«Ύφεση στον ορίζοντα» βλέπει ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ και προειδοποιεί ότι η Ευρωζώνη αντιμετωπίζει μια «πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση». Ο λόγος είναι η «συνύπαρξη του υψηλού πληθωρισμού με την οικονομική επιβράδυνση και τη χαμηλή ανάπτυξη», ενώ πληθαίνουν τα σημάδια μιας επικείμενης νέας οικονομικής κρίσης.
Στο έδαφος αυτής της «υψηλής αβεβαιότητας», όπως τη χαρακτηρίζει, διαβλέπει νέες προκλήσεις «για τις επιχειρήσεις και τη βιωσιμότητά τους» και συνιστά «σύνεση» στη διαχείριση της οικονομίας από την ΕΕ και τα κράτη - μέλη.
Όλα αυτά μόνο ως ...δελτίο θυέλλης μπορούν να ακούγονται για τον λαό, που είναι ο «συνήθης ύποπτος» για να πληρώσει έναν ακόμα λογαριασμό της ...«συνετής» αντιλαϊκής πολιτικής για τη θωράκιση της καπιταλιστικής κερδοφορίας, σε οικονομική ανάπτυξη και κρίση.
Τα «προεόρτια» έχουν ήδη αρχίσει με την αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ και τις κεντρικές τράπεζες των κρατών - μελών, που οδηγεί σε εκτόξευση του κόστους δανεισμού για τα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις, ενώ το πλάνο του «αποπληθωρισμού» περιλαμβάνει «σκέψεις» και για νέα περιοριστικά μέτρα.
Στη χώρα μας, για παράδειγμα, ενισχύονται οι «φωνές» ενάντια και σ' αυτές τις αυξήσεις - ψίχουλα που προβλέπονται για το 2023 στον κατώτατο μισθό, με την ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας να προειδοποιεί ότι «η εξέλιξη του μισθολογικού κόστους» δεν πρέπει να θέτει σε κίνδυνο «τα οφέλη σε όρους ανταγωνιστικότητας που επιτεύχθηκαν την τελευταία δεκαετία».
Στον αντίποδα, οι μεγάλες επιχειρήσεις ξεκοκάλισαν το πρώτο 10μηνο του 2022 πάνω από 9 δισ. κρατικό και ευρωπαϊκό χρήμα για τις επενδύσεις τους και βουτάνε όλο και πιο βαθιά το δάχτυλο στο «μέλι» του Ταμείου Ανάκαμψης, με τα 31 δισ. ευρώ.
Θεωρώντας μάλιστα βέβαιο ότι η κρατική στήριξη των επιχειρήσεων θα συνεχίζεται, η έκθεση της ΤτΕ προβλέπει πως οι επενδύσεις θα αυξάνονται ετήσια κατά 10% μεσοσταθμικά, «υποστηριζόμενες από την ενίσχυση της ρευστότητας στον τραπεζικό τομέα και από την αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων»!
Από αυτές τις εξελίξεις και μπροστά στις εκλογές, το συμπέρασμα που προκύπτει ανεπιφύλακτα είναι ότι δεν υπάρχει «συνταγή» διακυβέρνησης όπου να μη χάνει ο λαός για να κερδίζουν τα μονοπώλια.
Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα πλήρωσαν την καπιταλιστική κρίση του 2010 - 2019 με μνημόνια, περικοπές σε μισθούς και κρατικές δαπάνες, που αφορούν και τις πιο στοιχειώδεις ανάγκες τους.
Τώρα πληρώνουν τα κρατικά πακέτα στήριξης των ομίλων και τα άλλα επεκτατικά μέτρα διαχείρισης της τελευταίας κρίσης και της πανδημίας με την έκρηξη του πληθωρισμού, το πανάκριβο ρεύμα και τα καύσιμα.
Και, βέβαια, στο όνομα του «αποπληθωρισμού» και της διαφαινόμενης νέας κρίσης, αλλά και της διαχείρισης των συνεπειών από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, ράβεται ήδη το επόμενο κοστούμι για τον λαό, με νέο κύμα αντιλαϊκών μέτρων.
Αυτή είναι η «κανονικότητα» της καπιταλιστικής οικονομίας, που ανακυκλώνει τα αδιέξοδα για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, ανεξάρτητα αν στην κυβέρνηση βρίσκονται «νεοφιλελεύθεροι» ή σοσιαλδημοκράτες, δεξιοί, κεντρώοι ή κεντροαριστεροί.
Όπως συμβαίνει και στη χώρα μας, όπου η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, με κοινό τους πρόγραμμα το Ταμείο Ανάκαμψης και την «πράσινη» ανάπτυξη, διαγκωνίζονται στην κούρσα της κυβερνητικής εναλλαγής για το ποιος θα κόψει πρώτος το νήμα των «αντοχών της οικονομίας», της «δημοσιονομικής σταθερότητας» και της «κοινωνικής συνοχής».
Δεν υπάρχουν λοιπόν «σωτήρες», ούτε παλιοί ούτε νέοι, που να μπορούν να απαντήσουν στα μεγάλα προβλήματα και να δώσουν διέξοδο από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων και αναγκών. Αντίθετα, η πολιτική τους σε όλες τις εκδοχές και τις αναλογίες, είτε περιοριστική είτε επεκτατική, οξύνει τα προβλήματα και ανακυκλώνει τα αδιέξοδα για τη μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία.
Μόνο ο λαός μπορεί να σώσει τον λαό, και αυτό προϋποθέτει ένα πιο ισχυρό ΚΚΕ παντού! Γιατί το ΚΚΕ είναι η μόνη δύναμη που έχει στρατηγική σύγκρουσης με το κεφάλαιο και όχι στήριξης της κερδοφορίας του. Που έχει σχέδιο και πρωτοστατεί στον αγώνα για το σήμερα και το αύριο, στην οργάνωση της μεγάλης αντεπίθεσης του λαού για τις σύγχρονες ανάγκες του.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Πέμπτης 29 Δεκέμβρη 2022.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου