Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2020

Η Ιστορία διδάσκει...


 Με στοιχεία από παλιότερα δημοσιεύματα της εφημερίδας και από δύο πολύτιμα βιβλία - εκδόσεις της «Σύγχρονης Εποχής», το «Φασισμός και Κοινωνική Επανάσταση» του Ρατζάνι Πάλμε Ντατ και το «Ποιος βοήθησε τον Χίτλερ;» του Ιβάν Μιχαΐλοβιτς Μάισκι





Το βιβλίο του Μάισκι, με εξώφυλλο φωτο

γελοιογραφία που σατιρίζει το σύνθημα του Χίτλερ

«Με ακολουθούν εκατομμύρια» ...

δείχνοντας ποιοι τον στήριξαν

Με αφορμή την καταδίκη της ναζιστικής εγκληματικής Χρυσής Αυγής, επανέρχεται με ποικιλόμορφη αρθρογραφία στον αστικό Τύπο η προσπάθεια ο φασισμός να εμφανιστεί ως κάτι ξένο και εχθρικό προς την «αστική δημοκρατία», ως αποτέλεσμα ενδυνάμωσης του «αντισυστημισμού» και του «λαϊκισμού», και βέβαια ως ένα από τα «δύο ολοκληρωτικά άκρα που απειλούν τις σύγχρονες ελεύθερες δημοκρατικές κοινωνίες...».

Εχει όμως ενδιαφέρον να κοιτάξουμε πίσω στην Ιστορία, η οποία διδάσκει, δίνει χρήσιμα συμπεράσματα για την άνοδο, τη στήριξη αλλά και την πολύμορφη αξιοποίηση του φασισμού - ναζισμού από τον καπιταλισμό, το γιατί έγινε κυβερνητική επιλογή σε συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες.

1. Φανατικός εχθρός του εργατικού κινήματος...

Οι ιδέες του φασισμού - ναζισμού δεν ήταν καινούργιες τις δεκαετίες του 1920 και του 1930. Ο ρατσισμός, ο μυστικισμός, οι αντιδραστικές αντιλήψεις ενισχύθηκαν σε συνθήκες που ο καπιταλισμός έχασε τον προοδευτικό του ρόλο στην κοινωνική εξέλιξη, άρχισε να σαπίζει, πέρασε στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξής του. Μέσα στις συνθήκες αυτές δυνάμωσε ο εθνικισμός, ο οποίος εγκατέλειψε τις απελευθερωτικές διακηρύξεις της εποχής των αστικών επαναστάσεων και έγινε σημαία του αλυτρωτισμού και των ιμπεριαλιστικών βλέψεων. Αυτές οι τάσεις ενισχύθηκαν στις συνθήκες του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και βέβαια αγκάλιασαν όλο το φάσμα των αστικών πολιτικών δυνάμεων, ακόμα και τα ρεφορμιστικά και οπορτουνιστικά κόμματα. Η άνοδος του εργατικού κινήματος, η νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης και της εργατικής εξουσίας στη Ρωσία, η επαναστατική περίοδος που ακολούθησε το τέλος του πολέμου και η αντεπανάσταση που εκδηλώθηκε σε βασικά ευρωπαϊκά κράτη, η συγκρότηση του Κομμουνιστικού Κινήματος, ήταν αυτά που οδήγησαν στην επιλογή διαμόρφωσης ενός μαζικού αντιδραστικού ρεύματος, με το καθήκον να αντιμετωπίσει την άνοδο του κομμουνισμού μέσα στην κοινωνία, με όρους κινήματος, και ταυτόχρονα να αποτελέσει εφεδρεία και για κυβερνητικές λύσεις, εκεί που η εναλλαγή κυβερνήσεων των παραδοσιακών αστικών κομμάτων δεν λειτουργούσε αποτελεσματικά.

Δεν είναι τυχαίο ότι τα βασικότερα στελέχη των φασιστικών - ναζιστικών ομάδων υπήρξαν πρώτα απ' όλα μέλη στρατιωτικών και παραστρατιωτικών οργανώσεων, οργανωμένων από το ίδιο το αστικό κράτος και τις κυβερνήσεις του σε συνθήκες πολέμου ακόμα, ως ειδικών δυνάμεων που πρωταγωνίστησαν στο χτύπημα των επαναστάσεων και του εργατικού κινήματος της περιόδου 1918 - 1922. Τέτοιοι ήταν οι Ιταλοί «Αρντίτι» αλλά και τα γερμανικά «Φράικοπς» που χτύπησαν την Επανάσταση του Γενάρη 1919 στο Βερολίνο, καθώς και άλλες εργατικές εξεγέρσεις, υπό την καθοδήγηση μάλιστα σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων.

Δεν είναι άλλωστε μυστικό ότι τόσο ο Μουσολίνι όσο και ο Χίτλερ είχαν υπηρετήσει ως πράκτορες μυστικών κρατικών υπηρεσιών. Ο δε Μουσολίνι για ένα διάστημα είχε στρατολογηθεί και από τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες.

Ο φασισμός - ναζισμός οργανώθηκε και στηρίχθηκε από το αστικό κράτος και τις κυβερνήσεις του ως ορκισμένος αντίπαλος του εργατικού κινήματος, τα δε στελέχη του είχαν δοκιμαστεί μέσα από διάφορες θέσεις στην υπεράσπιση της αστικής εξουσίας την κρίσιμη περίοδο μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αν λοιπόν ο φασισμός - ναζισμός είναι «άκρο», τότε πρέπει να ομολογήσουμε ότι είναι «άκρο» του συστήματος, εκπαιδεύτηκε και γαλουχήθηκε να πολεμά στο πλευρό των άλλων αστικών πολιτικών δυνάμεων ως επίσημο ή ανεπίσημο όργανο της αστικής εξουσίας απέναντι στο εργατικό κίνημα και το ΚΚ.

2. Ο φασισμός ανέβηκε στη διακυβέρνηση κοινοβουλευτικά...

Και στην περίπτωση της Ιταλίας και στην περίπτωση της Γερμανίας η φασιστική δικτατορία δεν πραγματοποιήθηκε από κάποιο στρατιωτικό πραξικόπημα, αλλά μέσα από θεσμικές και κοινοβουλευτικές διαδικασίες.

Στην περίπτωση της Ιταλίας, το 1922 ο Ιταλός βασιλιάς εκφράζοντας τη βούληση των ιταλικών μονοπωλίων όρκισε κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Μουσολίνι. Η κυβέρνηση που συγκρότησε ο Μουσολίνι, με δεδομένο ότι οι φασίστες δεν είχαν πλειοψηφία στη Βουλή, ήταν κυβέρνηση συνεργασίας με άλλα αστικά κόμματα. Μάλιστα, στις εκλογές του 1921 αλλά και του 1924 οι φασίστες είχαν πάρει μέρος σε μια εκλογική συμμαχία με άλλα δεξιά και κεντροδεξιά κόμματα, ανάμεσα στα οποία ήταν οι Φιλελεύθεροι και οι Χριστιανοδημοκράτες. Στις εκλογές του 1924 ο συνασπισμός αυτός κατέλαβε την πλειοψηφία στην ιταλική Βουλή. Ηταν το 1926 όταν τελικά οι φασίστες διέλυσαν και έβγαλαν εκτός νόμου όλα τα υπόλοιπα κόμματα.

Στην περίπτωση της Γερμανίας, μετά από επανειλημμένες εκλογές το κόμμα του Χίτλερ από μόλις 2,6% το Μάη του 1928 έφτασε να πάρει 33,1% το Νοέμβρη του 1932. Η εκλογική άνοδος του ναζιστικού κόμματος μέσα σε αυτά τα τέσσερα χρόνια ήρθε ως αποτέλεσμα όχι μόνο της δημαγωγίας του, αλλά κυρίως της στήριξής του από όλο και μεγαλύτερα τμήματα της αστικής τάξης, πολιτικών των παλιών αστικών κομμάτων, τμημάτων του κρατικού μηχανισμού και βεβαίως των μονοπωλιακών ομίλων. Είναι μάλιστα δεδομένο ότι το Νοέμβρη του 1932 εμφανίζεται μια κάμψη στην εκλογική δύναμη του ναζιστικού κόμματος, που τον προηγούμενο Ιούλη είχε πάρει το 37% των ψήφων. Ο Χίτλερ αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση το Γενάρη του 1933 με διορισμό του από τον Χίντεμπουργκ, ο οποίος είχε εκλεγεί Πρόεδρος της Γερμανίας και με τις ψήφους των Σοσιαλδημοκρατών. Στην πρώτη χιτλερική κυβέρνηση εντάχθηκαν πολιτικοί και από άλλα αστικά κόμματα. Η προβοκάτσια του εμπρησμού του Ράιχσταγκ, που οργανώθηκε από τους ίδιους τους ναζί, έδωσε την αφορμή για τις μεγάλες διώξεις ενάντια στο ΚΚ Γερμανίας παραμονές των εκλογών του Μάρτη του 1933, όπου το ναζιστικό κόμμα πήρε το 43% των ψήφων (σημειωτέον, το ΚΚ Γερμανίας, παρ' όλες τις διώξεις και με τον ηγέτη του, Ερνστ Τέλμαν, και 4.000 στελέχη του στη φυλακή, κατάφερε να πάρει 12%). Το καλοκαίρι του 1933 διαλύθηκαν όλα τα άλλα κόμματα πλην του ναζιστικού.

Οι φασιστικές δυνάμεις κέρδισαν πρώτα απ' όλα την εμπιστοσύνη της αστικής τάξης, η οποία κινητοποιήθηκε με όλες τις δυνάμεις της για να στηρίξει την άνοδο του φασισμού στη διακυβέρνηση, νομιμοποιημένου από τη λαϊκή ψήφο. Η αστική δημοκρατία στην πράξη «αυτοκαταργήθηκε», όταν ήταν φανερό ότι εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, της όξυνσης των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, της προοπτικής του πολέμου και της απειλής του εργατικού κινήματος, χρειαζόταν μια ανοιχτά δικτατορική αστική διακυβέρνηση, που όμως έπρεπε να έχει τη λαϊκή υποστήριξη.

3. Με τη σφραγίδα των μονοπωλιακών ομίλων...

Δεν είναι μυστικό, είναι καταγεγραμμένο ιστορικά, ότι στις 27 Γενάρη του 1932, σε μυστική συγκέντρωση που έγινε στο Ντίσελντορφ με τη συμμετοχή 300 εκπροσώπων των μονοπωλίων και του χρηματιστικού κεφαλαίου, ο Χίτλερ ανέπτυξε το πρόγραμμα του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος και υποσχέθηκε «να ξεριζώσει το μαρξισμό στη Γερμανία». Αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης ήταν η ολοκληρωτική στροφή των μονοπωλιακών ομίλων στη στήριξη των ναζί.

Τις πρώτες μέρες του Γενάρη του 1933, στο σπίτι του τραπεζίτη Σρέντερ στην Κολονία ο ίδιος και άλλοι ιδιοκτήτες μονοπωλίων, οι Φέγκλερ, Κίρντορφ και Τίσεν, συναντήθηκαν με τον Πάπεν, τον Χούγκεμπεργκ και τον Χίτλερ. Στη συνάντηση αποφασίστηκε η παράδοση της εξουσίας στους φασίστες.

Η αλήθεια είναι βέβαια ότι διορατικοί καπιταλιστές είχαν «επενδύσει» στον Χίτλερ ήδη από τα πρώτα του περιθωριακά βήματα. Ετσι, στην αρχή στηρίχτηκε οικονομικά από μικρότερους και μεσαίους καπιταλιστές, ιδιαίτερα από την περιοχή της Βαυαρίας. Οπως ήταν ο Φριτς Τίσεν, του αντίστοιχου μονοπωλιακού ομίλου, που τον Οκτώβρη του 1923 και ενώ είχε προηγηθεί το αποτυχημένο «πραξικόπημα της μπιραρίας», προσέφερε μερικές χιλιάδες χρυσά μάρκα στους ναζί, ενώ ακολούθησαν ο μεγαλοβιομήχανος Ερνστ φον Μπόρζιχ και άλλοι μεγαλόσχημοι. Και μιας και αναφερθήκαμε στο πραξικόπημα - οπερέτα του 1923, θυμίζουμε ότι τον Απρίλη εκείνου του χρόνου ο Χίτλερ καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκιση. Τελικά αποφυλακίστηκε το Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου, ενώ κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του είχε ευνοϊκά προνόμια, με μεγάλη αλληλογραφία με υποστηρικτές του και τακτικές επισκέψεις στελεχών του κόμματός του.

4. Το «μικρότερο κακό» της σοσιαλδημοκρατίας και ο ρόλος της στην άνοδο του φασισμού...

Δεν ήταν μόνο ότι οι σοσιαλδημοκράτες στις κρίσιμες στιγμές του 1932 - 1933 λειτούργησαν παραλυτικά στο να οργανωθεί από το εργατικό κίνημα της Γερμανίας - παρά τη μεγάλη επιρροή τους στα συνδικάτα - μια μαζική μαχητική αντίσταση στην άνοδο του ναζισμού, παρά τις εκκλήσεις του Γερμανικού ΚΚ.

Δεν ήταν μόνο η θέση που διαμόρφωσαν, ότι ήταν προτιμότερη μια κυβέρνηση με επικεφαλής τον Χίτλερ, γιατί τότε θα βρισκόταν υπό τον έλεγχο του κοινοβουλίου και θα αναγκαζόταν να εγκαταλείψει τις αντικοινοβουλευτικές απόψεις του.

Δεν ήταν μόνο οι κοινοβουλευτικές αυταπάτες που διαμόρφωναν στους εργάτες, ότι ο Χίντεμπουργκ - ναι, αυτός που διόρισε τον Χίτλερ καγκελάριο - θα έκλεινε το δρόμο στον Χίτλερ, και έφτασαν να τον ψηφίζουν αγκαζέ με τους μετέπειτα συνεργάτες των ναζί, του κόμματος του Πάπεν...

Ηταν πάνω απ' όλα η προδοτική τους στάση στην Επανάσταση του Νοέμβρη 1918 - Γενάρη 1919 στη Γερμανία. Ηταν αυτοί που όπλισαν το χέρι των «Φράικοπς», το χέρι των δολοφόνων της Λούξεμπουργκ και του Λίμπκνεχτ, που σαμποτάρισαν και κατέστειλαν κάθε εργατική εξέγερση της δεκαετίας του 1920. Ηταν η στάση τους την περίοδο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, το γεγονός ότι στήριξαν τις αστικές κυβερνήσεις που διεξήγαγαν τον πόλεμο. Ηταν πάνω απ' όλα ότι υπήρξαν οι κήρυκες του αντισοβιετισμού και του αντικομμουνισμού στην εργατική τάξη, ήταν η γραμμή της ταξικής συνεργασίας, η πολιτική στήριξης του καπιταλισμού για να τα βγάλει πέρα με την οικονομική κρίση, μέσα από μέτρα κρατικής παρέμβασης και γραμμή κοινωνικής συναίνεσης.

5. Οι «δυτικές δημοκρατίες» που χαριεντίζονταν με το τέρας...

Οι Αμερικανοί ιδιοκτήτες μονοπωλίων, όπως ο Μόργκαν, ο Ντιπόν, ο Ροκφέλερ και άλλοι, από το 1924 ενίσχυαν το χιτλερικό κόμμα. Τα αμερικανικά μονοπώλια, όπως η «Ford», η «General Motors» (μέσω της θυγατρικής της «Opel» και όχι μόνο), η «General Electric», η «Standard Oil», η IBM, η ΙΤΤ, η τράπεζα «Chase Manhattan» και πολλοί άλλοι, έκαναν τεράστιες επενδύσεις, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη. Η πρόοδος της ναζιστικής Γερμανίας στην καθαρά πολεμική παραγωγή, χάρη στα ξένα κεφάλαια, υπήρξε εντυπωσιακή. Στα χρόνια 1933 - 1939 τα πολεμικά έξοδα της Γερμανίας αυξήθηκαν πάνω από 12 φορές, ενώ η γερμανική πολεμική παραγωγή αυξήθηκε 22 φορές.

Η λεγόμενη πολιτική του «κατευνασμού», στην πραγματικότητα η προσπάθεια να στραφεί η χιτλερική Γερμανία άμεσα και γρήγορα κατά της ΕΣΣΔ, ήταν το κυρίαρχο στοιχείο της εξωτερικής πολιτικής της Μ. Βρετανίας, των ΗΠΑ, αλλά και της Γαλλίας, όπου κυβερνούσε το «αντιφασιστικό» Λαϊκό Μέτωπο. Η Συμφωνία του Μονάχου, το άνοιγμα δηλαδή του δρόμου στον Χίτλερ προς τα ανατολικά με το διαμελισμό της Τσεχοσλοβακίας, ήταν το επιστέγασμα αυτής της πολιτικής. Βεβαίως το γερμανικό κεφάλαιο έκανε καλά τους υπολογισμούς του και αποφάσισε να μην παίξει το παιχνίδι των Βρετανών και των Γάλλων. Ετσι, επέλεξε να έχει καλυμμένα τα νώτα του από τα δυτικά και να συγκεντρώσει πρώτα τον απαραίτητο όγκο των υλικών και των πολεμικών δυνάμεων που θα του επέτρεπαν μια αναμέτρηση με τον βασικό του στόχο, την ΕΣΣΔ. Ετσι τα πράγματα ήρθαν αλλιώς στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο... Και πάνω απ' όλα ήταν η αποφασιστικότητα και ο ηρωισμός της ΕΣΣΔ και του Κόκκινου Στρατού, των κομμουνιστών που πρωτοστάτησαν στα απελευθερωτικά αντιστασιακά κινήματα, οι παράγοντες που επέτρεψαν να αλλάξει η πορεία του πολέμου, τσακίζοντας τελικά το φασισμό μέσα στο ίδιο του το λίκνο.


Κ. Κ.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου