Το FARC-EP προς τους αριστερούς επικριτές του
Εξακολουθούμε
να εξερευνούμε τους δρόμους προς την
επανάσταση και το σοσιαλισμό
Gabriel Ángel,
μαχητής του FARC-EP
Πηγή: FARC-EPeace
Αναδημοσίευση από http://stasiscy.com/
[...] Κατανοούμε
τη δυσαρέσκεια κάποιων τμημάτων των
ριζοσπαστών, αλλά δε τη συμμεριζόμαστε.
Δεν είμαστε απ’ αυτούς που θεωρούν ότι
η κουβανική επανάσταση εγκατέλειψε
τους στόχους της και το σοσιαλιστικό
της μοντέλο για χάρη της εξομάλυνσης
των σχέσεών της με τις ΗΠΑ. Εμπιστευόμαστε
την Κούβα, το λαό και την ιστορία της.
Οι καιροί και οι συνθήκες αλλάζουν, και
πρέπει να συμπεριφέρεσαι ανάλογα. Ως
καλοί κομμουνιστές, και εμείς και το
κράτος της Κούβας το γνωρίζουμε αυτό.
Θα
μπορούσαμε να συνοψίσουμε τη βασική
κριτική που ασκεί η ριζοσπαστική αριστερά
στην ειρηνευτική διαδικασία της Αβάνα
και στο FARC-EP με απλό τρόπο, κι έτσι να
αναδείξουμε το βαθμό αξίας και σημασίας
τους. Προφανώς, για κάποιους, εμείς, οι
υποστηρικτές της ένοπλης εξέγερσης και
της βίαιης επανάστασης, γίναμε τώρα
ρεφορμιστές, προδότες και απλοί
σοσιαλδημοκράτες.
Ας
ξεκινήσουμε από τη γενική τους εκτίμηση
για τον κόσμο και την ταξική πάλη. Γι
αυτούς, ο κόσμος χωρίζεται σε δυο σαφώς
διακριτά στρατόπεδα, αυτό του ιμπεριαλισμού
και των λακέδων του απ’ τη μία, και αυτό
των λαών που αγωνίζονται για να υλοποιήσουν
την επανάσταση και το σοσιαλισμό απ’
την άλλη. Αν το δεύτερο στρατόπεδο δεν
έχει καταφέρει να επικρατήσει, αυτό
οφείλεται κυρίως στο ότι δεν έχει
εφαρμόσει τη σωστή γραμμή που εγγυάται
ο Μαρξισμός-Λενινισμός.
Ή
οφείλεται στο ότι παρεξέκλινε της
γραμμής μετά την ανάληψη της εξουσίας,
Η γραμμή είναι ξεκάθαρη: η επανάσταση
είναι μια βίαιη σύγκρουση που προωθείται
από μια πρωτοπορία αγροτών και εργατών,
η οποία παίρνει την εξουσία από την τάξη
των καπιταλιστών με ένοπλη εξέγερση.
Αυτή η εξέγερση είναι αποτέλεσμα της
ωριμότητας αντικειμενικών και
υποκειμενικών συνθηκών. Οι πρώτες είναι
απτή πραγματικότητα σε όλες τις σύγχρονες
κοινωνίες, οι δεύτερες είναι κληροδότημα
των πιστότερων ακολούθων του Μαρξισμού.
Η
κληρονομιά αυτή αποκαλύπτεται στα έργα
του Καρλ Μαρξ, του Φρίντριχ Ένγκελς και
του Βλαδίμηρου Λένιν, και αποτελείται
από ένα σύνολο αμετάβλητων αρχών, που
πρέπει να εφαρμόζονται χωρίς καμία
παραλλαγή. Ο καπιταλισμός είναι ένα
παρακμάζον σύστημα, έτοιμο να καταρρεύσει,
και συνεπώς η κατάρρευσή του εξαρτάται
απλώς από το θάρρος και την συνοχή του
κόμματος πρωτοπορίας. Η επανάσταση
βρίσκεται πάντα προ των πυλών και το
μόνο που την παρεμποδίζει είναι οι
διστακτικές ηγεσίες.
Οι
ηγεσίες αυτές είναι όσες έχουν αμφιβολίες
για την μόνιμη προθυμία των μαζών να
εξαπολύσουν την τελική μάχη, ή όσες
σκέφτονται ανόητα για εναλλακτικές
άλλες από την ένοπλη εξέγερση, αυτές
που επινοούν διάφορα στάδια προς το
σοσιαλισμό, θεωρώντας ότι μπορούν να
κατακτήσουν δημοκρατικό χώρο στον
καπιταλιστικό κόσμο, πιστεύοντας αφελώς
ότι ο ιμπεριαλισμός και η αστική τάξη
θα μοιραστούν το κράτος τους με τις
εκμεταλλευόμενες τάξεις. Αυτοί που αντί
να ηγηθούν της εξέγερσης των καταπιεζόμενων
πηγαίνουν σε συνομιλίες και αναζητούν
φόρμουλες συνύπαρξης με τις κυρίαρχες
τάξεις. Αυτοί που τολμούν να πιστεύουν
στην παράλογη συμφιλίωση των εκμεταλλευτών
με τους εκμεταλλευόμενους, αυτοί που
—για να φτάσουμε και σ’ αυτή την
παραίσθηση— διαλύουν έναν επαναστατικό
στρατό που κόντευε στο θρίαμβο, αυτοί
που υπογράφουν ειρηνευτικές συμφωνίες
αντί να διεξάγουν πόλεμο μέχρις εσχάτων.
Το
τέλειο παράδειγμα, ο οδηγός που πρέπει
να ακολουθεί κάθε επαναστατικό κίνημα,
είναι η επανάσταση των Μπολσεβίκων του
1917. Οι Ρώσοι έθαψαν τον Τσαρισμό με
ένοπλη εξέγερση τον Φλεβάρη του 1917,
επιβάλλοντας μια σύντομη δημοκρατική
περίοδο όταν τα Σοβιέτ μοιραζόταν την
εξουσία με την αστική τάξη, για να φτάσουν
τελικά στην πλήρη εξουσία με μια δεύτερη
εξέγερση τον Οκτώβρη.
Μάθετε
πώς γίνεται!,
φωνάζουν οι επικριτές.
Γι’
αυτό, καταντροπιασμένο και ευγνώμον,
το FARC-EP πρέπει να στείλει τις ειρηνευτικές
συνομιλίες και τις υπογεγραμμένες
συμφωνίες στο διάολο, και αντ’ αυτών
να καλέσει σε γενική εξέγερση του
πληθυσμού καθώς εμείς θα επιστρέφουμε
στη μάχη, πανέτοιμοι να εκπληρώσουμε
μια για πάντα το στρατηγικό μας σχέδιο.
Ο λαός της Κολομβίας είναι έτοιμος να
βγει στους δρόμους, να κλείσει τις οδικές
οδούς, και να επιδράμει κατά της τοπικής
εξουσίας για χάρη του επαναστατικού
θριάμβου.
Κι
αν από κάποια ατυχία ή εξαιτίας κάποιου
καπρίτσιου της μοίρας ηττηθούμε στην
προσπάθειά μας, θα έχουμε πεθάνει ηρωϊκά,
στο πεδίο της μάχης, θα γίνουμε ήρωες
των μελλοντικών γενιών, κι έτσι θα
εμπνεύσουμε τον τελικό θρίαμβο, ο οποίος
θα έρθει αναπόδραστα ως αποτέλεσμα των
διδαγμάτων που άφησε η θυσία μας για
αυτούς που με συγκίνηση θα σηκώσουν
ξανά τα λάβαρά μας.
Αυτό
θα ήταν γνήσια επαναστατική συμπεριφορά,
ακλόνητη απόδειξη της πίστης μας στην
καθοδηγητική γραμμή, με το αίμα μας να
πιστοποιεί την απόλυτη ορθότητα και
ισχύ της. Αυτοί που τώρα μας επικρίνουν
θα ήταν οι πρώτοι που θα το ανακοίνωναν
στα ηλεκτρονικά τους μπλογκ, θα αναλάμβαναν
να εγείρουν μνημεία στη μνήμη μας, θα
στεκόντουσαν αλύγιστοι και οργίλοι
καθώς θα κρατούσαν ενός λεπτού σιγή
προς τιμήν μας πριν ξεκινήσουν τις
συνεδρίες τους.
Με
όλο το σεβασμό προς αυτούς τους επικριτές,
πρέπει να πούμε πως κάνουν μεγάλο λάθος.
Όπως κάθε άλλη ανθρώπινη δραστηριότητα
που αφορά την έριδα για την κρατική
εξουσία, η επανάσταση είναι πρώτα και
κύρια πολιτική κατάσταση. Και η πολιτική
συνίσταται στο να εξασφαλίζεις την
υποστήριξη άλλων για έναν πολιτικό
σκοπό. Πολιτικός νικητής είναι αυτός
που αποκτά την μεγάλη πλειοψηφία
υποστηρικτών.
Η
επανάσταση λοιπόν θα επικρατήσει μόνο
όταν οι μάζες δεν υπάρχουν απλά στον
αφηρημένο τρόπο σκέψης των ονειροπαρμένων,
αλλά στην πραγματικότητα της πολιτικής
πάλης. Μπορούμε να λέμε ό,τι θέλουμε για
τον αξιομίσητο ιμπεριαλισμό και την
διαβολική μπουρζουαζία, αλλά όσο
διατηρούν τη στήριξη μιας πλειοψηφίας
η οποία, για οποιονδήποτε λόγο, προτιμά
να κάθεται στο παρασκήνιο παρά να τα
αντιπαλέψει, τόσο οι κυρίαρχες τάξεις
θα είναι αδύνατο να νικηθούν, όσο δυνατά
και αν φωνάζουν οι αντάρτες, όσο θόρυβο
κι αν κάνουν τα όπλα τους.
Επιπλέον,
μόνο ένας φανατικός θα μπορούσε να
αρνηθεί το γεγονός ότι έχουν στη διάθεσή
τους τεράστιους στρατιωτικούς και
κατασταλτικούς μηχνισμούς που δε
διστάζουν ποτέ να χρησιμοποιήσουν, ότι
κρατάνε τα ηνία της εκπαίδευσης και ότι
είναι ιδιοκτήτες των ΜΜΕ, που έχουν ως
αποστολή τη διαμόρφωση των απόψεων του
λαού. Και σαν να μην έφτανε τούτο, έχουν
την ιδιοκτησία της επιστημονικής και
τεχνολογικής γνώσης, και με όλα αυτά
καταφέρνουν να επιβάλλουν μια πολιτισμική
ηγεμονία που παγιδεύει και διαμορφώνει
συνειδήσεις.
Θεωρούμε
ότι βρισκόμαστε πέρα απ’ την παλιά
συζήτηση για το μαρξιστικό δόγμα. Για
όλους εμάς, είναι σαφές ότι είναι μια
πολύτιμη πηγή οικονομικής και κοινωνικής
γνώσης, αλλά η ανεκτίμητη διαλεκτική
του κληρονομιά επιβάλλει να το θεωρούμε
οδηγό και όχι μια σειρά από εντολές. Ο
Αβραάμ Λίνκολν αρεσκόταν να επαναλαμβάνει
πως η πυξίδα μας δείχνει πού είναι ο
βορράς και σε ποια κατεύθυνση να πάμε·
δε μας δείχνει όμως τους γκρεμούς, τις
ερήμους και τη λάσπη του δρόμου.
Η
συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης
κατάστασης είναι αυτή που μας δείχνει
πότε να γυρίσουμε πίσω για λίγο, πότε
να χτίσουμε πρώτα μια γέφυρα, πότε πρέπει
να περιμένουμε να ηρεμήσει το ποτάμι
πριν το διαβούμε. Το να ακολουθούμε τη
γραμμή πορείας μας ευθύγραμμα, όσο σωστό
κι αν είναι το αζιμούθιο, σημαίνει πολύ
συχνά το θάνατό μας κατά την πορεία. Με
τις απολογίες μας προς τους επικριτές
μας, πάνω από μισός αιώνας εμπειρίας
για το τι σημαίνει να είσαι αντάρτης
μάς έμαθε ένα-δυο πράματα για αυτό.
Στην
πολιτική δεν είναι ποτέ αρκετό να θεωρείς
ότι έχεις δίκαιο, παρά το γεγονός ότι
αυτή η πεποίθηση μας οδηγεί μπροστά. Η
μαζική στήριξη των άλλων θα είναι πάντα
απαραίτητη. Κι αυτό δεν γίνεται αυθόρμητα,
πόσο μάλλον μέσα στις άνισες συνθήκες
στις οποίες τα λαϊκά κινήματα συγκρούονται
με την εξουσία της άρχουσας τάξης. Για
να αποκτήσεις μαζική στήριξη πρέπει να
υλοποιηθεί σειρά συνθηκών, οι οποίες
να σου επιτρέψουν να φτάσεις κοντά στο
λαό, να του μιλήσεις, να δημιουργήσεις
ταξική συνείδηση, να οργανώσεις και να
κινητοποιήσεις.
Το
1917, πέρα απ’ την τραγική εμπειρία της
Παρισινής Κομμούνας, δεν είχαν ούτε η
άρχουσα ούτε η καταπιεσμένη τάξη εμπειρία
για το πώς γίνεται μια επανάσταση. Αλλά
από τη στιγμή που οι Μπολσεβίκοι πήραν
την εξουσία, με την παγκόσμια εξάπλωση
των ιδεών και προσεγγίσεών τους, το θέμα
αυτό απέκτησε επιστημονικό πνεύμα. Ενώ
οι καταπιεσμένοι απέκτησαν ένα διόλου
ευκαταφρόνητο παράδειγμα για να
ακολουθήσουν, αυτοί που είχαν την εξουσία
έμαθαν τι να κάνουν για να το συντρίψουν.
Ο
Λένιν μελέτησε σκληρά τις βασικές
συνθήκες της τσαρικής Ρωσίας για να
διαμορφώσει την τακτική του, βασισμένος
στις παλιότερες εμπειρίες, όπως η γαλλική
επανάσταση, αλλά σχεδιάζοντας τη δική
του γραμμή δράσης, δημιουργώντας τη,
και όχι αντιγράφοντας μηχανικά απ’ την
περασμένη εμπειρία. Όλες οι κατοπινές
νικήτριες σοσιαλιστικές επαναστάσεις
είχαν ως σημείο αναφοράς τη ρωσική
επανάσταση, αλλά καμιά τους δεν ήταν
απλά επανάληψή της και καμιά δεν
ακολούθησε το ίδιο μονοπάτι. Μόνο όσες
ήταν πραγματικά αυθεντικές επιβίωσαν.
Συνεχίζουμε
να ζούμε σε ένα καπιταλιστικό κόσμο,
όπως ζούσαν πριν το 1917, αλλά είναι λάθος
να θεωρούμε ότι οι καταστάσεις ενός
αιώνα μετά πρέπει να εξετάζονται με τα
ίδια κριτήρια που εφάρμοσε ο Λένιν στον
δικό του χώρο και χρόνο.
Το σύστημα έχει αναπτυχθεί πολύ
περισσότερο, ο σημερινός κόσμος είναι
πιο σύνθετος, η άρχουσα τάξη έχει δική
της αντεπαναστατική εμπειρία και ακόμα
και το προλεταριάτο διαφέρει ποιοτικά.
Ο
Λένιν ο ίδιος δεν γνώριζε ούτε το φασισμό,
ούτε το δόγμα εθνικής ασφάλειας. Δεν
ήταν σε θέση να θεωρητικοποιήσει την
οικονομική κρίση του 1929, ούτε την
ικανότητα του κεφαλαίου να αναπαράγεται
και να συγκεντρώνεται ακόμα περισσότερο
εξαιτίας της. Το 2008 αναδύθηκε η πιο
πρόσφατη παγκόσμια οικονομική κρίση,
αλλά παρά το βάθος της και το εύρος της,
και ενάντια στις προβλέψεις των κλασικών,
απείχε απ’ το να σηματοδοτεί την
κατάρρευση του συστήματος. Το παλιό
οίκημα εξακολουθεί να πατάει γερά στο
έδαφος.
Κι
αυτό δεν μπορεί να λέγεται ηττοπάθεια.
Οι επαναστάτες πρέπει να αναγνωρίζουν
την πραγματικότητα ώστε να χαράσσουν
το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν. Δε
ζούμε στο απώγειο του επαναστατικού
κινήματος όπως αυτό αναδύθηκε στον
πλανήτη μετά τον Β’ Παγκόσμιο, ούτε στο
απώγειο της Σοβιετικής Ένωσης μετά τη
νίκη της, που σήμανε κύμα αγώνων για την
ανεξαρτησία λαών, για τον εκδημοκρατισμό
τους, για την επανάσταση και το σοσιαλισμό.
Ζούμε
σε μια ιστορική περίοδο που ακολουθεί
την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης
και του σοσιαλισμού στην Ανατολική
Ευρώπη, που άνοιξαν την πόρτα στην
παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου και των
νεοφιλελεύθερων πολιτικών τους. Ζούμε
σε μια στιγμή απόλυτης έπαρσης του
ιμπεριαλισμού. Η ικανότητά του και η
απληστία που επέδειξε ώστε να υποτάξει
τους λαούς δεν μπορούν να αγνοηθούν.
Είμαστε υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουμε
την αναστάτωση του επαναστατικού
κινήματος εντός του οποίου δρούμε. Αυτό
δεν πρέπει να συγχέεται με την αναγνώριση
της ήττας, όπως συμβαίνει σε πολλούς
από όσους προβλέπουν ότι έρχεται σύντομα
μια παγκόσμια αντικαπιταλιστική
επανάσταση.
Ευτυχώς,
σε όλο τον κόσμο υπάρχουν ακόμα άνθρωποι
και οργανώσεις που δεν εγκαταλείπουν
την ελπίδα, που είναι αφοσιωμένα στην
αξία των επαναστατικών στόχων και του
σοσιαλισμού. Αλλά με βάση την εμπειρία
τους έχουν αντιληφθεί την ανάγκη να
βρουν άλλους δρόμους από αυτούς που
χρησιμοποιήθηκαν ως τώρα.
Θεωρούμε
τον εαυτό μας μέρος αυτού του κύματος,
που πρέπει να δυναμώσει και να προχωρήσει.
Κατά τη διάρκεια του επαναστατικού
χάους που ήλθε μετά την πτώση της
Σοβιετικής Ένωσης, το όγδοο Συνέδριο
του FARC-EP κατέληξε στην πρότασή μας για
εθνική συμφιλίωση και ανοικοδόμηση, η
οποία παρουσίαζε μια πιο επεξεργασμένη
εκδοχή της παλιάς μας προσέγγισης για
εύρεση πολιτικής λύσης στη σύγκρουση,
μέσα στα πλαίσια δημοκρατικών και
αντινεοφιλελεύθερων προτάσεων.
Γνωρίζαμε
ότι οι προτάσεις μας δεν θα ήταν άμεσες
προτάσεις για επανάσταση και σοσιαλισμό
σε μια περίοδο που οι λέξεις αυτές
άλλαζαν νόημα από την άρχουσα τάξη του
κόσμου και προσλαμβανόταν από πολλούς
ως επώδυνες και αποτυχημένες εμπειρίες,
που καλό θα ήταν να ξεχαστούν για πάντα.
Εμείς, οι επαναστάτες, έπρεπε να
επιβιώσουμε. Και ήταν βασικό να βρούμε
ένα λόγο που θα έβρισκε ανταπόκριση
στις μάζες.
Ο
κόσμος έτσι είδε την πτώση του σοσιαλισμού,
αλλά αυτό που ζει στις δικές του
καπιταλιστικές χώρες είναι το τέλος
του μοντέλου της κοινωνικής πρόνοιας,
το κλείσιμο του ενός εργοστασίου μετά
το άλλο, η μετακόμισή τους στην Άπω
Ανατολή, το κύμα απολύσεων, η ιδιωτικοποίηση
βασικών υπηρεσιών που πριν ήταν κρατικές
επιχειρήσεις, οι επισφαλείς συνθήκες
εργασίας, η χρεοκοπία των επιχειρήσεων
εξαιτίας της φιλελευθεροποίησης και
του ξένου ανταγωνισμού, η κοινωνική
παρακμή, η συντριπτική ανασφάλεια. Κι
αυτά χωρίς να αναφερθούμε στην Κολομβία,
όπου, πέρα απ’ αυτές τις δραματικές
συνέπειες του νεοφιλελεύθερου μοντέλου,
οι πράκτορες της παράνομης ναρκοοικονομίας
άρπαξαν γρήγορα το κράτος και ξεκίνησαν,
σε συνεργασία με μεγάλα τμήματα των
παραδοσιακών κομμάτων, μια βίαιη επίθεση
σε όποιον αντιστέκονταν στα σχέδιά
τους. Το ίδιο το κράτος δεν άργησε να
γίνει σύμμαχός τους ενάντια στην
εξέγερση, παρέχοντας στους παραστρατιωτικούς
νομικό και κοινωνικό κύρος.
Αυτό
με τη σειρά του έκανε κάτι παραπάνω απ’
το να εξυπηρετεί το εγχείρημα πολυεθνικής
χρηματιστικής επένδυσης στις υποδομές,
τις μεγάλες εξορύξεις και την εξαγωγική
γεωργία, και έτσι έγινε μέσο επιβολής
των πιο βάρβαρων αντιμεταρρυθμίσεων
στο καθεστώς γαιοκτησίας, αρπάζοντας
τη γη από εκατομμύρια αγρότες μέσα από
θηριώδη εγκλήματα, και με το βάσιμο
πρόσχημα ότι οι αγρότες αυτοί ήταν
συνεργοί των παλιών ανταρτών, που
αρνούνταν να παραδοθούν.
Μια
επανασταστική οργάνωση με την εμπειρία
και αίσθηση ευθύνης που έχει το FARC-EP δε
μπορούσε παρά να συνειδητοποιήσει ότι
αυτό που έπρεπε να γίνει ήταν να
διατυπωθούν προτάσεις που να ανταποκρίνονται
στην τραγική πραγματικότητα που υφίσταται
ο λαός της Κολομβίας, πριν εμπλακεί η
οργάνωση σε έντονες αντιπαραθέσεις για
την αξία της επανάστασης και του
σοσιαλισμού. Στο σημείο εκείνο κατανοήσαμε
ότι η μαζική στήριξη προς την πολιτική
μας πάλη θα ερχόταν από τη σωστή ερμηνεία
των αλλαγών που έπρεπε να γίνουν, σύμφωνα
με τους βαθύτερους πόθους του λαού.
Ένας
λαός που πολιορκείται από την κρατική
και παραστρατιωτική βία, που είναι θύμα
τρομοκρατικών επιθέσεων που διενεργούν
οι μαφίες των ναρκωτικών, που απειλείται
σε καθημερινή βάση στους δρόμους στις
πόλεις και τις κωμοπόλεις από Ομάδες
Θανάτου, που κατατρέχεται από τις
συνέπειες ενός μακροπρόθεσμου εσωτερικού
πολέμου, και που, χώρια από όλα αυτά,
είναι επίσης θύμα του οικονομικού
μοντέλου [του νεοφιλελευθερισμού], δε
μπορούσε παρά να νιώθει βαθιά μέσα του
τον πόθο για ειρήνη και για αλλαγή προς
όφελός του.
Το
FARC-EP ξεκαθάρισε ότι η ειρήνη, η δημοκρατία
και η κοινωνική δικαιοσύνη ήταν τα
λάβαρα που έπρεπε να σηκωθούν σε μια
Κολομβία πληγωμένη από την κρατική
τρομοκρατία. Έπρεπε να προσφέρουμε μια
μεγάλη ώθηση στην απαίτηση του λαού της
Κολομβίας να σταματήσει η κρατική
τρομοκρατία, να ανοιχτούν χώροι που να
επιτρέπουν την πολιτική δράση των από
κάτω, που έχουν στερηθεί των δικαιωμάτων
τους εξαιτίας της κρατικής βίας, ενώ
έπρεπε επίσης να δημιουργήσουμε
συνειδητότητα ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό
και την αδικία.
Αυτά
δεν ήταν ακριβώς τα συνθήματα της
επανάστασης και του σοσιαλισμού, ήταν
όμως σαφές σε μας, ότι αν τα πετυχαίναμε
και τα υλοποιούσαμε, θα δημιουργούσαν
τις συνθήκες ώστε τα θύματα του οικονομικού
και πολιτικού συστήματος να παίξουν
ρόλο-κλειδί σε περαιτέρω μετασχηματισμούς,
ότι θα άνοιγε η δυνατότητα να οργανωθούν
και να προχωρήσουν, να κατακτήσουν
δικαιώματα και να βαθύνουν την πάλη
ώστε να τα διευρύνουν. Τα συνθήματα για
ζωή, ειρήνη, πολιτική ελευθερία, γη,
κρατική αρωγή και άλλα θα μπορούσαν στο
τέλος να γίνουν ένας τυφώνας.
Αλλά
αυτά δεν τα είπαμε απλά σε διακηρύξεις
και συνέδρια. Τα υπερασπιστήκαμε με τη
δύναμη των όπλων. Κατά
την ιστορική στιγμή στην οποία όλες οι
φωνές του κατεστημένου και σημαντικές
ομάδες της αριστεράς προσπαθούσαν να
πείσουν για την ανάγκη αφοπλισμού, το
FARC-EP ανέλαβε την ευθύνη στην στρατιωτική
σύγκρουση στο πιο εντατικό επίπεδο.
Μπήκαμε χωρίς δισταγμό στη μάχη ενάντια
στο κράτος και τους παραστρατιωτικούς,
χύσαμε το αίμα μας. Πολλοί πολύτιμοι
μαχητές έδωσαν τη ζωή τους.
Ήταν
αυτή η ηρωική δράση που εξανάγκασε το
κατεστημένο να ξεκινήσει ειρηνευτικές
συνομιλίες στο El Caguán. Τις συνομιλίες
που χρησιμοποίησαν ο ιμπεριαλισμός και
η ολιγαρχία της Κολομβίας για να κερδίσουν
χρόνο να επανεξοπλιστούν, ώστε να
εξαπολύσουν την πιο δραματική επιθετική
εκστρατεία εξάλειψης εναντίον μας. Κι
έτσι έκαναν, εκμεταλλευόμενοι την
επιθυμία για ειρήνη ενός λαού που είχε
υποφέρει μέχρις εσχάτων. Τα σχέδιά τους
τα συνόδευσε μια επίμονη εκστρατεία
συκοφαντίας εναντίον μας.
Κι
έτσι ήρθαν τα δέκα αιματηρότερα χρόνια
του εσωτερικού πολέμου στην Κολομβία.
Οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Βρετανία παρείχαν
συμβουλευτικές υπηρεσίες και στήριξη
στο κράτος της Κολομβίας, προσφέροντάς
του πόρους, τεχνολογία και στρατιωτική
βοήθεια. Η παραστρατιωτικότητα έγινε
ένα άκαρδο τέρας με τον ίδιο σκοπό. Ποτέ
δεν έβρεξε τόσες βόμβες και φωτιά πάνω
στα στρατόπεδα του FARC-EP, ποτέ δεν είχαμε
τόσο δηλητηριώδεις συμπαιγνίες, τόση
διεθνή χειραγώγηση. Κι όμως, παρά τα
χτυπήματα που μας κατάφεραν, δεν μπόρεσαν
να μας νικήσουν.
Κι
έπειτα, και καθώς ο αγώνας μας συνεχιζόταν,
ήρθε το ξύπνημα μεγάλου μέρους του λαού
της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής.
Αναπάντεχα και ενθουσιώδη μαζικά
κινήματα άρχισαν να συσπειρώνονται και
να κατακτούν την κυβέρνηση σε γειτονικές
χώρες. Ο Τσάβεζ, ο Μοράλες, ο Κορέα, η
Κίρτσνερ, ο Λούλα, ο Λούγκο, ο Ορτέγκα,
ο Ζελάγια, ο Φούνες, συμβόλισαν και
έδωσαν σάρκα και οστά στην απάντηση των
λαών της ηπείρου προς τις νεοφιλελεύθερες
πολιτικές και τη δια της βίας επιβολή
της αυτοκρατορίας.
Κάποιοι
ήταν πιο ριζοσπάστες από άλλους, κάποιοι
πιο αφοσιωμένοι από άλλους στα
φτωχοποιημένα τμήματα του λαού, αλλά
όλοι μαζί δημιούργησαν ένα αναπάντεχο
κύμα εν τω μέσω της ιμπεριαλιστικής
έπαρσης του μεγάλου κεφαλαίου, που
εισέβαλλε και κατέστρεφε ολόκληρες
χώρες και πολιτισμούς για να εξασφαλίσει
τους πόρους και τα κέρδη τους. Νέα
συνθήματα και τακτικές, βασισμένες στη
γιγάντια δράση των μαζών, μάς βοήθησαν
να επιβεβαιώσουμε ότι είχαμε δίκαιο:
οι επαναστάσεις
δεν θα έβγαιναν ποτέ ξανά απ’ το κλασικό
καλούπι.
Το
πραξικόπημα της 11ης Απρίλη [2002], που
σχεδιάστηκε στα γραφεία της αυτοκρατορίας,
ακόμα και σττην πιο μικρή του διαστροφή,
σε συνεργασία με τα αντιδραστικά τμήματα
της Βενεζουέλα, και με τη στήριξη όλης
της δεξιάς της Αμερικανικής ηπείρου,
βυθίστηκε μπροστά στα μάτια των δημιουργών
του εξαιτίας της αυθόρμητης και
ασταμάτητης λαϊκής αντίδρασης που έφερε
τον Πρόεδρο Τσάβεζ πίσω στην εξουσία.
Αν το εξετάσεις προσεκτικά, πρόκειται
για μια επανάσταση που έφερε το λαό στην
εξουσία περισσότερο από όσο είχαν κάνει
οι εκλογές που έγιναν λίγα χρόνια πριν.
Ήταν
η ένοπλή μας αντίσταση, μαζί με τις φωνές
εκατομμυρίων Κολομβιανών για ειρήνη
και για τέλος στις νεοφιλελεύθερες
πολιτικές, οι οποίες απειλούν την ίδια
την ύπαρξη του ανθρώπινου είδους, που
κατέκτησε το χώρο για την ειρηνευτική
διαδικασία της Αβάνα. Και μέσα σ’ αυτό
το χώρο, διεξήγαμε μια πολιτική μάχη
ιστορικών διαστάσεων για να επιβάλλουμε
τη δική μας ιδέα για ειρήνη με κοινωνική
δικαιοσύνη και δημοκρατία. Οι συμφωνίες
που έχουν ως τώρα υπογραφεί είναι
παραδείγματα αυτού.
Απ’
την αρχή της κυβέρνησης του Βελισάριο
Μπετανκούρ στα μέσα του 80, το FARC-EP
εργάζεται ακάματα για να πετύχει πολιτική
λύση στην εσωτερική ένοπλη σύγκρουση
ώστε να εκδημοκρατιστεί η ζωή της χώρας,
να ηττηθεί η κρατική τρομοκρατία και
να πορευτεί η χώρα μας σε προορισμό
διαφορετικό απ’ αυτόν που επιβάλει ο
άγριος καπιταλισμός. Πέρασαν 34 χρόνια
σφοδρής στρατιωτικής και πολιτικής
σύγκρουσης—ατράνταχτη απόδειξη ότι
είμαστε συνεπείς επαναστάτες.
Η
πολιτική λύση που επιδιώκουμε απαιτεί
διαφορετική δόση πολιτικού ρεαλισμού.
Απαιτεί εφαρμογή του Μαρξισμού στις
συγκεκριμένες συνθήκες της Κολομβίας
στο παρόν. Από τη στιγμή που επισημοποιηθούν
οι εγγυήσεις για πλήρη πολιτική ελευθερία
όχι μόνο για μας αλλά για τα κοινωνικά
και πολιτικά κινήματα, και που το κράτος
δεσμευτεί να εξαλείψει τον παραστρατιωτισμό
και τους προαγωγούς του σε τμήματα της
οικονομίας και της πολιτικής, και αφού
επιτευχθεί μια συμφωνημένη και συνολική
αγροτική μεταρρύθμιση, τι έπεται;
Επιτεύχθηκε
ήδη μια σημαντική συμφωνία σε ό,τι αφορά
τα θύματα, με ένα καινοτόμο και συνολικό
σύστημα αλήθειας, δικαιοσύνης,
αποκατάστασης και μη επανάληψης,
περιλαμβανομένης μιας Ειδικής Εποπτείας
για την Ειρήνη που την χαιρετίζουν όλοι
οι ειδικοί σε διεθνές επίπεδο. Τα ΗΕ, το
Συμβούλιο Ασφαλείας, η ΕΕ, η UNASUR, η CELAC,
το Βατικανό και η διεθνής κοινότητα
ευρύτερα υποστηρίζουν τις συμφωνίες
και εκφράζουν προθυμία να συνεργαστούν
για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με
αυτές.
Το
FARC-EP θα μετασχηματιστεί σε νόμιμο
πολιτικό κόμμα, διατηρώντας τη συνοχή
και την ιστορική του ενότητα, με στόχο
να δουλέψει πλατιά με τις μάζες των
εκμεταλλευόμενων της Κολομβίας, ώστε
να εκπληρωθούν όλες οι συμφωνίες της
ειρηνευτικής διαδικασίας και την ίδια
στιγμή, να ενισχυθούν. Δεν
έχουμε εγκαταλείψει, ούτε και πρόκειται
να εγκαταλείψουμε, τις ιδεολογικές μας
πεποιθήσεις για το σοσιαλισμό και την
επανάσταση.
Θα
εργαστούμε απλώς για να τις υλοποιήσουμε
μέσα στα πλαίσια του υφιστάμενου κόσμου,
δίνοντας την αλληλεγγύη μας σε όλα τα
επαναστατικά κόμματα και κινήματα της
γης. Είναι αδύνατο, με δεδομένο τον
υφιστάμενο συσχετισμό δυνάμεων, να
διανοηθούμε να συνεχίσουμε την ένοπλη
πάλη μας μέσα στις νέες συνθήκες
νομιμότητας και εγγυήσεων. Η
απάρνηση των όπλων είναι το τελικό
συμπέρασμα όλων όσων νικούνται απ’
αυτά, και η δύναμη των μαζών.
Κατανοούμε
τη δυσαρέσκεια κάποιων τμημάτων των
ριζοσπαστών, αλλά δε τη συμμεριζόμαστε.
Δεν είμαστε απ’ αυτούς που θεωρούν ότι
η κουβανική επανάσταση εγκατέλειψε
τους στόχους της και το σοσιαλιστικό
της μοντέλο για χάρη της εξομάλυνσης
των σχέσεών της με τις ΗΠΑ. Εμπιστευόμαστε
την Κούβα, το λαό και την ιστορία της.
Οι καιροί και οι συνθήκες αλλάζουν, και
πρέπει να συμπεριφέρεσαι ανάλογα. Ως
καλοί κομμουνιστές, και εμείς και το
κράτος της Κούβας το γνωρίζουμε αυτό.
Εξακολουθούμε
να εξερευνούμε τους δρόμους για την
επανάσταση και το σοσιαλισμό. Η ιστορία
δεν τελειώνει, γιατί η ταξική πάλη μέσα
της πάλλεται με όλο και πιο έντονο
σφυγμό. Είναι αλήθεια ότι ο Δαβίδ νίκησε
τον Γολιάθ με μια και μόνο βολή της
σφεντόνας του, αλλά δεν πρέπει να ξεχνούμε
ότι αυτό είναι απλώς θρησκευτικός μύθος,
ότι και οι δυο τους είχαν τη στήριξη των
μαζών, και ότι μονάχα οι μάζες φέρνουν
τη νίκη.
Αβάνα,
5 Ιούλη 2016.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου