Ο θύρσος, μακρύ και ευθύγραμμο ραβδί, προερχόμενο από κλαρί (γιγαντιαίου) μάραθου αποτέλεσε για την ελληνική μυθολογία
τελετουργικό εξάρτημα του θεού Διόνυσου και της συνοδείας του, των Μαινάδων, Σατύρων και άλλων. Συναντάται για πρώτη φορά στις Βάκχες του Ευριπίδη και μνημονεύεται συχνότερα στην Ελληνιστική εποχή. Όμως, για εμάς, η συμβολική του αξία έγκειται στο γεγονός ότι ο θύρσος χρησιμοποιήθηκε ως όπλο από τις Μαινάδες, οι οποίες, σύμφωνα με τον μύθο, αφού καμουφλάρισαν την αιχμή του δόρατός τους σε μορφή θύρσου, δολοφόνησαν με αυτό τον ένθερμο πολέμιο της λατρείας του Διονύσου, βασιλιά των Θηβών, Πενθέα, μένοντας στην Ιστορία ως «Μαινάδες θυρσολόγχες».
Θα αναρωτιέστε, βέβαια (κι όχι άδικα, βάσει της εισαγωγής) σε ποια δαιδαλώδη μονοπάτια της σκέψης θα εκτονώσουμε (κι) αυτή τη φορά τη λεκτική μας πληθωρικότητα (διάβαζε πολυλογία).
Οπλιστείτε με υπομονή κι έχετε τα μάτια σας ανοιχτά, είναι η μόνη μας απάντηση.
Στις 19 Αυγούστου 1965, στο μέγαρο “Bürgerhaus Gallus” της Φρανκφούρτης, ο αρχιδικαστής της δίκης με αριθμό αναφοράς ‘’4 Ks 2/63’’, Χανς Χοφμάγερ διάβασε την απόφαση του ειδικού δικαστηρίου που έκρινε τους υπευθύνους του Άουσβιτς, δηλώνοντας πως «ορισμένοι εξ ημών δεν θα μπορέσουμε να αντικρίσουμε ξανά τα χαρούμενα κι ευτυχισμένα μάτια ενός παιδιού, χωρίς να επανέλθουν στη μνήμη μας τα γεμάτα ερωτηματικά κι αγωνία μάτια των παιδιών που κατέληξαν στο Άουσβιτς», μπαίνοντας έτσι, μια για πάντα, στο παλμαρέ των προσωπικοτήτων παγκόσμιας αποδοχής.
Όμως, πριν λίγο καιρό, ο νεαρός ερευνητής Ματίας Ρίστιτς, σκαλίζοντας λίγο παραπάνω το παρελθόν του εμβληματικού δικαστή, ανακάλυψε τα «αποτυπώματά» του σε ύποπτα σημεία των γερμανικών αρχείων…
Πρόκειται, σύμφωνα με τον Ρίστιτς, για τον ίδιο άνθρωπο που κατά τη διάρκεια της δωδεκάχρονης επικυριαρχίας του Χίτλερ στη Γερμανία, χειρίστηκε υποθέσεις όπως αυτή μιας μικρής χωριατοπούλας, η οποία εξαναγκάσθηκε σε στείρωση, επειδή είχε προσβληθεί από μηνιγγίτιδα, ασθένεια που όπως είναι γνωστό δεν είναι κληρονομική. Όμως, ο Χοφμάγερ, ως διαπρύσιος υποστηρικτής της ευγονικής και της αγνότητας της Αρίας φυλής, αποφάνθηκε τότε, χωρίς οίκτο, πως το κορίτσι «ήταν ηλίθιο» και πως «είχε αποτύχει σε όλα τα μαθήματα στο σχολείο» κι έπρεπε να στειρωθεί [Καθημερινή, 1/4/19, «Στο «φως» το σκοτεινό παρελθόν του αρχιδικαστή της δίκης του Άουσβιτς»].
Ίσως είναι πλεονασμός, αλλά καλό είναι να θυμίσουμε ότι στον ενάμιση μήνα της δίκης του Άουσβιτς, κι ενώ οι 22 κατηγορούμενοι είδαν να παρελαύνουν μπροστά από το εδώλιό τους περίπου 360 επιζήσαντες του πολωνικού στρατοπέδου εξόντωσης· παρά τα αδιάσειστα στοιχεία που παρουσίασε στο δικαστήριο ο Φριτζ Μπάουερ -ο άνθρωπος που «ξετρύπωσε» τον εγκληματία Άντολφ Άιχμαν- οι δολοφόνοι, όχι μόνο δεν δικάστηκαν με βάση τον νομικό ορισμό των εγκλημάτων κατά της Ανθρωπότητας, όπως αυτά αναγνωρίζονται από τη διεθνή νομοθεσία, αλλά σύμφωνα με τους νόμους της Ομοσπονδιακής Γερμανίας, με τους 14 εξ αυτών να αντιμετωπίζουν ποινές έως 14 ετών, τους 6 ισόβια και τους άλλους να απαλλάσσονται λόγω έλλειψης αποδείξεων…
Ε, τι περίμενε κανείς από έναν πρώην φανατικό ναζιστή, θα βιαστούν κάποιοι να πουν.
Γνώμη μας είναι ότι το αποτέλεσμα αυτής της δίκης είναι το αποτέλεσμα των αποφάσεων που πάρθηκαν μέσα σε πολυτελή σαλόνια βιομηχάνων, χρηματιστών και πετρελαιάδων. Αποφάσεις που χάραξαν – όπως το καυτό σίδερο του κτηνοτρόφου τα ζώα του- το μέλλον της νεαρής τότε Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, αλλά και όλου (του δυτικού) μεταπολεμικού κόσμου.
Περιδιαβαίνοντας στα δύσβατα ιστορικά μονοπάτια του παρελθόντος, φτάνουμε στον Μάιο του 1949 και τον σχηματισμό της «γερμανικής» κυβέρνησης του ρωμαιοκαθολικού και σφόδρα αντικομμουνιστή καγκελάριου Κόνραντ Αντενάουερ στις ζώνες κατοχής των ΗΠΑ, Μ. Βρετανίας και Γαλλίας.
Πρόκειται για το τελικό στάδιο της απόφασης που πάρθηκε τον Δεκέμβρη του 1947 στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου, μας ενημερώνει το βιβλίο του Κ. Λουλουδάκη («Απ’ το Τρίτο Ράιχ στην Ε.Ε» (ΚΨΜ)), με τους Σοβιετικούς να απαντούν στις 10 Οκτώβρη 1949 παραδίδοντας την εξουσία στην κυβέρνηση της νεοσύστατης Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας.
Ο ίδιος ο Αντενάουερ, η καριέρα του οποίου ωφελήθηκε, όπως και πολλών άλλων, από τη διαίρεση της Γερμανίας, πίστευε, ως άλλος Γκουαϊδό, πως ήταν προορισμένος να δώσει τη μεγάλη «μάχη μεταξύ Χριστιανισμού και υλιστικού μαρξισμού».
Έχουν πλάκα οι «μαριονέτες» όταν προσπαθούν να ισορροπήσουν μεταξύ των γρυλισμάτων των ιμπεριαλιστικών «πιτ μπουλ» που υπηρετούν και της ιδεολογικής φούσκας στην οποία επιπλέουν, δε νομίζετε;
Στο θέμα μας και πάλι.
Διευθυντής της Καγκελαρίας και σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας ορίστηκε ο εμπνευστής των ναζιστικών νόμων της Νυρεμβέργης «περί της προστασίας του γερμανικού αίματος». Ο λόγος για τον Χανς Γκλόμπκε, τον υπεύθυνο για τις συνομιλίες και τη συνεργασία της ΟΔΓ με τους ναζί της άλλης πλευράς του Ατλαντικού, εκείνους που, αφού, διέφυγαν με τις ευλογίες του Βατικανού, του Ερυθρού Σταυρού και, φυσικά, των ΗΠΑ, αναβαπτίστηκαν στην αντικομμουνιστική «κολυμβήθρα του Σιλωάμ» και επάνδρωσαν τον εκτελεστικό βραχίονα της CIA, του ΝΑΤΟ, ακόμη και της ΝΑSA στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου [Για περισσότερες πληροφορίες επί του θέματος βλ. «Το χρονικό του Αύριο», Κ. Λουλουδάκης- Δ.Κούλαλης, Α/συνέχεια].
Επικεφαλής του κλιμακίου των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών στη χώρα ορίστηκε ένα άλλο κατακάθι της παρανοϊκής κακουργίας του Τρίτου Ράιχ, ο τέως αρχηγός της «Αbteilung Fremde Heere Ost» (ναζιστική υπηρεσία πληροφοριών σε όλο το ανατολικό μέτωπο), ο Ράινχαρτ Γκέλεν, ο οποίος, από κοινού με τον Αμερικανό στρατηγό Βάλτεν Μπέντελ Σμιθ οργάνωσε το αντικομμουνιστικό δίκτυο «Gehlen Organization». Με την είσοδο της Δυτικής Γερμανίας στο ΝΑΤΟ, το δίκτυο Γκέλεν μετεξελίχθηκε, φόρεσε την προβιά του κοινοβουλευτισμού και το μόνο που έμενε ήταν να αλλάξει ταμπέλα: BND, ονομάστηκε και αποτέλεσε την επίσημη κρατική υπηρεσία πληροφοριών της Δ. Γερμανίας…
Οικονομικός σύμβουλος του Καγκελάριου- μύστη «της ενιαίας Γερμανίας πάνω στα ακλόνητα θεμέλια του χριστιανισμού» ανέλαβε ο Χέρμαν Τζόζεφ Αμπς, διατελών μέλος από το 1940-45 της Deutsche Bank, με δάνεια της οποίας χρηματοδοτήθηκε το Άουσβιτς, μέλος του συμβουλίου της IG Farben, της Daimler- Benz και της Siemens, των ιδιωτικών κηφήνων, δηλαδή που έβλεπαν τα πλούτη τους να αυξάνονται μέσα από την μέχρι θανάτου εργασία στα κάτεργά τους των σκλάβων των ναζιστικών στρατοπέδων.
Επιπλέον, για να έχουμε μια πλήρη εικόνα για το βιογραφικό του συγκεκριμένου, πρόκειται για τον ιθύνοντα νου της «αριανοποίησης» των εβραϊκής ιδιοκτησίας εταιρειών, οικονομικό συμβουλάτορα του «φύρερ» και, μεταπολεμικά, διαχειριστή των κονδυλίων του σχεδίου Μάρσαλ για τη Γερμανία και πρόεδρο της Krupp AG από το 1968-70.
Έτσι, λοιπόν, έχοντας τοποθετήσει σε θέσεις-κλειδιά τους κινητές των φασιστικών νημάτων, ο Αντενάουερ ήταν έτοιμος να κυβερνήσει.
Ο Αντενάουερ, είπαμε; Σημειώστε λάθος.
Γιατί, κι εδώ επιβεβαιώνονται τα όσα είπαμε παραπάνω, πίσω από το αυστηρό πρόσωπο του Γερμανού Καγκελάριου βρισκόταν ένα επιτελείο από εκπροσώπους αμερικανικών επιχειρήσεων του στρατιωτικού- βιομηχανικού συμπλέγματος που μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα αποκατέστησε την προπολεμική διείσδυσή του στην οικονομία, αναστήλωσε και επέκτεινε τη βιομηχανική δραστηριότητα της ηττημένης χώρας, σύμφωνα με τις ανάγκες των Αμερικανών ολιγαρχών, μετατρέποντάς την έτσι σε έναν πιστό «στρατιώτη» στον μετά τον Β’ΠΠ κόσμο.
Ενδεικτικά, αναφέρουμε τους:
Ρ. Τζ. Γουάισορ, πρόεδρο της Republic Steel Corporation και υπεύθυνο των μεταλλουργικών θεμάτων της γερμ. βιομηχανίας,
Ε.Σ. Τζούνκε, πρόεδρο της General Motors στην Αμβέρσα, ο οποίος είχε υπ’ ευθύνη του τη μηχανική βιομηχανία της Γερμανίας,
Φ. Γκέθκε, πρώην δ/ντη των χυτηρίων και ορυχείων του Γ’ Ράιχ, τα οποία εκμεταλλευόταν η αμερικανικών συμφερόντων Anaconda Copper, ο οποίος ανέλαβε τη θέση τού επιβλέποντα τις εξορύξεις της Γερμανίας,
Π. Χόγκλουντ, πρώην εμπειρογνώμονα της γερμανικής γραμμής παραγωγής της General Motors επί Χίτλερ και μετέπειτα «προστάτη» της γερμανικής βιομηχανικής παραγωγής στο σύνολό της.
Όλο αυτό το συμφεροντολογικό συμπίλημα, λοιπόν, νομιμοποίησε ο Χοφμάγερ, έστω και ετεροχρονισμένα, με τη δικαστική σφραγίδα επικύρωσης της άφεσης αμαρτιών της ναζιστικής φρίκης ή, σωστότερα, της αρχής της ατομικής ευθύνης και της απάλειψης του συλλογικού χαρακτήρα των μαζικών τους εγκλημάτων.
«Η υιοθέτηση της αρχής της ατομικής ευθύνης», εξηγούσε παλαιότερα ο ιστορικός Δημήτρης Κουσουρής, «αποτέλεσε τη βασική καινοτομία της διεθνούς δικαιοσύνης μετά το τέλος του Β’ΠΠ, αφού- εκτός των άλλων, έδωσε τη-δυνατότητα- μέσω της- τιμωρίας μέρους μόνο από όλους όσοι –συνεργάστηκαν-με τους κατακτητές –να τεθούν- τα θεμέλια των λογής μεταπολεμικών εθνικών μύθων περί καθολικής(…) αντίστασης στη φασιστική κατοχή. Τα ΕΔΔ εφάρμοσαν και προσάρμοσαν αυτό το μοντέλο δικαιοσύνης στις συνθήκες και τις νομικοπολιτικές παραδόσεις της- κάθε- χώρας».
Ερχόμενοι στα καθ ημάς, ο Κουσουρής τονίζει ότι οι διώξεις των δωσιλόγων «έλαβαν τέλος (…)στις αρχές της δεκαετίας του 1950, σε μια διαδικασία που ο ιστορικός Νόρμπερτ Φράι συνόψισε με το τρίπτυχο «αμνήστευση, επανενσωμάτωση, αποστιγματισμός».
Η στατιστική σύγκριση δείχνει ότι η Ελλάδα είχε από τους χαμηλότερους αριθμούς καταδικασμένων (φιλο)ναζί στην Ευρώπη. Η μοναδική χώρα με αισθητά χαμηλότερο ποσοστό τιμωρίας ήταν η Ιταλία, όπου είχε δοθεί αμνηστία από τις πρώτες μεταπολεμικές στιγμές από τον Τολιάτι, που ως υπουργός Δικαιοσύνης παραδέχτηκε πως ήταν «πρακτικά αδύνατο να διωχθούν όλοι όσοι είχαν λάβει ταυτότητα του Φασιστικού Κόμματος».
Στη χώρα μας, στις πολιτικές δίκες των κατοχικών κυβερνήσεων οι βασικοί κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν, αλλά κανείς δεν εκτελέστηκε, όπως συνέβη αλλού. Ενώ, λογής ταγματασφαλίτες αντιμετωπίστηκαν με σκανδαλώδη επιείκεια από τα Ειδικά Δικαστήρια, που έφτασαν στο σημείο, μάλιστα, να τους αθωώνουν «δια λόγους βλακείας» ή και λόγω του «νεαρού της ηλικίας τους».
Τέλος, όσον αφορά τον οικονομικό δωσιλογισμό, ο Έλληνας ακαδημαϊκός τονίζει ότι «από τους εξέχοντες εκπροσώπους της προπολεμικής αστικής τάξης που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή, στην Ελλάδα δεν καταδικάστηκαν ούτε καν κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως συνέβη π.χ. στη Γαλλία».
Μια αναμενόμενη κατάληξη, βέβαια, αν συνυπολογίσει κανείς τις εμπιστευτικές διαβεβαιώσεις προς την ηγεσία των Ταγματασφαλιτών,(2/10/1944) ότι η αποκήρυξή τους από τον Παπανδρέου (9ος, 1944) και τους Βρετανούς(2ος, 1944) είναι εικονική, παράλληλα με την αξιοποίησή τους για την κάλυψη της λαθραίας εισαγωγής -προοριζόμενου για τις αντιεαμικές οργανώσεις- οπλισμού.
Αλλά και την απροσχημάτιστη απελευθέρωση, στις 9 Δεκέμβρη 1944, κι ενώ στην εξουσία βρίσκεται ο Παπανδρέου, 30 αξιωματικών του δωσιλογικού ΕΕΣ από τους Άγγλους, έπειτα από σχετική εισήγηση του Τσακαλώτου.
Για την Ιστορία, να αναφέρουμε ότι τουλάχιστον 1.000 ταγματασφαλίτες θα πολεμήσουν, ως συντεταγμένη μονάδα των κυβερνητικών στρατευμάτων, κατά τη μάχη της Αθήνας.
Έτσι, με το πρώτο επεισόδιο της εμφύλιας διαμάχης να έχει ήδη παιχτεί και με τους «συμμάχους» Βρετανούς, κι όχι μόνο, να έχουν λάβει ξεκάθαρη θέση, φτάνουμε στην άνοιξη του 1945 και την απαλλαγή των ιδρυτών των ταγμάτων ασφαλείας, στη μεγάλη δίκη των δωσιλόγων, από την κατηγορία της εσκεμμένης πρόκλησης εμφύλιας σύρραξης και υλοποίησης των κατακτητικών βλέψεων.
Σύμφωνα με το απαλλακτικό βούλευμα: «Ως απεδείχθη εκ της διαδικασίας, η υπό του Ι. Ράλλη συγκρότησις των Ταγμάτων Ευζώνων δεν απεσκόπει ούτε εις την άσκησιν βίας καθ’ Ελλήνων ένεκα της δράσεως των κατά των Ιταλογερμανών, ούτε εις διέγερσιν εμφυλίου πολέμου αλλά εις την αποκατάστασιν της δημοσίας τάξεως εν υπαίθρω και εις τας πόλεις, ήτις είχεν επικινδύνως διασαλευθή εκ της δράσεως κακοποιών στοιχείων εκτραπέντων εις την κατάλυσιν των αρχών, εις φόνους οργάνων της τάξεως και πολιτών, εμπρησμούς δημοσίων καταστημάτων», κ.λπ. «Δια ταύτα», συνέχιζε η απόφαση, «ο Ι. Ράλλης και η Κυβέρνησίς του απαλλάσσονται ως προς τα Τάγματα Ασφαλείας»[ « Η απόφασις του δικαστηρίου δια τους Έλληνας Κουίσλινγκ», Ελευθερία, 1/6/1945].
Παρόμοια τύχη επεφύλασσε το επίσημο κράτος και για τον διαβόητο διοικητή του «λόχου προπαγάνδας» του δωσίλογου συνταγματάρχη Πούλου, Ξενοφώντα Γιοσμά, ο οποίος μετέπειτα ενεπλάκη στην δολοφονία Λαμπράκη και αν και καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο από το Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων το 1945, αφέθηκε ελεύθερος το ’51, ύστερα από απονομή βασιλικής χάριτος και μια σκανδαλώδη «συγχώνευση» των ποινών του από το ΕΔΔ. Πιθανότατα, εικάζει ο δημοσιογράφος Τάσος Κωστόπουλος, σ’ αυτή τη διευθέτηση συνέβαλε ο παλιός του γνώριμος και Σ/χης του ΓΕΣ (ηγετικό στέλεχος της επίσης δωσιλογικής ΠΑΟ) Παναγιώτης Γούλας στον οποίο κατέφυγε επιστρέφοντας από τη Γερμανία.
Ήταν, βέβαια, χρήσιμοι, όπως και οι ομοϊδεάτες τους στη Γερμανία, σαν άλλες «Μαινάδες θυρσολόγχες», για τα νέα αφεντικά του πλανήτη, στον αγώνα επικυριαρχίας ενάντια στην κόκκινη απειλή.
Για αυτό και εξασφάλισαν, όχι μόνο την ηθική και πολιτική τους αποκατάσταση, αλλά και βδελυρά οφίτσια, όπως η σύνταξη χηρείας των Ταγματασφαλιτών που ίσχυε μέχρι το πρόσφατο παρελθόν.
Ήταν η επιβράβευση για την αποτελεσματική δουλειά που έκαναν αυτοί οι θλιβεροί υπερασπιστές της εκμεταλλευτικής τάξης του κέρδους στις πόλεις, στα χωριά, στα ξερονήσια. Μόνο που αυτή τη φορά δεν επάνδρωναν τα Τάγματα Θανάτου των ναζί, με τη σβάστικα στο μπράτσο, αλλά τον Εθνικό Στρατό με το εθνόσημο στο πηλίκιο.
«Τα μέτρα ασφαλείας της ελληνικής πολιτείας, ναι μεν είναι σκληρά, αλλά φέρνουν τρομερά αποτελέσματα στην καταπολέμηση του κομμουνισμού στην Ελλάδα» [ State Department’s memorandum: Greek executions and internal security measures (October 19490].
Το καλοκαίρι του 1949, το State Department και οι διπλωματικοί εκπρόσωποι των ΗΠΑ προβάρουν τη στολή του νικητή αναμένοντας την ταχεία εκπόρθηση των τελευταίων οχυρών του ΔΣΕ, βάζοντας έτσι ‘’οριστικό τέλος στην ηθική υπεροψία και την επικινδυνότητα της άκρας Αριστεράς στην Ελλάδα’’.
Ως εκ τούτου, το βάρος μετατοπίζεται στα «σκληρά μέτρα εσωτερικής ασφαλείας» που εφάρμοζε το κράτος των Αθηνών.
Όχι, λίγες φορές, η Πρεσβεία, με τη σύμφωνη γνώμη του State Department, προβαίνει σε διαβήματα στην ελληνική κυβέρνηση, τονίζοντας ότι οι συνθήκες διεξαγωγής των στρατοδικείων, αλλά και ο τρόπος λειτουργίας των «αναμορφωτηρίων» αμαύρωνε τη διεθνή εικόνα του παραθαλάσσιου προτεκτοράτου τους.
Προσχηματικά, βέβαια.
Αφού, όταν το γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα πίεσε για εκβάθυνση της δημοκρατίας και αποναζιστικοποίηση του κρατικού μηχανισμού στην Ελλάδα, ο Αμερικανός πρεσβευτής Grady ανταπάντησε πως «περαιτέρω εκδημοκρατισμός σήμαινε αυτόματα και μελλοντικό πάτημα για όσους επεδίωκαν την εγκαθίδρυση σοσιαλιστικού καθεστώτος». Κάτι τέτοιο, φυσικά, ήταν ανεπίτρεπτο.
Έτσι, τον Νοέμβριο του 1949, το καθεστώς της «αναμορφωτικής» βίας στο Πατριωτικό Πανεπιστήμιο της Μακρονήσου– έτσι εμφάνιζε στην κοινή γνώμη η κυβέρνηση το αμερικανικό Νταχάου στην Ελλάδα-, φτάνει σε νέα έξαρση βίας, προκαλώντας έντονες διαμαρτυρίες εντός και εκτός των ελληνικών συνόρων.
Μόνο που η καταδίκη δεν υπήρξε σύσσωμη…
Ο αντιπρόεδρος, φερειπείν, της Βουλής των Λόρδων της Μ. Βρετανίας σύστηνε το χιτλερικού τύπου κολαστήριο της Μακρονήσου ως «θαυμάσιο πείραμα άξιο να επαναληφθεί σε πολλές άλλες χώρες» [C.P. Rodocanachi, “A great work of civic readaptation in Grecce’’, 1949].
Αλλά και η Ύπατη Αρμοστεία των ΗΠΑ στη Γερμανία, έπειτα από την εκστρατεία των ελληνικών Αρχών για την «πληροφόρηση της κοινής γνώμης για τα αποτελέσματα(…) του πειράματος (…) αναπροσαρμογής πολιτών», ανακοίνωσε την πρόθεσή της να στήσει «στρατόπεδο αναπροσανατολισμού» για τους «νεαρούς κομμουνιστές εγκάθετους» που εξακολουθούσαν να διεισδύουν στο Δυτικό Βερολίνο με αντιαμερικανικούς σκοπούς, όπως παράνομη αφισοκόλληση κατά της ατομικής βόμβας. Με το σκεπτικό όλα αυτά τα «νεαρά υποχείρια» της κομμουνιστικής προπαγάνδας να μην κλειστούν σε κανονικές φυλακές, αλλά να «αναμορφωθούν» σε ειδικά εκπαιδευτήρια, η Αρμοστεία, ανέφερε το σχετικό τηλεγράφημα, επιθυμούσε να πληροφορηθεί όλα τα σχετικά- πρόγραμμα, μεθόδους, αλλά και ενδεχόμενες ατέλειες- με τις εμπειρίες του «ελληνικού εγχειρήματος» [ Ηigh Commisioner Germany, telegram to Athens Embassy (Sept. 11, 1950)].
Ωστόσο, σχολίαζε ο ιστορικός και ακαδημαϊκός Χάγκεν Φλάισερ, η Μακρόνησος έχασε την ανέλπιστη ευκαιρία να καταστεί πρότυπο στα διεθνή χρονικά της πολιτικής διαπαιδαγώγησης, μιας και η «ελληνική ευρεσιτεχνία» δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί στους «μολυσμένους» από την ανατρεπτική «νόσο» Γερμανούς νεαρούς, αφού οι νεοσύλλεκτοι του μαρτυρικού τόπου εξορίας βρίσκονταν υπό καθεστώς στρατιωτικών και όχι ποινικών διατάξεων, ενώ δεν αποδεικνυόταν από πουθενά ότι οι περισσότεροι «ανανήψαντες» αποτελούσαν «γνήσιους οπαδούς του κομμουνισμού», αλλά είχαν βαπτιστεί από τις διωκτικές αρχές ως κομμουνιστές και συνοδοιπόροι για μια σειρά από λόγους.
***
«Τι πάτε και θυμάστε», μας έγραφαν πρόσφατα στο Twitter. «Έχουμε 2019 και εσείς, αντί να παλέψετε σε παρόντα χρόνο, κάθεστε και ασχολείστε με όλα όσα συνέβησαν επτά δεκαετίες πριν. Πραγματικά, είστε εκτός τόπου και χρόνου»…
Για να τους απαντήσουμε: Από πότε η απόκρυψη των τεκμηρίων ενός στυγερού εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας και η συγκάλυψή του στη συνέχεια αποτελούν ενδεδειγμένο δρόμο διεκδίκησης της καλυτέρευσης των ζωών μας, σήμερα; Άραγε, τι θα συμβεί αν, σε μια εποχή κατά την οποία η σβάστικα παρουσιάζεται ως αρχαιοελληνικό σύμβολο, όταν δεν κοσμεί τα εμπορικά κέντρα, χωρίς αιδώ, σωπάσουμε γι’ όλα αυτά που υπέφερε ο πλανήτης απ’ τους αιμοδιψείς κέρβερους του φασισμού;
Τροφή για σκέψη και πολιτική εγρήγορση.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΛΑΛΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου