Τετάρτη 24 Μαΐου 2023

24/5/1983 - O ΓΚΟΤΖΑΜΑΝΗΣ ΜΟΥ ΕΙΧΕ ΠΕΙ: Απόψε θα σκοτώσω άνθρωπο...

 

Αφηγείται ο Γιώργος Σωτηρχόπουλος, ο άνθρωπος που ξεσκέπασε τη συνωμοσία του «τροχαίου» στη δολοφονία Λαμπράκη

 

Ο Γρ. Λαμπράκης ανάμεσα σε χωροφύλακες
Ο Γρ. Λαμπράκης ανάμεσα σε χωροφύλακες
«Σκότωσαν έναν άνθρωπο και έκαναν μια οικογένεια, έξι άτομα, κομμουνιστές. Μοιάζει με το σύνθημα: Ενας στο χώμα χιλιάδες στον αγώνα».

Μιλάει ένας απλός άνθρωπος, που πριν από 18 χρόνια έγινε ξαφνικά το πρόσωπο της ημέρας. Το όνομά του δέθηκε με το μεγάλο πολιτικό έγκλημα που σημάδεψε τη δεκαετία του '60. Και πέρασε μαζί του στην ιστορία: Γιώργος Σωτηρχόπουλος λουστραδόρος επίπλων.

Ο παππούς τρομοκράτης...

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο «Κουλέ - καφέ» της Θεσσαλονίκης. Ο πατέρας του ήταν υπάλληλος στην Εταιρεία Υδάτων, πρόεδρος, μια εποχή, της συνοικιακής οργάνωσης του Λαϊκού Κόμματος. Ο παππούς του ήταν ο περιβόητος «μπάρμπα - Γιώργης» της Χωροφυλακής, ο φόβος και ο τρόμος της Θεσσαλονίκης. (...)

«Απέναντί μας - λέει ο Γιώργος - καθόταν ένας καπνεργάτης, ο Τάκης ο Πανάγος. Ηταν ο μόνος κομμουνιστής στη γειτονιά μας. Οταν δεν έτρωγα το φαΐ μου η μάνα μου με φοβέριζε: "Φάε γιατί θα σε φάει ο Πανάγος ο κομμουνιστής"!

Φώναζε και την άκουγε όλη η γειτονιά. Μια μέρα με σταμάτησε ο Πανάγος στο δρόμο. "Αμα δεν θέλεις - μου είπε - να τρως το φαΐ σου, μη το τρως. Και μη φοβάσαι, εγώ δεν θα σε φάω".

Τεσσάρων χρονών ήμουνα τότε το 1935. Το αντικομμουνιστικό κήρυγμα που μας έκαναν δεν περιγράφεται. (...)


Το '55 παντρεύτηκα μια κοπέλα από ακροδεξιά οικογένεια. Μαύρος, πίσσα ήταν ο πεθερός μου. Και το '62, όταν πια είχαν γεννηθεί η Αγγελικούλα κι ο Αλέξης μου, άνοιξα δικό μου μαγαζί στην οδό Γεωργίου Σταύρου 10, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Ηταν ένα μαγαζί απλό. Το μόνο του στολίδι ήταν μια εικόνα του Χριστού που είχα κερδίσει σε μια λαχειοφόρο.
«Απόψε θα σκοτώσω...»

Εκεί κοντά έκανε πιάτσα με το τρίκυκλό του ο Γκοτζαμάνης, ο "Παοκτσής". Αυτός μου μετέφερε τα έπιπλα. Ο Γκοτζαμάνης έβλεπε την εικόνα του Χριστού στο μαγαζί και με πέρναγε για αγαθό. Μου είχε εμπιστοσύνη. Ετσι κύλησε ο χρόνος μέχρι το πρωί της 22 Μάη 1963, που του ζήτησα να μου μεταφέρει τ' απόγευμα κάτι έπιπλα. "Εχω δουλιά, δεν μπορώ", μου είπε. Εγώ επέμεινα: "Θα σε πληρώσω καλά. Θα σου δώσω παραπάνω λεφτά". "Δεν μπορώ - απάντησε - μην επιμένεις. Απόψε θα κάνω τη μεγαλύτερη τρέλα της ζωής μου. Μέχρι που θα σκοτώσω άνθρωπο". Δεν του έδωσα σημασία. Την άλλη μέρα διάβασα στην εφημερίδα για το "τροχαίο ατύχημα" του Γρηγόρη Λαμπράκη. Αλλά δεν ήταν τροχαίο, ήταν δολοφονία. Και 'γω τόξερα.

Είπα να πάω στην αστυνομία να το καταγγείλω, αλλά σκέφτηκα ότι μπορεί να την έπνιγαν τη δουλιά. Δεν είχα το θάρρος να πάω στα γραφεία της ΕΔΑ μόνος μου. Εστειλα τον παραγυιό μου. "Τ' αφεντικό μου ξέρει την αλήθεια - τους είπε - ελάτε στο μαγαζί να σας την πει".

Ηρθε ο Νίκος ο Τζέννος και ο Σύλλας ο Παπαδημητρίου. Με συμβούλεψαν να πάω στον εισαγγελέα, αφού μου επισημάνανε τις επιπτώσεις που θα μπορούσε να είχε η αποκάλυψη της αλήθειας. Μου μίλησαν σταράτα κι αυτό μου έκανε εντύπωση. Πάλαιψα όλη νύχτα με τον εαυτό μου και το πρωί πήγα στον εισαγγελέα».

Οι «επιπτώσεις» άρχισαν από τον εισαγγελέα Παπαντωνίου, που του κάρφωσε την ερώτηση μπροστά στον αρχηγό της Χωροφυλακής Βαρδουλάκη:

- Πόσα χρόνια είσαι οργανωμένος στην ΕΔΑ και ποιος σ' έστειλε;

Οταν του απάντησε ότι δεν ανήκε σε κανένα πολιτικό κόμμα και ότι είχε πάει να καταθέσει αυτά που ήξερε, ο Παπαντωνίου τον έστειλε στον Σαρτζετάκη. «Ο Σαρτζετάκης - συνεχίζει ο Γιώργος - μου φέρθηκε καλά. Με ανέκρινε κάμποση ώρα και μου ζήτησε να ξαναπάω την άλλη μέρα για να δώσω συμπληρωματική κατάθεση. Εφυγα από το γραφείο του και τράβηξα για το μαγαζί μου.

Η οδός Γεωργίου Σταύρου ήταν γεμάτη ασφαλίτες...

Την επόμενη μέρα πηγαίνοντας στην Εισαγγελία και τη στιγμή που βρισκόμουνα μπροστά στο γραφείο στρατολογίας, ένιωσα ένα χέρι να με αρπάζει από το σβέρκο και να με τραβάει. Πρόλαβα και είδα δίπλα μου ένα ημιφορτηγό. Υστερα ένα βαρύ πλήγμα με χτύπησε πίσω στο κεφάλι. Συνήλθα στο δημοτικό νοσοκομείο σ' έναν θάλαμο με 20 άδεια κρεβάτια. (...)

Δεν άργησε να φανεί κι η αδελφή μου η μεγάλη, που ήταν τότε πρόεδρος της οργάνωσης της ΕΡΕ στο "Κουλέ καφέ". "Γιώργο - μου είπε - μίλησα με τον Μήτσου (σημ. υποστράτηγο της Χωροφυλακής). Αν αναιρέσεις αυτά που είπες θα σου δώσουν διαμέρισμα στου Βότση".

"Αργά το βράδυ ανοίγει η πόρτα και μπαίνει ο Μήτσου. Πως έπεσες βρε Σωτηρχόπουλε;", μου λέει ειρωνικά. "Δεν έπεσα, με χτύπησαν", του απαντώ. "Ελα, βρε παιδί μου, μην κάνεις έτσι κι εμείς θα τα βρούμε. Είμαστε από την ίδια οικογένεια", μου ξαναλέει ειρωνικά. (...)

Στο νοσοκομείο έμεινα πέντε μέρες. Οταν βγήκα μου έδωσαν δυο χωροφύλακες για σωματοφύλακες. Σύντομα ξαναπήγα στο μαγαζί μου αλλά... οι πελάτες άρχισαν σιγά - σιγά να αραιώνουν και σε λίγο καιρό δεν είχα καθόλου δουλιά. Μου κάνανε και μήνυση για ψευδή καταγγελία. Δεν είχαν όμως τα κότσια να φέρουν την υπόθεση του τραυματισμού μου στο ακροατήριο και με απάλλαξαν με βούλευμα. Εκλεισα το μαγαζί μου και ήρθα οικογενειακώς στην Αθήνα».

(...) Μόλις άκουγαν οι εργοδότες το όνομά του τον έδιωχναν. Κι αν πήγαινε κάποιος να τον προσλάβει σε δυο - τρεις μέρες, το πολύ μια εβδομάδα μάθαινε γι' αυτόν και τον απέλυε. (...)

«Τυχαία συναντήθηκα μια μέρα με κάποιο Θεσσαλονικιό, γνωστό μου, που είχε έκθεση επίπλων κι έψαχνε για λουστραδόρο. Με πήρε στη δουλιά του. Αυτός γνωριζόταν με τον συνταγματάρχη Καμουτσή που ήταν αστυνομικός διευθυντής στη Θεσσαλονίκη, όταν δολοφονήθηκε ο Λαμπράκης. Ο Καμουτσής έμαθε από τον εργοδότη μου ότι βρισκόμουν στην Αθήνα και με πλησίασε. Μου ζήτησε να τον βοηθήσω και ν' αλλάξω την κατάθεση στη δίκη. "Θα σας ενισχύσω οικονομικά και σένα και τον Χατζηαποστόλου", μου είπε.

Ο Χατζηαποστόλου (σημ. ήταν εκείνος που σάλταρε στο τρίκυκλο των δολοφόνων, πάλεψε μαζί τους και τους ανάγκασε να σταματήσουν) βρισκόταν εκείνο τον καιρό στην Αθήνα. Τον βρήκα, τα είπαμε κι αποφασίσαμε να συναντηθούμε με τον Καμουτσή για να βγάλουμε λαυράκι». (...)

Ενάμισι εκατομμύριο

«Εσύ - είπε στον Χατζηαποστόλου - να πεις στη δίκη ότι ανέβηκες στο τρίκυκλο και έπιασες τον Γκοτζαμάνη αλλά έτρεχε κι η αστυνομία από πίσω. Και συ Σωτηρχόπουλε να πεις ότι σε πλησίασαν άνθρωποι της ΕΔΑ και σου ζήτησαν να πεις αυτά που είπες. Εμείς θα σας δώσουμε χρήματα και οικογενειακά διαβατήρια». Του ζητήσαμε δυο εκατομμύρια. Του φάνηκαν πολλά. Το παζαρέψαμε, καταλήξαμε στο ενάμισι εκατομμύριο. Υστερα πήγαμε στην ΕΔΑ και τα είπαμε όλα. Από την ΕΔΑ ειδοποιήθηκε ο Υπουργός Δημόσιας Τάξεως κ. Πολυχρονίδης και την άλλη μέρα συνελήφθη ο Καμούτσης επ' αυτοφώρω την ώρα που βρισκόμασταν στο γραφείο του. Επειδή, όμως, δεν βρήκαν χρήματα στα συρτάρια του, τον τιμώρησαν μόνο με διοικητική ποινή και τον αποστράτευσαν. Εμάς μας άσκησαν δίωξη για ψευδή καταγγελία. (...) Προφυλακίστηκα και 'γω στις φυλακές Αβέρωφ. Εκανα τρεις αιτήσεις για αποφυλάκιση με εγγύηση και απορρίφθηκαν κι οι τρεις με το αιτιολογικό ότι ήμουν... επικίνδυνος! Εμενα προφυλακισμένος εννέα ολόκληρους μήνες. (...)

Στο Εφετείο διατηρήθηκε η ποινή και οδηγήθηκα και πάλι στις φυλακές για να εκτίσω ένα υπόλοιπο τεσσάρων ημερών που χρώσταγα. Αποφυλακίστηκα στις 19 Απρίλη 1967. Ενα χρόνο αργότερα μ' έπιασε η αστυνομία του Ταύρου και μου ζήτησε να υπογράψω δήλωση!

«Στείλτε με εξορία, δεν υπογράφω», είπα στον διοικητή. (...)

***

Ηταν 22 Μάη 1963 όταν ο Γρηγόρης Λαμπράκης χτυπήθηκε θανάσιμα, μετά από εκδήλωση της ΕΕΔΥΕ στη Θεσσαλονίκη, για να «φύγει» απ' τη ζωή στις 27 του μήνα.

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης ήταν βαλκανιονίκης και υφηγητής της Μαιευτικής - Γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, αντιπρόεδρος της ΕΕΔΥΕ, ενώ το 1961 είχε εκλεγεί βουλευτής με το ΠΑΜΕ (Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο), που ήταν μια εκλογική συνεργασία της ΕΔΑ με το Εθνικό Αγροτικό Κόμμα.

Η δράση του ήταν πλούσια και μαχητική, με εμβληματική στιγμή την 1η Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης, τον Απρίλη του 1963.

Εναν μήνα μετά, βρισκόμενος στη Θεσσαλονίκη, χτυπήθηκε με λοστό στο κεφάλι από τον Μανώλη Εμμανουλίδη, ο οποίος επέβαινε στο τρίκυκλο που οδηγούσε ο Σπύρος Γκοτζαμάνης. Αμφότεροι ήταν τύποι του υποκόσμου και μέλη της οργάνωσης «Καρφίτσα» που καθοδηγούσαν η Χωροφυλακή και η Ασφάλεια Θεσσαλονίκης.

Στις 27 Μάη, ο Γρηγόρης Λαμπράκης πέθανε στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ όπου είχε μεταφερθεί σε κωματώδη κατάσταση. Η κηδεία του αγωνιστή έγινε στις 28 Μάη στην Αθήνα, με τη συμμετοχή χιλιάδων λαού και ενώ οι λαϊκές αντιδράσεις είχαν ξεκινήσει ήδη μια μέρα μετά το δολοφονικό χτύπημα.

Για την αποκάλυψη της συμμετοχής του Κοτζαμάνη στη δολοφονία του Λαμπράκη, καθοριστικός ήταν ο ρόλος του επιπλοποιού Γιώργου Σωτηρχόπουλου, όπως φαίνεται και απ' την αφήγησή του στον «Ριζοσπάστη» στις 24.5.1983.

Η ιστορική έρευνα, όπως σημειώνεται στον Γ1' Τόμο του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ, δεν έχει πλήρως αποκαλύψει τα βαθύτερα αίτια και τη μεθόδευση της δολοφονικής επίθεσης κατά του Γρηγόρη Λαμπράκη.

Αν και οι πολιτικές ευθύνες της δολοφονίας Λαμπράκη βαρύνουν αναμφίβολα την κυβέρνηση Καραμανλή, είναι φανερό ότι η δολοφονία αποτέλεσε πλήγμα εναντίον του ίδιου και της κυβέρνησής του.

Απ' αυτή την άποψη, φαίνεται πιο πιθανή η εκδοχή, κεφαλή της συνωμοσίας και εκτέλεσης του σχεδίου να ήταν το Παλάτι. Βέβαια, η δολοφονία Λαμπράκη αποτέλεσε και ένα ηχηρό χτύπημα εναντίον του αντιιμπεριαλιστικού - αντιπολεμικού κινήματος.

Εξήντα χρόνια μετά, συνεχίζουμε τον αγώνα ενάντια στις συμμαχίες των ιμπεριαλιστών και τους πολέμους τους, αγωνιζόμαστε - όπως σημειώνει και η ΕΕΔΥΕ - για «ν' ανοίξει ο δρόμος, για πραγματική ειρήνη, φιλία, ευημερία, αμοιβαία και επωφελή συνεργασία των λαών! Αυτή θα είναι η μεγαλύτερη τιμή στη μνήμη του Γρηγόρη Λαμπράκη και των αμέτρητων άλλων αγωνιστών του λαού μας!».

Βλ. περισσότερα:

Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τόμ. Γ1, «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2021, σελ. 479-483.

«Ριζοσπάστης», 28.5.2017.

 

Ριζοσπάστης 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου