωθεί το νομικό πλαίσιο για την τηλεκπαίδευση, στα μέτρα βέβαια των εργοδοτών.
Δυο ακόμα επισημάνσεις της έρευνας έχουν ενδιαφέρον. Η πρώτη έχει να κάνει με τις δυνατότητες που δίνει σήμερα η τεχνολογία να καταγράφονται και να αξιοποιούνται εμπορικά «τα δεδομένα της συμπεριφοράς του ατόμου - καταναλωτή, όπως αποτυπώνονται στο διαδίκτυο και τις κινητές μας συσκευές». Η ποσοτικοποίηση και η ανάλυση αυτών των δεδομένων «δίνουν σε κυβερνήσεις και επιχειρήσεις τη δυνατότητα να επηρεάσουν μελλοντικές συμπεριφορές», επιβεβαιώνοντας τους κινδύνους και τις πραγματικές στοχεύσεις της «τεχνολογικής έκρηξης» που ενσωματώνεται σε καθημερινά «εργαλεία» πλατιάς λαϊκής χρήσης, όπως είναι πλέον οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και τα κινητά τηλέφωνα. Η αξιοποίηση αυτών των δεδομένων, με σκοπό όχι μόνο το κέρδος, αλλά και από τους κρατικούς μηχανισμούς, η χρήση και η συλλογή τους από μεγάλα μονοπώλια, διασυνδεδεμένα με κρατικές υπηρεσίες, αποτελούν εργαλεία όχι μόνο για μεγαλύτερη κερδοφορία, αλλά και για τη θωράκιση του συστήματος. Κι αυτό δεν αλλάζει, όσες προσχηματικές «δικλίδες» κι αν βάλει το αστικό κράτος για την προστασία τάχα των προσωπικών δεδομένων, όταν αυτά γίνονται «φύλλο και φτερό» από τα μονοπώλια του διαδικτύου, με «νόμιμους» και λιγότερο νόμιμους τρόπους. Οταν τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης αποτελούν σήμερα τον βασικότερο αγωγό - εθελούσιας μάλιστα - άντλησης προσωπικών δεδομένων, που χρησιμοποιούνται για εμπορικούς - και όχι μόνο - σκοπούς.
Τέλος, δεν περνάει απαρατήρητη η εξής επισήμανση της έρευνας: «Η άνοδος του λαϊκισμού, οι εμπορικοί πόλεμοι, η τοποθέτηση εταιρειών σε μαύρες λίστες, ο διεθνής ανταγωνισμός στον τομέα της τεχνολογίας και οι κυβερνοεπιθέσεις δημιουργούν ένα σκηνικό ακήρυκτου πολέμου, που επιφυλάσσει σημαντικούς κινδύνους για τις επιχειρήσεις». Δεν υπάρχει πιο κυνική περιγραφή του «πολέμου» που βρίσκεται σε εξέλιξη ανάμεσα στα ισχυρότερα ιμπεριαλιστικά κέντρα, αντανακλώντας τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς που οξύνονται. Πίσω από τον λεγόμενο «εμπορικό πόλεμο» (όπως ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα), τις κυρώσεις σε μονοπωλιακούς ομίλους και επιχειρηματίες (όπως στην περίπτωση των ΗΠΑ - ΕΕ απέναντι στη Ρωσία, ή μεταξύ των ΗΠΑ και ΕΕ), την «τεχνολογική κατασκοπεία» (όπως με το εμβόλιο για τον κορονοϊό), κρύβονται ισχυρά μονοπωλιακά συμφέροντα και ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις που κλιμακώνονται επικίνδυνα, σε συνθήκες κραδασμών και ανακατατάξεων στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Ολα φωνάζουν ότι το σάπιο καπιταλιστικό σύστημα έχει φάει τα ψωμιά του. Από κάθε του «πόρο» βγαίνουν η φτώχεια, η άγρια εκμετάλλευση και ο κίνδυνος ενός γενικευμένου ιμπεριαλιστικού πολέμου. Ο σοσιαλισμός δεν επιβεβαιώνει μόνο την ανωτερότητά του, αλλά και την αναγκαιότητα ως η μόνη διέξοδος για τους λαούς!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου