Το νέο αντιλαϊκό έκτρωμα καθιερώνει για πρώτη φορά την πτώχευση φυσικού προσώπου, δηλαδή ενός μισθωτού, αγρότη, ελεύθερου επαγγελματία, όταν δεν πληρώνει το 40% των ληξιπρόθεσμων οφειλών για έξι μήνες και η συνολική του οφειλή ξεπερνά τα 30.000 ευρώ.
Με την πτώχευση, το σύνολο της περιουσίας του, δηλαδή οι κόποι μιας ζωής, η πρώτη κατοικία, αλλά και όποιο άλλο τυχόν εισόδημα έχει μετά την πτώχευση, δηλαδή και μισθοί και συντάξεις (για τρία χρόνια), θα περνάνε στα χέρια των «πιστωτών», στις τράπεζες, στα αρπακτικά funds, τον φοροεισπρακτικό μηχανισμό για την αποπληρωμή των χρεών του.
Ο ίδιος και η οικογένειά του θα «ζουν» με τις «εύλογες δαπάνες διαβίωσης», δηλαδή θα σέρνονται κοντά στον πάτο της εξαθλίωσης με 570 - 600 ευρώ!
Μάλιστα, ο πτωχευμένος απειλείται ακόμα και με ποινή φυλάκισης όταν επιδίδεται σε «ριψοκίνδυνες συμπεριφορές», όπως θα το εννοούν τραπεζικοί όμιλοι και αστικό κράτος.
Αυτό το αίσχος βαφτίζει η κυβέρνηση... δεύτερη ευκαιρία, προφανώς για τις τράπεζες και το αστικό κράτος, να ξαναληστέψουν τα λαϊκά στρώματα που τσάκισαν πρώτα με τη φοροληστεία, τα ληστρικά επιτόκια και τα πανωτόκια.
Με το νομοσχέδιο πέφτει παράλληλα και η «αυλαία» για ό,τι είχε απομείνει σε δικαστική προστασία για την πρώτη κατοικία των λαϊκών στρωμάτων.
Μπροστά στο ξεσάλωμα των πλειστηριασμών και εκβιασμών που βρίσκονται μπροστά, η κυβέρνηση επιχειρεί χωρίς ντροπή να βαφτίσει «προστασία των ευάλωτων οφειλετών» το γεγονός ότι αφού πρώτα θα μεταβιβάζουν την κυριότητα του σπιτιού τους σε ιδιωτικό φορέα που θα δημιουργηθεί για το σκοπό αυτό, στη συνέχεια - υπό όρους πάντα και αφού «ξετινάζοντας» όλα τα στοιχεία τους αποδειχτεί ότι ξύνουν τον πάτο της φτώχειας - θα δίνεται η δυνατότητα στα λαϊκά στρώματα να γίνουν... νοικάρηδες στα σπίτια τους.
Κι αυτό με τη μόνιμη απειλή έξωσης από τις τράπεζες, αφού σε περίπτωση που δεν καταβάλλει έγκαιρα 3 στη σειρά μηνιαία μισθώματα, η τράπεζα θα έχει το ελεύθερο να καταγγείλει τη σύμβαση και βέβαια να προχωρήσει άμεσα σε πλειστηριασμό.
Μετά τα 12 χρόνια, τα λαϊκά στρώματα θα μπορούν να ...ξαναπληρώσουν για να αγοράσουν το σπίτι τους, ενώ χαρακτηριστικό είναι πως ό,τι έχει δώσει ο πτωχευμένος αυτά τα 12 χρόνια, αλλά και όσα είχε καταφέρει να αποπληρώσει πριν την πτώχευσή του, δεν θα συνυπολογίζονται σε περίπτωση αγοράς. Και φυσικά αν δεν φανεί «φερέγγυος» τα χάνει όλα.
Ως «καρότο» αλλά και ως μέσο ώστε να διασφαλίζεται η αποπληρωμή, επί της ουσίας δηλαδή ως άλλη μια έμμεση «διασφάλιση» για τις τράπεζες, για ένα μόνο τμήμα των οφειλετών προβλέπεται και μια μικρή κρατική επιδότηση, για διάστημα μέχρι 5 ετών και εφόσον ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις αποπληρωμών του δανείου, αλλά και στα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια, που πρέπει να εκπληρώνονται σωρευτικά, στα οποία προστέθηκε και αυτό της «σημαντικής μείωσης των οικογενειακών εισοδημάτων το τελευταίο εξάμηνο», πετώντας δηλαδή ακόμη περισσότερους εκτός.
Προκλητικός όμως είναι και ο ισχυρισμός της κυβέρνησης ότι με τον νέο πτωχευτικό κώδικα δίνεται «δεύτερη ευκαιρία» για επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους.
Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση όχι μόνο δεν τους διευκολύνει να απαλλαγούν από τα χρέη που συσσωρεύονται, αλλά αντίθετα επειδή γνωρίζει την αδυναμία πληρωμής που αυτοί έχουν, σφίγγει τη θηλιά, φέρνει fast track πλειστηριασμούς, ρευστοποίηση της περιουσίας τους (κατοικιών, μαγαζιών, εργαλείων δουλειάς μικροεπιχειρήσεων κ.λπ.), αλλά και δέσμευση μέρους του ετήσιου εισοδήματός τους.
Τους οδηγεί δηλαδή σε μόνιμη ομηρία, ενώ μόνο ως αστείο ακούγονται οι κυβερνητικοί ισχυρισμοί ότι μετά την πτώχευση ο επαγγελματίας θα διατηρεί την άδεια άσκησης επαγγέλματος για να ξεκινήσει ξανά, αφού πρώτα θα έχει χάσει κάθε περιουσιακό στοιχείο, συμπεριλαμβανομένης και της πρώτης κατοικίας, θα έχει δεσμευτεί μέρος του ετήσιου εισοδήματός του προκειμένου να αποπληρωθούν τράπεζες, κράτος και άλλοι πιστωτές, όπως ΔΕΗ κ.τ.λ.
Παράλληλα, η κυβέρνηση, ψάχνοντας «άλλοθι» και αξιοποιώντας τη στάση των γνωστών συνδικαλιστικών ηγεσιών, παρουσιάζει ως τάχα «επιπρόσθετη προστασία» τη θέσπιση ηλεκτρονικού μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης οφειλετών και συμβουλευτικών δομών για τους πτωχευμένους, λες και το πρόβλημα των αυτοαπασχολούμενων είναι η άγνοια ή η έλλειψη ενημέρωσης για το πού βαδίζει η επιχείρησή τους, και όχι τα μειωμένα εισοδήματά τους, ειδικά στις συνθήκες κρίσης, η κυριαρχία των μονοπωλιακών ομίλων στην αγορά, οι αντιλαϊκές πολιτικές που εφάρμοσαν κυβερνήσεις - ΕΕ και τους έχουν οδηγήσει στη χρεοκοπία.
Αλλά και στις αλλαγές στον εξωδικαστικό συμβιβασμό όλα καθορίζονται από τη διάθεση των τραπεζών. Δηλαδή αν η τράπεζα δεν θέλει εξωδικαστικό αυτός δεν γίνεται, ενώ η τράπεζα είναι αυτή που θα καθορίσει ακόμα και ποιος θα είναι ο σύνδικος του οφειλέτη!
Την ίδια ώρα, σε ό,τι αφορά τις μεγάλες επιχειρήσεις η κήρυξη της πτώχευσης ανοίγει διάπλατα την πόρτα σε μαζικές απολύσεις εργαζομένων και μάλιστα χωρίς την προβλεπόμενη αποζημίωση, προκειμένου η προβληματική επιχείρηση να αποδοθεί «καθαρή» στους νέους ιδιοκτήτες.
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, «σε κάθε περίπτωση πτώχευσης, για το κύρος της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας δεν απαιτείται η καταβολή αποζημίωσης», «οι απαιτήσεις των μισθωτών από μισθούς και λοιπές παροχές που γεννήθηκαν πριν την κήρυξη της πτώχευσης, (...) αποτελούν πτωχευτικές απαιτήσεις, για τις οποίες οι μισθωτοί ικανοποιούνται ως πτωχευτικοί πιστωτές...».
Παράλληλα, προβλέπεται πως «μισθωτός που πραγματικά συνεχίζει να παρέχει την εργασία του μετά την κήρυξη της πτώχευσης, για τους μισθούς και τις συναφείς παροχές, ικανοποιείται ως ομαδικός πιστωτής», γεγονός βέβαια που μεταφράζεται σε παροχή τζάμπα δουλειάς, προκειμένου να ανακάμψουν η «αναδιαρθρωμένη» επιχείρηση και τα κέρδη των μετόχων της.
Αυτό το αίσχος φέρει την υπογραφή τόσο της σημερινής κυβέρνησης αλλά και της προηγούμενης του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και των υπόλοιπων αστικών κομμάτων που - παρά τις διαφορές στα «σημεία» - συμμερίζονται τη «στρατηγική στόχευση» πίσω από το νομοσχέδιο, που δεν είναι άλλη από τη στήριξη των τραπεζών, τη «ρευστότητα» επιχειρηματικών ομίλων και «επενδυτών».
Ηταν μάλιστα πολύ κατατοπιστική η αντιπαράθεση που εκτυλίχθηκε χτες στην Επιτροπή ανάμεσα στον υπουργό Χρ. Σταϊκούρα και τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Ευ. Τσακαλώτο. Ο Ευ. Τσακαλώτος ζήτησε εξηγήσεις από τον υπουργό όσον αφορά τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, γιατί δεν εφαρμόζει την «πρόταση του κυρίου Στουρνάρα, του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας για τη bad bank, όπου θα θέλαμε να ξέρουμε την άποψή σας γι' αυτή την πρόταση» και να αναρωτιέται «πού είναι το ολιστικό σχέδιο της κυβέρνησης;».
Ο Χρ. Σταϊκούρας απαντώντας στις διαμαρτυρίες του Ευ. Τσακαλώτου είπε ότι «υπήρχε μια δέσμευση της προηγούμενης κυβέρνησης, να προχωρήσει σε νομοθέτηση αυτού του πονήματος, που σήμερα συζητάμε. Σε αυτήν την κατεύθυνση λειτουργήσαμε, σε αυτήν την κατεύθυνση δουλέψαμε» και κατέθεσε τη σχετική αλληλογραφία της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής...
Η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Μαρία Κομνηνάκα, και στη χτεσινή της παρέμβαση στην Επιτροπή τόνισε ότι η μία κυβέρνηση συνεχίζει πάνω στα αποκαΐδια που άφησε η άλλη, για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων για ρευστότητα, πως ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ ευθύνονται για το γεγονός ότι αφήνουν απροστάτευτη τη λαϊκή κατοικία έναντι των τραπεζών, όπως επίσης και για την υπερχρέωση και τα αδιέξοδα των λαϊκών νοικοκυριών.
Απαίτησε την απόσυρση του νομοσχεδίου, μεταφέροντας το αίτημα που προβάλλουν με τις κινητοποιήσεις τους εργαζόμενοι, αυτοαπασχολούμενοι, μικροί επαγγελματίες, βιοτέχνες έμποροι, επιστήμονες που καταλαβαίνουν ότι πλέον η ΝΔ έρχεται να τραβήξει τελείως «το χαλί κάτω από τα πόδια» τους, παραδίδοντας ό,τι έχουν και δεν έχουν στις τράπεζες.
Παράλληλα, σε ό,τι αφορά τους επαγγελματίες τόνισε πως «αν οι πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης ήταν να δοθεί ανάσα σε όλους αυτούς τους μικρούς επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους, δεν θα κώφευε όλο το προηγούμενο διάστημα - όπως κάνει σήμερα - μπροστά στα δίκαια αιτήματά τους για επανένταξη στο αφορολόγητο, για κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, για οριστική διαγραφή μέρους των χρεών που φορτώθηκαν στην προηγούμενη κρίση προς την εφορία, τα ταμεία και τις τράπεζες και βέβαια για το αίτημα για πραγματική προστασία της πρώτης κατοικίας».
Και τόνισε ότι αν ήθελε η κυβέρνηση να προστατεύσει τους ευάλωτους οφειλέτες, θα έκανε δεκτή «την πρόταση νόμου του ΚΚΕ, αυτή που απορρίψατε κατ' επανάληψη, τόσο εσείς όσο και η προηγούμενη κυβέρνηση, που είχε ως βασική λογική τη δραστική μείωση των χρεών των λαϊκών οικογενειών προς τις τράπεζες, με διαγραφή των τόκων, το ουσιαστικό κούρεμα του χρέους, ώστε να δίνεται πραγματική διέξοδος και όχι παράταση της ομηρίας σε μία ή περισσότερες δόσεις. Αυτή είναι η πραγματική απαλλαγή από τα χρέη προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων και όχι, βέβαια, για την ενίσχυση των τραπεζών που όλοι κόπτεστε και σπεύδετε, με πλείστες όσες ανακεφαλαιοποιήσεις, να κάνετε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου