Ο ψευδεπίγραφος τίτλος του νομοσχεδίου, «Για την αναβάθμιση του σχολείου και την ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών», δεν μπορεί να κρύψει ότι πρόκειται για μια αντιδραστική «τομή» που οδηγεί με ακόμα μεγαλύτερη ταχύτητα σε σχολεία πολλών ταχυτήτων, ένταση των ταξικών φραγμών, παραπέρα μορφωτική υποβάθμιση και ασφυκτικό έλεγχο στους εκπαιδευτικούς για την υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής, με «αξιολογητή» το κεφάλαιο και τους στόχους του.
Οι τέσσερις άξονες των αντιδραστικών αλλαγών αφορούν τη μεγαλύτερη «αυτονομία» της σχολικής μονάδας, την «αξιολόγηση» των εκπαιδευτικών, τις δομές της Εκπαίδευσης και την Εκκλησιαστική Εκπαίδευση.
Με τα περί «αυτονομίας» της σχολικής μονάδας, η οποία αναφέρεται συνολικά στη λειτουργία της, συμπεριλαμβανομένων παιδαγωγικών ζητημάτων και της λήψης αποφάσεων, η κυβέρνηση επιδιώκει, σύμφωνα και με τις σχετικές κατευθύνσεις της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, την παραπέρα «απαλλαγή» του κράτους από την υποχρέωση της χρηματοδότησης, της στελέχωσης, της επιμόρφωσης.
Οι γονείς θα κληθούν έτσι να βάλουν ακόμα πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη, την ώρα που με «δεδομένο» το πλαίσιο υποχρηματοδότησης, και με τα σχολεία να σπρώχνονται να ζητιανεύουν χρηματοδοτήσεις και χορηγούς, και να «αξιοποιούν» τις υποδομές τους, ανοίγουν «πόρτες και παράθυρα» ώστε οι επιχειρηματικοί όμιλοι να έχουν απευθείας παρέμβαση σε όλα τα επίπεδα της Εκπαίδευσης, οδηγώντας με μαθηματική ακρίβεια σε κατηγοριοποίηση σχολείων, ακόμα μεγαλύτερους ταξικούς φραγμούς για τα παιδιά των εργατικών - λαϊκών οικογενειών.
Την ίδια ώρα, άλλωστε, η κυβέρνηση «τρέχει» τις συγχωνεύσεις και τα κλεισίματα σχολείων, ενώ τα χιλιάδες κενά των εκπαιδευτικών διατηρούνται.
Αλλά και η εμπειρία από χώρες που έχουν προωθήσει αντίστοιχα μέτρα - την οποία επικαλείται και το υπουργείο Παιδείας - είναι αποκαλυπτική, με σχολεία και παρεχόμενη εκπαίδευση ανάλογα με τις τσέπες των γονιών, ευάλωτα σε κάθε είδους απαιτήσεις χορηγών, ακόμα πιο βαριά πλήγματα στα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών και στο περιεχόμενο της μόρφωσης.
Καμία σχέση με την πραγματικότητα δεν έχουν όμως και τα περί «αναβάθμισης του μαθήματος» και «ουσιαστικής μόρφωσης» που τάχα θα φέρουν οι αντιδραστικές αλλαγές που δρομολογούνται, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση.
Η λεγόμενη «αυτόνομη» σχολική μονάδα κάθε άλλο παρά ελεύθερη να διατελέσει τον παιδαγωγικό της ρόλο θα είναι: Αντίθετα, θα είναι ακόμα πιο εξαρτημένη από κάθε είδους επιχειρηματικά συμφέροντα και από τα «θέλω» των επιχειρηματικών ομίλων.
Ενώ η ως τώρα πείρα από το σχολείο των εφήμερων δεξιοτήτων επιβεβαιώνει πως αυτό όχι μόνο δεν είναι η απάντηση στο σημερινό αποκρουστικό σχολείο - εξεταστικό κέντρο, αλλά η άλλη όψη του.
Οχι μόνο δεν εξασφαλίζει την ολόπλευρη μόρφωση που θα βοηθά τους νέους να ερμηνεύσουν την κίνηση της φύσης και της κοινωνίας, όπως επιτάσσουν οι σύγχρονες ανάγκες για το σχολείο του 21ου αιώνα, αλλά «εγγυάται» το ακριβώς αντίθετο, την αμορφωσιά, την υποκατάσταση της μόρφωσης με ασύνδετες «γνώσεις» και δεξιότητες στα μέτρα του κεφαλαίου.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι εξαγγελίες για το λεγόμενο «πολλαπλό βιβλίο», που ανοίγει επικίνδυνους δρόμους για τη διαφοροποίηση του περιεχομένου της Εκπαίδευσης, αντί για σύγχρονα, ενιαία και παιδαγωγικά τεκμηριωμένα εκπαιδευτικά προγράμματα και σχολικά βιβλία ίδια για όλα τα παιδιά, γραμμένα με βάση την επιστημονική αλήθεια, που θα συμβάλλουν στην ολόπλευρη μόρφωση με βάση την επιστήμη. Αυτό ενώ πολλά είναι και τα ερωτήματα για την υλοποίηση του μέτρου, π.χ. για τη δωρεάν παροχή του σε αυτή ή σε κάποια επόμενη φάση.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα κληθεί να λειτουργήσει και με αυτά τα κριτήρια θα κληθεί να «αξιολογηθεί» ο εκπαιδευτικός, με ασφυκτικό έλεγχο για το πόσο προωθεί αυτήν την πολιτική.
Η κυβέρνηση και εδώ παραπλανητικά συνοδεύει τις σχετικές ανακοινώσεις με ισχυρισμούς ότι «όποιος αξιολογεί αξιολογείται» και περιγράφοντας τον χαρακτήρα της «αξιολόγησης» ως «βελτιωτικό, μη τιμωρητικό, ως μηχανισμό ενδυνάμωσης των εκπαιδευτικών και διαρκούς βελτίωσης της παρεχόμενης εκπαίδευσης και του σχολείου».
Η υποκρισία σπάει κοντέρ: Αλήθεια, μήπως δεν ξέρει τα χρόνια και μεγάλα προβλήματα στη λειτουργία των σχολείων, την υποχρηματοδότηση, τις σοβαρές ελλείψεις σε μόνιμους εκπαιδευτικούς, τις ανισότητες και τα εμπόδια σε βάρος των παιδιών της λαϊκής οικογένειας; Δεν ξέρει τίποτα για τις μορφωτικές και άλλες επιπτώσεις που είχε και η πανδημία και η διαχείρισή της, για τις οποίες δεν έχει κανένα σχέδιο αντιμετώπισής τους;
Τα περί ενίσχυσης των εκπαιδευτικών είναι προκλητικά. Τα λένε σε εκείνους που γυρνάνε για χρόνια με μια βαλίτσα στο χέρι όλη τη χώρα για να καλύψουν πραγματικές ανάγκες χωρίς μόνιμη και σταθερή δουλειά, αλλά θα ελέγχονται για το κατά πόσο κυνηγάνε και εφαρμόζουν τις σύγχρονες αντιπαιδαγωγικές θεωρίες, τις δεξιότητες αντί της ολοκληρωμένης γνώσης...
Και μάλιστα, όπως αφήνουν να εννοηθεί διάφοροι «λαγοί» των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων, «επί ποινή απόλυσης», με δεδομένο και ότι το νέο πλαίσιο του δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα ανοίγει τέτοιο δρόμο.
Αλλά και ο άξονας που αφορά τις δομές Εκπαίδευσης και τα στελέχη Εκπαίδευσης δεν είναι άσχετος με τους παραπάνω στόχους: Ενδεικτική ήταν η πρόσφατη προτροπή «συμβούλου παιδαγωγικής ευθύνης» προς τον Σύλλογο Διδασκόντων ΕΠΑΛ του Πειραιά να απευθυνθεί στην ομάδα του Ολυμπιακού και στην Ενωση Ελλήνων Εφοπλιστών προκειμένου να αναπτύξει «καινοτόμες δράσεις» και να εξασφαλίσει πόρους για τη χρηματοδότησή του...
Ολα τα παραπάνω αποτελούν πάγιες αξιώσεις από διεθνείς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, κεντρικές στρατηγικές επιλογές για τα συστήματα Εκπαίδευσης, ενώ βήματα προς την υλοποίησή τους έχουν γίνει από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις, έστω κι αν η επιβολή των μέτρων βρήκε ισχυρές αντιδράσεις από την εκπαιδευτική κοινότητα και τον λαό.
Καθόλου άγνωστη δεν είναι αυτή η στρατηγική και στον ΣΥΡΙΖΑ, που καμώνεται τώρα ότι βγαίνει στα κεραμίδια: «Κεντρική πολιτική επιλογή» χαρακτηριζόταν η αυτονομία της σχολικής μονάδας και από την κυβέρνησή του, που στοιχιζόταν με αντίστοιχες προτάσεις της ΕΕ, του ΣΕΒ και του ΟΟΣΑ, που οι ίδιοι ως κυβέρνηση κάλεσαν για να συντάξει σχετική έκθεση. Ενώ το πλαίσιο για την «αξιολόγηση» αποτελεί κλιμάκωση των βημάτων που έκανε η κυβέρνησή του με τον νόμο Γαβρόγλου.
Οι αντιδραστικές αλλαγές της κυβέρνησης της ΝΔ έρχονται να προσθέσουν έναν ακόμα βαρύ «κρίκο» στην πορεία αυτή. Αποτελούν κομμάτι μιας ολομέτωπης επίθεσης στα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών της λαϊκής οικογένειας, με το βλέμμα στη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας, της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων, και γι' αυτό το «αποκεντρωμένο» αυτό σχολείο όχι απλά είναι πίσω από τις πραγματικές διευρυνόμενες σύγχρονες ανάγκες, αλλά ανοιχτά εχθρικό προς αυτές.
Οι μαθητές, οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί, συνολικά ο λαός, πρέπει γρήγορα να βρεθούν σε θέσεις μάχης. Να αντιπαλέψουν, να βάλουν φραγμό στις νέες αντιδραστικές αλλαγές. Να περάσουν στην αντεπίθεση για το σχολείο των σύγχρονων αναγκών, για υψηλού επιπέδου μόρφωση, αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν για όλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου