Μια αποκαλυπτική αναδρομή στα πρώτα χρόνια μετά την ψήφιση της Συνθήκης από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Συνασπισμό
«Το κόστος της "σύγκλισης" πέφτει στις πλάτες του λαού, συνθλίβονται τα δικαιώματά του, υπονομεύονται τα συμφέροντά του και τα συμφέροντα της χώρας. Οι αντιθέσεις θα οξυνθούν. Θα την πληρώσει όχι μόνο η εργατική τάξη αλλά και τα μεσαία στρώματα και η μικρομεσαία αγροτιά. Θα προκύψουν νέες ζώνες και στρώματα φτώχειας, δυσμενείς ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις με αποτέλεσμα τη συνολική επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου, της ποιότητας ζωής...».
«Η "Ενωμένη Ευρώπη" του Μάαστριχτ με ενιαία οικονομική και νομισματική πολιτική, με κοινή εξωτερική πολιτική και άμυνα, ανταποκρίνεται μόνο στην επιδίωξη των ισχυρών ευρωπαϊκών μονοπωλιακών κύκλων να επιβληθούν ως ένας ισχυρός ιμπεριαλιστικός πόλος στις παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις, σε βάρος των εργαζομένων...».
Τα παραπάνω είναι ορισμένα μόνο αποσπάσματα από τα υλικά της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του ΚΚΕ «Για την ΕΟΚ και την Καπιταλιστική Ευρωπαϊκή Ενοποίηση», που πραγματοποιήθηκε τον Απρίλη του 1993, οπότε συμπληρώνονταν 11 χρόνια από την ένταξη της χώρας μας στην τότε ΕΟΚ και ένας περίπου χρόνος απ' την κύρωση στην ελληνική Βουλή της Συνθήκης του Μάαστριχτ, με τις ψήφους της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ (ΣΥΡΙΖΑ).
Αυτές άλλωστε φάνηκαν με το «καλημέρα». Ενόψει της προετοιμασίας για την υλοποίηση της Ενιαίας Εσωτερικής Αγοράς από 1η Γενάρη 1995, η τότε κυβέρνηση έβαλε σε εφαρμογή το πρώτο τριετές πρόγραμμα λιτότητας 1990 - 1992, επιβεβαιώνοντας με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο ότι τα «μνημόνια» της ΕΕ ήταν διαρκείας από γεννησιμιού της.
Στο «πρόγραμμα προσαρμογής» της ελληνικής οικονομίας, που είχε επεξεργαστεί το τότε υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, περιλαμβάνονταν σκληρά αντεργατικά μέτρα όπως ήταν η μείωση της απασχόλησης στον δημόσιο τομέα κατά 10% μέχρι τέλος του 1993, δηλαδή απολύσεις 52.000 εργαζομένων.
Στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ ο τότε υπουργός Εθνικής Οικονομίας Στ. Μάνος δήλωνε για τους στόχους του Μάαστριχτ ότι «το σημαντικότερο που πρέπει να διασφαλισθεί είναι μια πενταετής δέσμευση για τους μισθούς στον δημόσιο τομέα»! Οι ίδιοι οι βιομήχανοι απαιτούν περισσότερη λιτότητα και «ολοκλήρωση της απελευθέρωσης όλων των αγορών» κυρίως στα ζητήματα της αγοράς εργασίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι εκείνη την περίοδο, που κύμα ανατιμήσεων κατέτρωγε το λαϊκό εισόδημα, οι βιομηχανικές επιχειρήσεις αύξαναν τα κέρδη τους εντυπωσιακά. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της εποχής, 380 βιομηχανίες είχαν αύξηση κερδών το 1991 έναντι του 1990 κατά 35%, ενώ οι δέκα πρώτες είδαν τα κέρδη τους να αυξάνονται κατά 68,6%!
Πλάτη στην πολιτική που τσάκιζε τον λαό έβαλε αποφασιστικά το ΠΑΣΟΚ. Στην «Προγραμματική Πρόταση - Κατευθυντήριες Γραμμές» τον Σεπτέμβρη του 1991 διακήρυττε: «Η εκπλήρωση εκ μέρους της χώρας μας των υποχρεώσεων που απορρέουν από την ολοκλήρωση της 1ης φάσης της ΟΝΕ και η ισότιμη συμμετοχή μας στη 2η φάση μπορεί και πρέπει να εξασφαλιστούν μετά από σημαντική μείωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και του πληθωρισμού. Οσο πιο γρήγορα και αποτελεσματικά ξεπεραστούν τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, τόσο πιο αποτελεσματική θα γίνει η προσχώρησή μας στην ΟΝΕ».
Μάλιστα, το ΠΑΣΟΚ αναλάμβανε και ενεργό ρόλο χειραγώγησης του λαού, επισημαίνοντας στην τότε κυβέρνηση της ΝΔ ότι για να προχωρήσουν οι αντεργατικές μεταρρυθμίσεις και η «σταθεροποίηση της οικονομίας», θα έπρεπε να έχουν τη συναίνεση ή τουλάχιστον την ανοχή των λαϊκών στρωμάτων. Σημείωνε συγκεκριμένα ότι πρωταρχικό ρόλο παίζει «η όσο γίνεται μεγαλύτερη αποδοχή από το κοινωνικό σύνολο ενός πακέτου στόχων και μέτρων... ένα τετραετές κοινωνικό συμβόλαιο είναι απαραίτητο να συναφθεί ανάμεσα στις παραγωγικές τάξεις και την πολιτεία ύστερα από διάλογο».
Τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, η στάση του ΠΑΣΟΚ ως τότε αξιωματική αντιπολίτευση θυμίζει σε πολλά τη σημερινή του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ασκεί «εποικοδομητική αντιπολίτευση» στη ΝΔ, στο έδαφος της στρατηγικής τους σύμπλευσης και την ίδια ώρα μοιράζει εγγυήσεις στο κεφάλαιο ότι ο ίδιος, ως κυβέρνηση, είναι πιο ικανός στη θωράκιση της κοινωνικής συνοχής, στη στράτευση δηλαδή του λαού με τους στόχους του κεφαλαίου.
Κατά τα άλλα, ο προκάτοχος του ΣΥΡΙΖΑ, ο τότε Συνασπισμός, δεν έπαψε ούτε λεπτό να υπερασπίζεται φανατικά τις αποφάσεις του Μάαστριχτ για την ΟΝΕ: Απ' τις διαβεβαιώσεις Φαράκου στη Βουλή, ότι «επιλέγουμε την πορεία προς την Ενωμένη Ευρώπη και θέλουμε να συμβάλουμε στη συνειδητή αποδοχή της από την κοινή γνώμη», έως την προβολή της ΟΝΕ ως «ιστορικού επιτεύγματος».
Στο «Πρόγραμμα Οικονομικής Σύγκλισης 1992 - 1996» περιλαμβάνονται νέα μέτρα, που καταλήγουν σε μεγαλύτερη επιβολή φόρων και περικοπές των δαπανών για την ασφάλιση των εργαζομένων. Μέτρα όπως ο διπλασιασμός των τελών κυκλοφορίας, η κατάργηση της τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας, η καθιέρωση φόρου 5% στα εισοδήματα από τόκους κρατικών δανείων, απολύσεις 20.000 ατόμων ετησίως από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, μείωση του χρόνου επιδότησης των ανέργων, ελεύθερη ίδρυση ιδιωτικών γραφείων ευρέσεως εργασίας, διεύρυνση του ορίου απολύσεων από τις επιχειρήσεις, αύξηση ασφαλιστικών εισφορών, πάγωμα συντάξεων πάνω από 150.000 δραχμές, ιδιωτικοποίηση της Υγείας, κατάργηση της δωρεάν παροχής βιβλίων στην Εκπαίδευση, θέσπιση διδάκτρων στα πανεπιστήμια, ελεύθερη ίδρυση ιδιωτικών σχολείων, μείωση του πραγματικού εισοδήματος των εργαζομένων.
Ολα αυτά ενόσω ήδη την τριετία 1990 - 1992 η απώλεια εισοδήματος για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα ανερχόταν σε 16,5%, στον δημόσιο τομέα σε 40%, ενώ η αγοραστική δύναμη του μισθού το 1993 ήταν μικρότερη κατά 33,2% σε σχέση με τον μισθό τον Γενάρη του 1990.
Ηδη δηλαδή μέσα στα δύο - τρία πρώτα χρόνια απ' το Μάαστριχτ και την πρακτική εφαρμογή των όρων της ΟΝΕ, οι οδυνηρές συνέπειες στο εισόδημα, στους όρους εργασίας και συνταξιοδότησης, συνολικά στο επίπεδο ζωής του λαού ήταν παραπάνω από ορατές, όχι μόνο στην Ελλάδα.
Το επιβεβαιώνουν ορισμένοι στατιστικοί δείκτες της εποχής, που κι αυτοί δεν αποτυπώνουν ολοκληρωμένα τη σχετική επιδείνωση των συνθηκών ζωής και δουλειάς των εργαζομένων και του λαού. Για παράδειγμα, στην τότε ΕΟΚ κάτω απ' το όριο της φτώχειας ζούσαν 53 εκατομμύρια άνθρωποι, με τον πληθωρισμό να ροκανίζει τα εισοδήματα όλων. Η ανεργία αυξήθηκε, η εκμετάλλευση εντάθηκε.
Το 1993 οι εγγεγραμμένοι άνεργοι ανέρχονταν σε 19 εκατομμύρια με αυξητικές τάσεις. Από 8,8% που ήταν η ανεργία το 1991, αυξήθηκε σε 11,5% το 1994.
Στόχος όμως των κυβερνήσεων και των επιτελείων της ΕΕ δεν ήταν η βελτίωση της ζωής των εργαζομένων, αλλά των δεικτών κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων. Γι' αυτό την περίοδο εκείνη επιταχύνθηκαν οι κατευθύνσεις και οι νόμοι για την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, την παραπέρα υπονόμευση της κυριακάτικης αργίας, του 8ωρου.
Είναι οι περίοδος που θεσπίζεται η μερική απασχόληση για το μοίρασμα μιας θέσης εργασίας σε δύο και τρεις εργαζόμενους. Στο άτυπο Συμβούλιο των αρμόδιων υπουργών (23/9/1993) συνομολογείται ότι «το ύψος των μισθών (...) πρέπει να περικοπεί δραστικά (...) να μειωθούν οι δαπάνες της Κοινωνικής Ασφάλισης (...) να προωθηθεί η μείωση του κόστους της ανειδίκευτης εργασίας».
Σε ό,τι αφορά τους βιοπαλαιστές αγρότες, το 1993 οι ποσοστώσεις σε μια σειρά αγροτικά προϊόντα, η καταστροφή εγχώριας παραγωγής εσπεριδοειδών όταν η χώρα κατακλύζεται από εισαγόμενους χυμούς, η μείωση εισοδήματος, η πρωτοφανής αύξηση των αποθεμάτων λαδιού και κρασιών συμπιέζουν τις τιμές των παραγωγών και αυξάνουν τις τιμές για τον καταναλωτή.
Επίσης, η κατακόρυφη αύξηση του κόστους παραγωγής είχε ως αποτέλεσμα την πτώση του καθαρού τους εισοδήματος κατά 10% ανάμεσα στο 1991 και 1992.
«Η ΟΝΕ δεν είναι για τον λαό εθνικός στόχος. Είναι στόχος της πλουτοκρατίας και των κομμάτων της. Από την ΟΝΕ, την "Ατζέντα 2000" και τις καπιταλιστικές συνολικά αναδιαρθρώσεις, κερδισμένες θα είναι οι πολυεθνικές και η άρχουσα τάξη όλων των κρατών - μελών της ΕΕ, ανεξάρτητα από το πόσο η καθεμία (ελληνική, πορτογαλική, ισπανική κ.λπ.) θα μπορέσει να αρπάξει από το μοίρασμα της πίτας.
Η διατήρηση της ονομαστικής σύγκλισης και το Σύμφωνο Σταθερότητας προμηνύουν νέα, πιο βαριά δεσμά, για τους λαούς. Αποτελούν το άλλοθι της κυβέρνησης για θυσίες διαρκείας πότε με στόχο να μπούμε στην ΟΝΕ ή και για να μη βγούμε από την ΟΝΕ», σημείωνε η ΚΕ του ΚΚΕ σε Απόφασή της τον Δεκέμβρη του 1998.
Στην ίδια Απόφαση το ΚΚΕ προειδοποιούσε και για άλλες πλευρές της αντιλαϊκής πολιτικής της ΕΕ μετά το Μάαστριχτ: «Ενισχύονται οι κατασταλτικοί μηχανισμοί σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ. Η Ευρώπη "τους" κινδυνεύει από τους λαούς που την κατοικούν, γι' αυτό και όλα τα μέτρα που παίρνει για την ασφάλεια και την άμυνα είναι στρατιωτικές επεμβάσεις και μηχανισμοί καταστολής.
Ακριβώς γι' αυτό προωθείται η εφαρμογή της Συνθήκης Σένγκεν και η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων και του ρόλου της ευρωαστυνομίας (europol) με μηχανισμούς παρακολούθησης και καταστολής (...) με αστυνομικούς - στρατιωτικούς θεσμούς για ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και εμπορευμάτων και τη χειραγώγηση των εργαζομένων...».
Ολα αυτά δεν άργησαν βέβαια να αποκαλυφθούν και να επαληθευτούν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου