«Ομοφωνία» μόνο στην πολιτική που φουντώνει την ενεργειακή φτώχεια
Η μόνη σταθερά για την ΕΕ παραμένει η «ενιαία απελευθερωμένη αγορά Ενέργειας», η «πράσινη μετάβαση» και οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας, κι αυτά φυσικά συνοδευόμενα από την αυξανόμενη ενεργειακή φτώχεια που πλέον αγκαλιάζει το σύνολο των ευρωπαϊκών λαών. Την ίδια στιγμή συνεχίζονται οι δηλώσεις - πρόκληση Ευρωπαίων αξιωματούχων προς τους εργαζόμενους, όπως η πρόσφατη του πρώην υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας Σόιμπλε, ο οποίος κάλεσε τους Γερμανούς πολίτες αυτόν τον χειμώνα να φορέσουν και... δεύτερο πουλόβερ.
Στο μεταξύ ο Ρώσος Πρόεδρος Βλ. Πούτιν, μιλώντας χθες σε ενεργειακό φόρουμ που πραγματοποιείται στη Μόσχα, ξεκαθάρισε ότι η Ρωσία δεν πρόκειται να προμηθεύει ενεργειακά προϊόντα σε χώρες που θα επιβάλλουν πλαφόν στις τιμές. Οπως δήλωσε χαρακτηριστικά, «η Ρωσία δεν θα λειτουργήσει ενάντια στην κοινή λογική, πληρώνοντας για άλλους από την τσέπη της. Σε αυτούς που θα επιλέξουν βρώμικα κόλπα και ξεδιάντροπο εκβιασμό, δεν θα δράσουμε ενάντια στα δικά μας συμφέροντα».
Τα επιχειρήματα της κυβέρνησης της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, σχετικά με τις αιτίες για την ενεργειακή φτώχεια και την ακρίβεια, αποδομούν πλήρως τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τα στοιχεία της πρόσφατης έκθεσης του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER), για την Ενέργεια. Το επιχείρημα ότι η αύξηση του κόστους της Ενέργειας είναι εισαγόμενο φαινόμενο και οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στον πόλεμο στην Ουκρανία καταρρέει σαν χάρτινος πύργος.
Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία του ACER, στη χώρα μας είχε ήδη καταγραφεί η δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση στην Ενέργεια, το 2021, σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Συγκεκριμένα, οι τιμές λιανικής του φυσικού αερίου στην Ελλάδα αυξήθηκαν το 2021, πολύ πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, κατά 46,3% σε σχέση με το 2020, ενώ μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε μόνο στη Σουηδία (+50,5%).
Το κόστος του ηλεκτρισμού από το 2010 έως το 2021, την περίοδο δηλαδή που έτρεξε αποφασιστικά η «απελευθέρωση» της Ενέργειας, πολύ πριν τον πόλεμο και τη σημερινή εκτόξευση των τιμών, είχε ήδη εκτιναχθεί κατά 52,8%.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Στο κεφάλαιο που εξετάζει τα δεδομένα για την ενεργειακή φτώχεια, η Ελλάδα φιγουράρει:
-- Στην πρώτη θέση σχετικά με το ποσοστό όσων αφήνουν απλήρωτους λογαριασμούς.
-- Στην πρώτη θέση με τις περισσότερες διακοπές ρεύματος λόγω οφειλών.
-- Στην τρίτη θέση σχετικά με το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι αδυνατούν να θερμάνουν αποτελεσματικά το σπίτι τους, με το 39,2% όσων ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας να δηλώνουν αδυναμία να ζεστάνουν το νοικοκυριό τους. Τα στοιχεία για την ενεργειακή φτώχεια, μάλιστα, δεν είναι για το τρέχον έτος, δηλαδή το 2022, αλλά για το 2020!
Για το 2022, το κόστος για ηλεκτρισμό στην Ελλάδα είναι το τρίτο υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ενωση, μετά από τα «πρότυπα» της Πορτογαλίας και της Νορβηγίας.
Το ποσοστό εισοδήματος που δαπανούν τα ελληνικά νοικοκυριά για να πληρώσουν τους λογαριασμούς ρεύματος το 2022 υπερβαίνει το 6%, από λίγο πάνω από 4% που ήταν το 2020, και είναι το υψηλότερο μετά την Πορτογαλία (προσεγγίζει το 8%) και τη Νορβηγία (πάνω από 7%).
Είναι ξεκάθαρο ότι και από τη χρονική στιγμή που έχουν προκύψει τα στοιχεία, αποτυπώνονται ουσιαστικά και οι πραγματικές αιτίες για την ενεργειακή φτώχεια, που είναι η «απελευθερωμένη» αγορά Ενέργειας, η «πράσινη μετάβαση» και το Χρηματιστήριο Ενέργειας, που θεσμοθετήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ το 2019. Αλλωστε, το γεγονός ότι το 2020, έναν χρόνο μετά την έναρξη του Χρηματιστηρίου Ενέργειας στη χώρα μας, εμφανίζονται οι μεγαλύτερες τιμές, αναδεικνύει το τι ακριβώς συμβαίνει.
Αυτό είναι που προσπαθούν να κρύψουν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, καθώς στην καρδιά του προβλήματος είναι η στρατηγική της ΕΕ και των αστικών κομμάτων στον τομέα της Ενέργειας, στρατηγική με την οποία συμφωνούν και υλοποιούν και οι δύο. Ετσι ακριβώς εξηγείται και το γεγονός ότι η μεν ΝΔ «παίζει» το χαρτί του πολέμου ως βασική αιτία, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ συμφωνεί μεν αλλά κάνει διαχειριστικού τύπου παρατηρήσεις, τις οποίες εμφανίζει ως πανάκεια για την ακρίβεια στο ηλεκτρικό ρεύμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου