«Αυτή είναι η ανάπτυξη του 21ου αιώνα», λένε χαρακτηριστικά, «δεν υπάρχει εναλλακτική, αν θέλετε να λειτουργήσει η αγορά», συμπληρώνουν. Βάζουν βέβαια και έναν αστερίσκο, με το γνώριμο πάντα απαξιωτικό - αντικομμουνιστικό ύφος: «Εκτός αν θέλετε οικονομία "Σοβιετίας"», μπας και ξορκίσουν το ...κακό. Κάτι τέτοιες διατυπώσεις, εκτός από ένδειξη ψύχωσης, αποτελούν και μια έμμεση παραδοχή ότι πράγματι, εναλλακτική «διαχείριση» στο πλαίσιο του σημερινού σάπιου συστήματος δεν υπάρχει. Οτι πράγματι, οι όποιες «συνταγές», τα «πορίσματα» και τα «αντιπορίσματα», σαν αυτά που ψάχνει να παρουσιάσει ο ΣΥΡΙΖΑ, έχουν έναν παρονομαστή: Την πολύμορφη, ανοιχτή ή συγκαλυμένη ένταση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, τη διαρκή υποτίμηση αναγκών και δικαιωμάτων συνολικά των λαϊκών στρωμάτων, σε πλήρη αντίθεση με τις δυνατότητες της παραγωγής και της επιστήμης. Μόνο έτσι «μένουν όρθιοι» οι επιχειρηματικοί όμιλοι, μόνο έτσι στρώνεται έδαφος για επενδύσεις.
Η άλλη όψη όμως αυτής της παραδοχής είναι εξίσου ενδιαφέρουσα: Γιατί δείχνει ότι όποιος συνειδητοποιεί πως οι ανάγκες των εργαζομένων ασφυκτιούν μέσα στη σημερινή βαρβαρότητα, όποιος προβληματίζεται και ψάχνει τη διέξοδο από τον φαύλο κύκλο της κρίσης και της ανάπτυξης του καπιταλιστικού συστήματος, δεν έχει παρά να την αναζητήσει εκεί που συγκεντρώνεται όλο το μένος των κυβερνήσεων, της ΕΕ και των απολογητών τους: Σε μια οικονομική και κοινωνική οργάνωση που αναπτύσσεται με κριτήριο τις ανάγκες των εργαζομένων, όπου η Υγεία και η Πρόνοια δεν θα μπαίνουν στο εγκληματικό ζύγι του «κόστους - οφέλους», όπου ο λαός θα είναι ιδιοκτήτης στον παραγόμενο πλούτο. Οπου οι υποδομές θα σχεδιάζονται και θα αναπτύσσονται με βάση όχι τα προσδοκώμενα κέρδη μιας χούφτας πλουτοκρατών, αλλά το λαϊκό συμφέρον. Σε αυτό δηλαδή που αποτελεί εφιάλτη για την αστική τάξη και τα κόμματά της, αφού προϋποθέτει ότι για να ευημερήσει η κοινωνική πλειοψηφία πρέπει να πάψουν να υπάρχουν τα παράσιτα που την εκμεταλλεύονται.
Ολα δείχνουν ότι αυτή η συζήτηση μπορεί να ανοίξει ακόμα πιο πλατιά μέσα στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, μαζί με τις προϋποθέσεις για να γίνει πραγματικότητα αυτός ο δρόμος, που είναι και ο μόνος ελπιδοφόρος.
Σήμερα υπάρχει καλύτερο έδαφος για να αναδειχθεί αλλά και να συνειδητοποιηθεί από περισσότερες εργατικές - λαϊκές δυνάμεις ότι όσα ζει ο λαός μας με την εξέλιξη της πανδημίας, όπως και οι λαοί όλου του κόσμου, δεν αποτελούν καμιά «στρέβλωση» του κατά τ' άλλα «υγιούς» καπιταλισμού. Αντίθετα, βρίσκονται στα «ψιλά γράμματα» των εκθέσεων και των πορισμάτων για την καπιταλιστική ανάπτυξη. Σήμερα υπάρχουν πια περισσότερες αποδείξεις από ποτέ ότι καπιταλιστική ανάπτυξη σημαίνει ξεδοντιασμένα δημόσια συστήματα Υγείας, υποταγμένα στην επιχειρηματική δράση. Σημαίνει ανύπαρκτες ΜΕΘ, υποβαθμισμένη Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη - πανάκριβο εμπόρευμα. Σημαίνει γιατροί και νοσηλευτές με ημερομηνία λήξης. Σημαίνει χώροι δουλειάς χωρίς μέτρα προστασίας, σχολεία και Μέσα Μεταφοράς που αντί να προστατεύουν εκθέτουν σε πολλαπλούς κινδύνους εργαζόμενους και νεολαία.
Κι αν τα παραπάνω δεν πείθουν, υπάρχουν και οι εξελίξεις σε κλάδους όπου υπάρχει «άνθηση» της κερδοφορίας, παρά τη βαθιά κρίση. Υπάρχουν οι χρυσοί τζίροι των επιχειρηματικών ομίλων π.χ. σε Εμπόριο και Ταχυμεταφορές, στα Τρόφιμα, που για τους εργαζόμενους σημαίνουν 7ήμερη δουλειά ήλιο με ήλιο και μισθούς πείνας, καθημερινή αναμέτρηση με τις συνθήκες υπερμετάδοσης του κορονοϊού σε αποθήκες και σούπερ μάρκετ. Υπάρχουν κι άλλοι κλάδοι που όπως παρουσιάζεται «αντέχουν» στην κρίση, όμως αυτό για τους εργαζόμενους σημαίνει πρωτοφανή εντατικοποίηση, τηλεργασία, δουλειά όσο και όποτε θέλει ο εργοδότης. Κυρίως υπάρχουν οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί για τις «μεταρρυθμίσεις» που τρέχουν μέσα στην πανδημία, με πιο εμβληματικό το νομοσχέδιο με τις αντεργατικές ανατροπές του αιώνα, με το χτύπημα στη συνδικαλιστική δράση.
Είναι σίγουρο ότι η πολιτική του ΚΚΕ, οι θέσεις του και η δράση του σήμερα μπορούν να βρουν απήχηση σε περισσότερο εργατόκοσμο και νεολαία. Μπορούν να επιδράσουν περισσότερο, σε συνδυασμό με την πρωτοπόρα δράση των κομμουνιστών στο οργανωμένο εργατικό κίνημα, η οποία χαίρει εκτίμησης από κάθε άνθρωπο καλής θέλησης. Κι αυτό φαίνεται από την αποδοχή που είχε η αταλάντευτη στάση του Κόμματος απέναντι στις κυβερνητικές απαγορεύσεις, από το κλίμα αγωνιστικής ανάτασης που έδωσε αυτή η στάση, αλλά και ανακούφισης σε εργατικές - λαϊκές δυνάμεις για το γεγονός ότι παίρνει απάντηση ο κυβερνητικός αυταρχισμός.
Διανύουμε λοιπόν μια περίοδο που η λαϊκή δυσαρέσκεια μεγαλώνει, που τα ίδια τα αστικά επιτελεία προβληματίζονται για τη δυσκολία να πειστεί ο λαός ότι η κυβέρνηση «βαδίζει στον σωστό δρόμο». Προβληματίζονται από την αντικειμενική δυσκολία που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ να ενσωματώνει αυτήν τη λαϊκή δυσαρέσκεια.
Αν σε αυτά προστεθούν και διάφορες έρευνες που δείχνουν ότι ακόμα και σε νεότερες γενιές ο αντικομμουνισμός δεν έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, ότι παρά τους τόνους λάσπης και συκοφαντίας το όραμα της ανατροπής δεν θάβεται, γίνεται κατανοητό ότι υπάρχουν περιθώρια για να προωθήσουμε τη στρατηγική του Κόμματος ακόμα πιο πλατιά. Αυτό άλλωστε το αντιλαμβάνεται και η αστική τάξη με τα επιτελεία της, κάτι που εξηγεί τη λυσσαλέα επίθεση στο Κόμμα, την επιστράτευση κάθε πιθανού και απίθανου «επιχειρήματος», αλλά και της καταστολής απέναντι στο οργανωμένο εργατικό κίνημα.
Δεν πρέπει να πάει λεπτό χαμένο. Παρά τις δυσκολίες λόγω της πανδημίας, μπορούν οι Οργανώσεις του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, τηρώντας όλα τα μέτρα προστασίας, να διαδώσουν το κάλεσμα συστράτευσης με το Κόμμα και την πολιτική του πρόταση, που δίνει απαντήσεις στις αγωνίες και τα βάσανα της εργατικής τάξης. Ηδη οι ΚΟ αξιοποιούν κάθε μέσο και μορφή, όπως οι διαδικτυακές συζητήσεις, η ανταλλαγή αρθρογραφίας, η διάδοση του «Ριζοσπάστη» μέσω και του δικτύου συνδρομητών, οι προσφορές της «Σύγχρονης Εποχής» με παλιές και νέες εκδόσεις, το κουπόνι της Οικονομικής Εξόρμησης. Αυτή η συζήτηση αναπτύσσεται μέσα στη φωτιά της μάχης, μέσα στην οργάνωση της πάλης, η οποία δεν σταματά. Η απεργία στις 26 Νοέμβρη αφήνει πολύτιμη παρακαταθήκη στα σωματεία, στην ίδια την εργατική τάξη, αφού αποδείχθηκε ότι η αγωνιστική δράση μπορεί να εκφραστεί και στις πιο δύσκολες συνθήκες. Τώρα χρειάζεται να δυναμώσει αυτή η δράση «από τα κάτω» στους χώρους δουλειάς και τους κλάδους, η διεκδίκηση και η αναμέτρηση με την εργοδοσία και το κράτος της, με την κυβέρνηση και τα άλλα αστικά κόμματα, για τη ζωή και τα δικαιώματα των εργαζομένων. Αν η αστική τάξη επιδιώκει να κυριαρχήσουν ο φόβος και η υποταγή, ο «ατομικός δρόμος» και η παραίτηση, οι εργαζόμενοι, με μπροστάρηδες τους κομμουνιστές, θα δώσουν απάντηση με ένταση της πάλης από κάθε μετερίζι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου