Ένας νεκρός εργάτης και άλλοι τρεις τραυματίες ήταν ο χθεσινός τραγικός απολογισμός από τα εργατικά «ατυχήματα» - εργοδοτικά εγκλήματα: Ένας ακόμα απολογισμός του ακήρυχτου πολέμου που συνεχίζεται στους χώρους δουλειάς, με θύτες το κράτος και την εργοδοσία και θύματα τους ανθρώπους του μόχθου, που παίζουν τις ζωές τους «κορόνα - γράμματα» για το μεροκάματο.
Μόνο σύμπτωση δεν μπορεί να θεωρείται ότι τα νέα αυτά εργοδοτικά εγκλήματα συμβαίνουν την ίδια στιγμή που κλιμακώνεται η αντεργατική επίθεση, με το υπουργείο Εργασίας από τη μία να ενεργοποιεί την 6ήμερη εργασία στη βιομηχανία και άλλους μεγάλους χώρους και από την άλλη μέσω της «ψηφιακής κάρτας» να ξεχειλώνει ακόμα περισσότερο τον εργάσιμο χρόνο, με κάμποσες επιπλέον ώρες απλήρωτης δουλειάς.
Μιλάμε δηλαδή για συνθήκες εργασιακής εξόντωσης, σε συνέχεια όσων προβλέπονται από τους νόμους που φτιάχτηκαν για να εντείνουν την εκμετάλλευση, δηλαδή τα κέρδη για την εργοδοσία: Την απασχόληση σε πολλαπλούς εργοδότες, τις συμβάσεις ελαχίστων προβλέψεων, τη διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου. Με τους ίδιους νόμους κατοχυρώνεται ακόμα περισσότερο και η ασυλία στην εργοδοσία για το ξεσάλωμά της, όπως με τη μετατροπή της Επιθεώρησης Εργασίας σε «ανεξάρτητη αρχή», το ξεδόντιασμά της από προσωπικό και μέσα, μέχρι και εισαγγελικές συστάσεις να μη διερευνώνται καν «ατυχήματα ήσσονος σημασίας» σε χώρους δουλειάς, τα οποία συνήθως προειδοποιούν για τα τραγικά συμβάντα.
Το έδαφος, λοιπόν, ειδικά σε χώρους με μεγάλους κινδύνους, όπου τα μέτρα θα έπρεπε να είναι ακόμα πιο αυστηρά, είναι ναρκοθετημένο, με τους εργαζόμενους να μην ξέρουν από τι να πρωτοφυλαχτούν: Από τις ασυντήρητες εγκαταστάσεις και τις ελλείψεις σε μέτρα πρόληψης, αφού αυτά «κοστίζουν» για την εργοδοσία; Από τις ατέλειωτες ώρες δουλειάς, αφού η ακρίβεια και οι ανατιμήσεις εξανεμίζουν το μεροκάματο, οπότε χιλιάδες είναι όσοι αναζητούν και δεύτερη εργασία, σύμφωνα και με το «δικαίωμα» που κατοχύρωσε η κυβέρνηση; Από τη θερμική καταπόνηση, ειδικά αυτές τις μέρες με τους παρατεταμένους καύσωνες, που το υπουργείο Εργασίας ουσιαστικά έδωσε το «ελεύθερο» για δουλειά μέσα στο λιοπύρι; Από την ανύπαρκτη εκπαίδευση, αφού εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι δεν «στεριώνουν» ποτέ σε ένα πόστο, λόγω της γενίκευσης των συμβάσεων με ημερομηνία λήξης και των 7.000 απολύσεων την ημέρα; Από τα αυξημένα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης και τις συντάξεις πείνας, που αναγκάζουν εργάτες ακόμα και 65 ετών να ανεβαίνουν στα μαδέρια;
Όλα τα παραπάνω δεν είναι ούτε «αβλεψίες», ούτε «εξαιρέσεις» σε μια κατά τ' άλλα εργασιακή κανονικότητα. Γι' αυτό και τα «ατυχήματα» αντί να μειώνονται τα τελευταία χρόνια, με την ανάπτυξη νέων μέσων πρόληψης, αυξάνονται όσο περισσότερο ανεβάζει στροφές η καπιταλιστική ανάπτυξη, όσο περισσότερο ανοίγουν δουλειές για το κεφάλαιο. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2023 σύμφωνα με την Επιθεώρηση Εργασίας αναγγέλλονταν πάνω από 40 «ατυχήματα» την ημέρα και ένας νεκρός εργάτης κάθε τρεις μέρες. Κι αυτά παρά το «κουκούλωμα» της εργοδοσίας, τη μη καταγραφή όσων χαρακτηρίζονται «τροχαία» ή με «παθολογικά αίτια». Χώρια οι επαγγελματικές ασθένειες που θερίζουν και δεν υπάρχει καμία ενασχόληση με αυτές, από το κράτος και τις κυβερνήσεις στη χώρα μας.
Τα αποτελέσματα αυτού του ακήρυχτου πολέμου θα ήταν ακόμα πιο τραγικά αν οι εργαζόμενοι σε μεγάλους κλάδους και χώρους δουλειάς με ιδιαίτερη επικινδυνότητα δεν έδιναν τη μάχη, αν τα σωματεία τους δεν διεκδικούσαν και δεν πάλευαν κόντρα σε αυτό το εγκληματικό πλαίσιο, αν δεν συγκροτούσαν επιτροπές υγιεινής και ασφάλειας. Τέτοιοι μεγάλοι αγώνες για μέτρα προστασίας, άλλωστε, έχουν σημαδέψει συνολικά την εργατική τάξη, όπως στο λιμάνι του Πειραιά, στη Ζώνη, στη ΛΑΡΚΟ κ.α.
Στα απανωτά εργοδοτικά εγκλήματα και στις εργατικές διεκδικήσεις ενάντια στους χώρους δουλειάς - παγίδες θανάτου βρίσκει μια ακόμα έκφραση το σύνθημα «'Η τα κέρδη τους ή οι ζωές μας», αποκαλύπτοντας τον πραγματικό ένοχο: Την κερδοφορία του κεφαλαίου, που στραγγαλίζει κάθε σύγχρονη δυνατότητα περιορισμού των επαγγελματικών κινδύνων, εκθέτοντας διαρκώς τους εργαζόμενους σε νέους και πιο σύνθετους τέτοιους κινδύνους.
Γι' αυτό και είναι μονόδρομος η σύγκρουση με αυτήν την εγκληματική πολιτική, που θεωρεί «κόστος» την ίδια την υγεία και τη ζωή της εργατικής τάξης. Γιατί μόνο μέσα από αυτόν τον δρόμο μπορεί να γίνει πράξη η ζωτική ανάγκη ο εργαζόμενος να ζει με αξιοπρέπεια από τη δουλειά του και να επιστρέφει όρθιος από το μεροκάματο.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Τετάρτης 24 Ιούλη 2024.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου