Στηριζόμενος στα έσοδα των κρατικών επιχειρήσεων πετρελαίου κυρίως
και στις τότε αυξημένες διεθνείς τιμές, ο Τσάβες εφήρμοσε πολιτική
ανακούφισης των ασθενέστερων οικονομικών στρωμάτων, μειώνοντας τη
φτώχεια τουλάχιστον κατά 20%. Από την άλλη, η ουσία των καπιταλιστικών
σχέσεων παραγωγής επί Τσάβες αλλά και επί του διαδόχου του παρέμεινε
άθικτη, υπονομεύοντας μακροπρόθεσμα ακόμα και τα σημαντικά επιτεύγματα
που κατακτήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια.
Συμπληρώνονται πέντε χρόνια σήμερα από
τη μέρα που έφυγε από τη ζωή ο Ούγο Τσάβες, ένας από της σημαντικότερους
ηγέτες της Λατινικής Αμερικής του τέλους του 20ου και των αρχών του
21ου αιώνα, παγκόσμιο σύμβολο αντιιμπεριαλισμού και αγώνα για τη
βελτίωση της ζωής των φτωχότερων στρωμάτων της χώρας του. Η διακυβέρνησή
του άλλαξε το πρόσωπο της Βενεζουέλας, ταυτόχρονα ωστόσο κατέδειξε τα
όρια της φιλολαϊκής διαχείρισης εντός καπιταλισμού, όρια ολοένα και πιο
ασφυκτικά, ειδικότερα στις μεταβαλλόμενες διεθνείς συνθήκες, με τις
οποίες ήρθε αντιμέτωπος κατά κύριο λόγο ο διάδοχος του Τσάβες, Νικολάς
Μαδούρο.
Ο Ούγο Τσάβες γεννήθηκε στις 28 Ιούλη
1954 σε μια μικρή πόλη στα νοτιοδυτικά της Βενεζουέλας, τη Σαμπανέτα, ως
το δεύτερο από έξι αγόρια. Οι γονείς του φτωχοί δάσκαλοι, έστειλαν τον
ίδιο και το μεγαλύτερο αδερφό του Αδάν κοντά στη γιαγιά τους Ρόζα Ινιές
σε άλλη πόλη, όπου δέχτηκε τα πρώτα ερεθίσματα ενασχόλησης με την
πολιτική και την ιστορία. Η επιρροή αυτή αυξήθηκε κατά την εφηβεία του
Τσάβες χάρη στην παρουσία του Χοσέ Εστεμπάν Ρουίς Γκεβάρα, ενός
ιστορικού που τον μύησε στο έργο του λατινιαμερικανού απελευθερωτή Σιμόν
Μπολίβαρ και τα γραπτά του Μαρξ. Ήταν η εποχή της δράσης του
βενεζουελάνικου αντάρτικου κατά της κυβέρνησης του Ρόμουλο Μπετανκούρ,
των “Εθνικοαπελευθερωτικών Ενόπλων Δυνάμεων” (FALN), που είχαν ιδρυθεί
το 1962 από το παράνομο (ως τα τέλη της ίδιας δεκαετίας) Κομμουνιστικό
Κόμμα Βενεζουέλας, με τη στήριξη του Φιντέλ Κάστρο.
Το 1971 μπήκε στη στρατιωτικη Ακαδημία
του Καράκας, με στόχο αρχικά να ακολουθήσει καριέρα στο μπέιζμπολ, το
οποίο ήταν ιδιαίτερα αναπτυγμένο στην Ακαδημία. Ωστόσο γρήγορα
αντιλήφθηκε ότι το ταλέντο του δεν επαρκούσε για επαγγελματική
ενασχόληση με το άθλημα κι έτσι αφοσιώθηκε στη στρατιωτική του
σταδιοδρομία, παρότι δεν ήταν ιδιαίτερα πειθαρχικός ως σπουδαστής.
Αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός κι ως πρώτη
του αποστολή του ανατέθηκε να συλλάβει τα υπολείμματα των ανταρτών,
ωστόσο κατά τη διάρκεια της άρχισε να συμπάσχει με εκείνους, βλέποντας
τις εξοντωτικές συνθήκες ζωής των χωρικών που τροφοδοτούσαν τις ένοπλες
οργανώσεις. Το 1977 έφτασε κοντά στην παραίτηση από το στρατό, όταν
έμαθε πως ο αδερφός του Αδάν συμμετείχε κι εκείνος στο αντάρτικο. Αφότου
συναντήθηκε με τον πρώην ηγέτη του FALN, επικεφαλής του λεγόμενου
“Επαναστατικού κόμματος Βενεζουέλας”, Ντούγκλας Μπράβο, αναθεώρησε την
απόφασή του και το 1982 ίδρυσε με άλλους αξιωματικούς το “Βολιβαριανό
Κίνημα 200”, με στόχο την κατάληψη της εξουσίας.
Στις 4 Φλεβάρη, ο Τσάβες με μια ομάδα
αξιωματικών επιχείρησαν την ανατροπή της αντιλαϊκής κυβέρνησης του
προέδρου Κάρλος Αντρές Πέρες. Ο Τσάβες, που είχε ως αποστολή τη σύλληψη
του τελευταίου, παγιδεύτηκε τελικά στο Μουσείο Στρατιωτικής ιστορίας και
αποφάσισε να παραδοθεί με τον όρο να του δοθεί τηλεοπτικός χρόνος στα
εθνικά δίκτυα. Ο λόγος του, που έμεινε γνωστός ως “Por ahora” (για την
ώρα), έθεσε τέρμα στην απόπειρα κατάληψης της εξουσίας, ωστόσο έφερε τον
Τσάβες για πρώτη φορά στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής της χώρας,
κάνοντας πολλούς πολίτες να ευελπιστούν στην επάνοδό του. Ο Τσάβες
φυλακίστηκε χωρίς δικαστική απόφαση ως το 1994, όταν ο πρόεδρος
Ροντρίγκες υποχώρησε μπροστά στις ογκούμενες λαϊκές πιέσεις και τον
απελευθέρωσε. Μετά την αποφυλάκισή του ίδρυσε το Κίνημα της Πέμπτης
Δημοκρατίας (MVR), αποτελούμενο από ακτιβιστές του σοσιαλιστικού χώρου
και στρατιωτικούς. Τα κύρια κόμματα που εναλλάσσονταν στην εξουσία της
χώρας μετά τον τερματισμό της δικτατορίας του 1948-1958 είχαν προκαλέσει
τεράστια δυσαρέσκεια και οικονομική δυσπραγία στη Βενεζουέλα,
συμβάλλοντας στην εκλογική νίκη του Τσάβες στις προεδρικές εκλογές του
Δεκέμβρη του 1998 με 56% των ψήφων και ποσοστά δημοφιλίας που τον πρώτο
χρόνο έφτασαν και το 80% για να διατηρηθούν σχεδόν χωρίς εξαίρεση σε
υψηλά επίπεδα καθ’ όλη τη διάρκεια των θητειών που ακολούθησαν.
Στις εκλογές του 2000 εξελέγη με εξαετή
θητεία, ενώ από την πρώτη στιγμή είχε να αντιμετωπίσει τη λυσσώδη
αντίδραση της ντόπιας αστικής τάξης και του αμερικανικού κυρίως
ιμπεριαλισμού. Το αποκορύφωμα της αντίδρασης ήλθε με το πραξικόπημα του
Απρίλη του 2002, το οποίο αντιμετωπίστηκε με επιτυχία χάρη στη συνένωση
του λαϊκού κινήματος με το στρατό, επαναφέροντας τον Τσάβες στην εξουσία
στις 14 του ίδου μήνα, ενώ και η απόπειρα αποσταθεροποίησης μέσω
απεργίας στην κρατική επιχείρηση Πετρελαίου “Petróleos de Venezuela”
έπεσε λίγους μήνες αργότερα στο κενό. Μάλιστα το 2006 εξελέγη με το
εκπληκτικό 63% των ψήφων, προχωρώντας σε μια σειρά εθνικοποίησεων των
επιχειρήσεων ενέργειας και τηλεπικοινωνιών, καθώς και ό,τι απέμενε από
την ιδιωτική πετρελαιοβιομηχανία. Εκείνα τα χρόνια κορυφώνεται και η
αντιπαράθεσή του με τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζωρτζ Μπους, τον οποίο
στον ΟΗΕ απεκάλεσε “διάβολο”, ενώ παράλληλα συνέσφιξε τις σχέσεις του με
τη Ρωσία και την Κίνα. Η συνταγματική αναθεώρηση που θα έδινε δικαίωμα
απεριόριστης επανεκλογής και θα θέσπιζε την εξάωρη εργασία, κάτω από την
μανιασμένη εκστρατεία της αντιπολίτευσης, δεν πέρασε οριακά στο
δημοψήφισμα του Δεκέμβρη 2007, σε αντίθεση με μια πιο περιορισμένη
εκδοχή της το 2009.
Τον Ιούνιο του 2011 πραγματοποίησε την
πρώτη του εγχείριση στην Κούβα για αφαίρεση καρκινικού όγκου,
συνεχίζοντας τις επισκέψεις εκεί για χημειοθεραπεία. Παρά το συνασπισμό
τριάντα κομμάτων εναντίον του, κατόρθωσε να κερδίσει εκ νέου με δέκα
μονάδες διαφορά την προεδρία στις εκλογές του 2012. Πριν αναχωρήσει για
την τέταρτη επέμβασή του στο νησί της Επανάστασης, ο Τσάβες διόρισε ως
διάδοχό του τον ως τότε αντιπρόεδρο Νικολάς Μαδούρο. Τελικά έφυγε από τη
ζωή στις 5 Μάρτη βυθίζοντας τη χώρα στο πένθος. H σωρός του εκτέθηκε σε
λαϊκό προσκύνημα για τρεις μέρες, ενώ στην κηδεία του παραβρέθηκαν 30
αρχηγοί κρατών και 55 αντιπροσωπείες χωρών απ’ όλο τον κόσμο, ανάμεσα σε
χιλιάδες λαού που αποχαιρέτησαν τον ηγέτη τους.
Η παρακαταθήκη των κυβερνήσεων Τσάβες
υπήρξε αξιόλογη και αντιφατική, όπως κι εκείνη παρόμοιων εγχειρημάτων
που υπήρξαν κι εν μέρει συνεχίζονται σε άλλες χώρες της Λ. Αμερικής με
αναφορά στο βενεζολάνικο παράδειγμα, όπως στη Βολιβία και το Εκουαδόρ.
Στηριζόμενος στα έσοδα των κρατικών επιχειρήσεων πετρελαίου κυρίως και
στις τότε αυξημένες διεθνείς τιμές, ο Τσάβες εφήρμοσε πολιτική
ανακούφισης των ασθενέστερων οικονομικών στρωμάτων, μειώνοντας τη
φτώχεια τουλάχιστον κατά 20% με βάσει τους συντηρητικότερους
υπολογισμούς, αυξάνοντας την απασχόληση και καταπολεμώντας μαζικά τον
αναλφαβητισμό, ενώ βελτίωσε και την πρόσβαση στην ιατροφαρμακευτική
περίθαλψη. Τα επιτεύγματα στο χώρο της παιδείας και της υγείας οφείλουν
πολλά και στην αμέριστη συμπαράσταση της πιστής συμμάχου της χώρας, της
Κούβας, που έδωσε τα πρότυπα για τα εφαρμοζόμενα προγράμματα, αλλά και
έμπρακτη στήριξή τους, μεταξύ άλλων και μέσω της μαζικής αποστολής των
άρτια εκπαιδευμένων και παγκοσμίου φήμης ιατρών της.
Από την άλλη, η ουσία των καπιταλιστικών
σχέσεων παραγωγής επί Τσάβες αλλά και επί του διαδόχου του παρέμεινε
άθικτη, υπονομεύοντας μακροπρόθεσμα ακόμα και τα σημαντικά επιτεύγματα
που κατακτήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια. Η διατήρηση της μεγάλης
πλειονότητας των μέσων παραγωγής στα χέρια των αστών, που είναι έτσι σε
θέση να εκβιάζουν μέσω τεχνητών ελλείψεων προϊόντων, τα κρούσματα
διαφθοράς στο κυβερνητικό στρατόπεδο και σε συνδεόμενα με αυτό νέα
ανερχόμενα στρώματα, και η έξαρση της εγκληματικότητας, καλλιέργησαν το
έδαφος για τη βίαιη ανασύνταξη της αντιπολίτευσης, της οποίας τα
αποτελέσματα βιώνει η χώρα με οξυνόμενη εντάση τα τελευταία χρόνια.
Τα αίτια αυτών των έως και ολέθριων για
τα λαϊκά στρώματα περιορισμών της λεγόμενης “βολιβαριανής διαδικασίας”,
βρίσκονται στον ίδιο τον πυρήνα της ιδεολογίας του λεγόμενου
“σοσιαλισμού του 21ου αιώνα”. Ο διαχειριστικός χαρακτήρας του
συγκεκριμένου ρεύματος αναδεικνύεται μέσα από τα λεγόμενα της Χιλιανής
κοινωνιολόγου και πρώην συμβούλου του Τσάβες, Μάρτα Χάρνεκερ, που
σημείωνε ότι : «Ηταν ο Πρόεδρος Τσάβες που είχε την τόλμη να υποδείξει
το σοσιαλισμό ως εναλλακτική απέναντι στον καπιταλισμό. Τον αποκάλεσε
“σοσιαλισμό του 21ου αιώνα”, διεκδικώντας τις αξίες που συνδέονται με τη
λέξη σοσιαλισμός: Αγάπη, αλληλεγγύη, ισότητα μεταξύ άντρα και γυναίκας,
μεταξύ όλων ενώ παράλληλα πρόσθεσε τον προσδιορισμό “του 21ου αιώνα”,
για να διαφοροποιήσει αυτόν το νέο σοσιαλισμό από τα λάθη και τις
αποκλίσεις που παρουσιάστηκαν στο μοντέλο του σοσιαλισμού που
εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα στη Σοβιετική Ενωση και τις
χώρες της Ανατολικής Ευρώπης».
Η αποστασιοποίηση από τον “επάρατο”
υπαρκτό είναι εξάλλου χαρακτηριστικό που τόνιζε κι ο ίδιος πρόεδρος,
όπως σε μια ομιλία του το 2005 στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, όπου
αφού αναφέρθηκε στα ετερόκλιτα πρότυπά του, όπως ο Χριστός, ο Μπολίβαρ
κι ο Τσε Γκεβάρα, υπογράμμιζε: «Πρέπει να επανεφεύρουμε το σοσιαλισμό.
Δεν μπορεί να είναι το είδος του σοσιαλισμού που είδαμε στη Σοβιετική
Ενωση (…) Πρέπει να διεκδικήσουμε εκ νέου το σοσιαλισμό ως θέση, ως
σχέδιο και μονοπάτι, αλλά ένα νέο τύπο σοσιαλισμού, έναν ανθρωπιστικό
σοσιαλισμό που βάζει τους ανθρώπους και όχι τις μηχανές ή το κράτος πάνω
απ’ όλα».
Το 2007 πάλι, στην προσωπική του
τηλεοπτική εκπομπή «Αλό Πρεσιντέντε», σημείωσε ότι το «σοσιαλιστικό
σχέδιο σε αυτή τη χώρα αποδέχεται την ιδιωτική ιδιοκτησία» και συνέχισε:
«Ο δικός μας σοσιαλισμός αποδέχεται την ιδιωτική ιδιοκτησία, αλλά αυτή
θα πρέπει να είναι στα νόμιμα πλαίσια και να λειτουργεί για τα κοινωνικά
συμφέροντα. Επίσης, αποδέχεται την παρουσία ξένων ιδιωτικών
επιχειρήσεων προερχόμενων από οποιαδήποτε χώρα, αρκεί αυτές να
αποδέχονται την εθνική ακεραιότητα της Βενεζουέλας».
Δώδεκα χρόνια μετά τα λόγια αυτά και μια
πενταετία μετά την απώλεια του ομιλητή, το αδιέξοδο αυτών των λογικών
είναι πιο ξεκάθαρο από ποτέ. Αυτό όμως δε μειώνει την κληρονομιά του
βενεζουελάνου ηγέτη, ο οποίος θα μείνει για πάντα στη μνήμη των λαών
της Λατινικής Αμερικής και του κόσμου ολόκληρου για την προσφορά του.
Κλείνουμε με λίγα λόγια του Φιντέλ
Κάστρο, από σημείωμα που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Γκράνμα μετά το
θάνατο του Τσάβες. Εκεί αφού δήλωσε πως η Κούβα έχανε “τον καλύτερο φίλο
που είχε στην ιστορία της”, προσέθετε πως : “Είχαμε την τιμή να
μοιραζόμαστε με τον Τσάβες τα ίδια ιδανικά της κοινωνικής δικαιοσύνης
και της υποστήριξης αυτών που είναι θύματα εκμετάλλευσης. Οι φτωχοί
είναι ίδιοι παντού στον κόσμο”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου