Πηγή:
Eurokinissi/Actionimages
Του Μιχάλη Λεάνη, δημοσιογράφου
Κάθε φορά που το φίλαθλο κοινό δοκιμάζεται από ένα ακόμα επεισόδιο στα γήπεδα, θεσμικοί παράγοντες του κράτους, αλλά και του ποδοσφαίρου σπεύδουν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, κοπανάνε το παραμύθι της εξυγίανσης, πασπαλισμένο με κορόνες παντεσπάνι περί πάταξης της βίας, περί σύγκρουσης με τις παράγκες και τα αφεντικά τους και άλλα τέτοια νόστιμα, για να ηρεμήσουν τα πνεύματα και να πάει αφάγωτο το γλυκό. Στόχος να δημιουργήσουν προσμονή και ελπίδα να δοθεί παράταση και να αποκαταστήσουν τη χαμένη αξιοπιστία του ποδοσφαίρου που υπηρετούν. Μάταια όμως. Μετά από μια σύντομη περίοδο ύφεσης, τα φαινόμενα σήψης εμφανίζονται και πάλι στο προσκήνιο. Και μάλιστα με τρόπο πιο δυναμικό. Το νούμερο των εμπλεκόμενων και διαπλεκόμενων μερών μεγαλώνει, προσθέτοντας στην εξίσωση της διαφθοράς θεσμικούς και εξωθεσμικούς παράγοντες του Αθλητισμού, μέχρι και σκοτεινούς τύπους της νύχτας και του υποκόσμου. Χίλιοι καλοί χωράνε, όταν πλέον ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Σ' ένα τέτοιο περιβάλλον και κάτω από τέτοιες συνθήκες, είναι αδύνατον ένα άθλημα να αναπτυχθεί και να ανθίσει. Το ζήτημα είναι φυσικά σε ποιο πλαίσιο αξιών αναπτύσσεται το άθλημα στη χώρα μας και το πλαίσιο αυτό είναι απόλυτα συνυφασμένο με ένα συγκεκριμένο κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Δεν το λέμε. Κάνει τζιζ! Πάμε παρακάτω...
Πρωταγωνιστές στο παραμύθι είναι δύο: Ο ένας είναι η πολιτεία, η εκάστοτε κυβέρνηση, και ο άλλος είναι οι θεσμικοί εκπρόσωποι του ποδοσφαίρου (Super League, ΕΠΟ κ.ά.) και οι πρόεδροι με τους παράγοντες. Να ξεκινήσουμε από τους δεύτερους, για να καταλήξουμε στους πρώτους. Οι παράγοντες του ελληνικού ποδοσφαίρου των μεγάλων ομάδων, οι λεγόμενοι παράγοντες πρώτης γραμμής, προέρχονται από επιχειρηματικούς κύκλους. Οι δραστηριότητές τους αναπτύσσονται τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Κανένας απ' αυτούς δεν πήρε την απόφαση να γίνει ιδιοκτήτης μιας ΠΑΕ με ανιδιοτελή κριτήρια.
Κανέναν δεν τον οδήγησαν η αγάπη και το συναίσθημα για την «ομάδα της καρδιάς του». Δεν είναι τυχαίο ότι ορισμένοι επέλεξαν τη χρονική περίοδο για να πάρουν στα χέρια τους την ιδιοκτησία μιας ΠΑΕ. Περίοδοι κομβικές τόσο για τις ομάδες -που ενδεχομένως να βρίσκονταν σε οικονομική κρίση στη δεδομένη φάση- όσο και για τους ίδιους σε ό,τι αφορά τη διεύρυνση των επιχειρηματικών τους συμφερόντων. Δεν είναι τυχαίο, δηλαδή, ότι οι περισσότεροι από αυτούς εμφανίστηκαν ως «σωτήρες» τη στιγμή που το πλοίο ήταν έτοιμο να βουλιάξει.
Ούτε τυχαίο, βέβαια, το γεγονός ότι χρησιμοποίησαν όλοι μηδενός εξαιρουμένου τις ομάδες σαν ασπίδα για τα επιχειρηματικά τους συμφέροντα. Γνώριζαν, βέβαια, εκ των προτέρων ότι η ελληνική αγορά ποδοσφαίρου είναι περιορισμένη και ότι η δυνατότητα διείσδυσης στη μεγάλη ευρωπαϊκή αγορά είναι μικρή έως μηδενική.
Οι ομάδες τους δεν έχουν το μέγεθος των συλλόγων της Ευρώπης και δύσκολο έως και απίθανο να το αποκτήσουν. Γι' αυτούς οι σύλλογοι θα αποτελούσαν τον πολιορκητικό κριό για την επίτευξη των γενικότερων συμφερόντων τους απέναντι στο κράτος και για την προσωπική τους εδραίωση στο «κοινωνικό γίγνεσθαι». Για την επίτευξη των στόχων τους και τη διεύρυνση των σχεδίων τους θα χρησιμοποιήσουν ως εκ τούτου κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο, όπως και έγινε, ώστε να κυριαρχήσουν στο ποδοσφαιρικό στερέωμα. Αν κάποιος περιμένει ότι η υπόθεση της εξυγίανσης θα καταστεί δυνατή από επιχειρηματίες - παράγοντες, είναι τουλάχιστον αφελής. Αφού αυτό ακριβώς, δηλαδή η εμπλοκή των επιχειρηματιών, είναι η αιτία του προβλήματος.
Όσο για την πολιτεία και την κυβέρνηση, στο παρόν κοινωνικοπολιτικό σύστημα έχει εξασκηθεί στο ρόλο του διαχειριστή υψηλών υποθέσεων, προσπαθώντας να τηρήσει τη λογική των ίσων αποστάσεων. Ακόμα και όταν η κυβέρνηση κουνά αυστηρά το δάχτυλο σε κάποιους επιχειρηματίες, την ίδια ώρα κλείνει το μάτι στους υπολοίπους. Τους έχει ανάγκη όλους για την επίτευξη των στόχων της.
Τους «ζωηρούς» και «άτακτους» σε ρόλο αιχμαλώτου να δικαιολογούν το αυστηρό της προσωπείο και συγχρόνως να ικανοποιεί το λαϊκό περί δικαίου αίσθημα, αλλά και τους «φρόνιμους» για να της πλέκουν το προφίλ σύμφωνα με τα αστικά πρότυπα. Η θεωρία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ για «καλούς» και «κακούς» επιχειρηματίες -και στο ποδόσφαιρο- είναι αποπροσανατολιστική. Όσο ο κόσμος δεν αντιδρά απαιτώντας ένα άθλημα μακριά από τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα και όλα όσα το καθιστούν προϊόν στα χέρια των ισχυρών, θα συμβάλλει απλά στην ανανεωμένη κατά καιρούς έκδοση του παραμυθιού της εξυγίανσης.
Αναδημοσιεύεται από τον «Ριζοσπάστη» της 15ης Μάρτη 2018.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου