Οι «δυνατοί άνεμοι», η «κλιματική κρίση», το «ανάγλυφο της περιοχής», το «μικροκλίμα της φωτιάς» και οι «στροβιλισμοί» είναι μερικά από όσα επιστρατεύτηκαν ως δικαιολογίες για μια ακόμα φορά από την πρώτη στιγμή της πυρκαγιάς στην Αττική.
Μαζί μ' αυτά και κάτι γενικότητες για τις «χρόνιες παθογένειες», για την «άναρχη οικιστική ανάπτυξη», τις κατοικίες που «φυτεύονται μέσα στα δάση», λες και όλα αυτά προέκυψαν μόνα τους, χωρίς καμία κρατική ευθύνη. Τα επιχειρήματα μονότονα, τα ίδια εδώ και τόσα χρόνια, απ' όλες τις κυβερνήσεις, για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα.
Τι επιχειρείται για ακόμη μια φορά από την κυβέρνηση και άλλα αστικά επιτελεία αυτές τις δύσκολες ώρες για τον λαό; Μπροστά σε μεγάλες καταστροφές που ξεσπιτώνουν εργατικά - λαϊκά στρώματα και δηλητηριάζουν έδαφος, νερό κι αέρα, να φορτώνονται οι ευθύνες σε οτιδήποτε άλλο εκτός από τον πραγματικό ένοχο. Να μένει δηλαδή στο απυρόβλητο το γεγονός ότι η γη είναι εμπόρευμα, ότι οι πολιτικές όλων των κυβερνήσεων ευνοούν την εμπορευματοποίηση των δασών. Γενικότερα, ότι πίσω από την έλλειψη ουσιαστικής πρόληψης, πίσω από τα εμπόδια στην ολοκληρωμένη διαχείριση υπάρχουν ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, κρατικές και κυβερνητικές προτεραιότητες που θεωρούν άχρηστο «κόστος» υποδομές πυροπροστασίας και πυρόσβεσης.
Αλήθεια, τι φταίει που κάθε δύο με τρία χρόνια στην Πεντέλη παίζεται το ίδιο έργο σχεδόν από το 1981, όταν δεν υπήρχε κάποια «κλιματική κρίση»; Τι φταίει που φέτος - όπως και πέρυσι στη Βαρυμπόμπη - η πύρινη λαίλαπα μπαίνει ανενόχλητη στον αστικό ιστό; Είναι μήπως «δύσβατη» η Παλλήνη; Φταίνε οι ορεινοί όγκοι που είναι «σαν μπακλαβάς», όπως ακούστηκε π.χ. για την πρόσφατη πυρκαγιά στον Υμηττό;
Σήμερα, είτε με φωτιές είτε με πλημμύρες είτε με χιόνια, έχει γίνει πολύ πιο καθαρό, πολύ πιο σαφές απ' ό,τι παλιότερα ότι «ακραίο φαινόμενο» είναι μόνο η πολιτική που δεν έχει ως προτεραιότητα την προστασία της περιουσίας και της ζωής του λαού, είναι ένα κράτος που είναι ανίκανο να προστατέψει τον λαό, όταν είναι ικανότατο να εξυπηρετήσει την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων. Η πολιτική που με κυνισμό ομολογεί ότι «συμφέρει» περισσότερο κάθε τόσο να μοιράζουν οι κυβερνήσεις μερικά ψίχουλα για αποζημιώσεις, παρά να κατασκευάζουν και να συντηρούν με σταθερότητα και συνέπεια τις απαραίτητες υποδομές.
Αυτό το κράτος είναι που δεν λογαριάζει «κόστος», όταν η αστική τάξη εκτιμά ότι έχει να λαμβάνει πολλαπλά οφέλη, κι έτσι δεν κάνει «εκπτώσεις» για να σπείρει σε όλη τη χώρα στρατιωτικές αμερικανοΝΑΤΟικές βάσεις. Αυτό το κράτος, με κυβερνήσεις όλων των αποχρώσεων, έφτασε να δίνει το 0,04% του κρατικού προϋπολογισμού για τα δάση, ενώ για τις ανάγκες του ΝΑΤΟ δίνει πάνω από το 2% με απόλυτη συνέπεια. Ακριβώς για να είναι «αποτελεσματικό» για το κεφάλαιο, γι' αυτό και είναι εχθρικό για τα λαϊκά συμφέροντα. Και αυτό όπως αποδεικνύεται δεν είναι κάποιο «ελληνικό φαινόμενο», το ίδιο συμβαίνει και σε φυσικές καταστροφές με πυρκαγιές, πλημμύρες κ.λπ. και σε άλλα, ισχυρά καπιταλιστικά κράτη. Αυτή η αλήθεια από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία μέχρι τη Γαλλία και την Πορτογαλία δεν μπορεί να γίνεται δικαιολογία, για να λέει η κυβέρνηση «να συμβαίνουν και αλλού αυτά». Αυτές οι προκλητικές συγκρίσεις - που ζούμε επί δύο χρόνια τώρα και στην περίπτωση της πανδημίας - μόνο ένα πράγμα φανερώνουν: Οτι ο καπιταλισμός είναι το ίδιο εχθρικός για τη μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία και τις ανάγκες της σε κάθε χώρα, σε κάθε κράτος.
Για άλλη μια φορά, η κυβέρνηση όπως έκανε και πέρυσι «οχυρώνεται» πίσω από το «μη χειρότερα», αφού ο πήχης πλέον έχει μπει στην τραγωδία του 2018 στο Μάτι. Ετσι από τότε, όποια τέτοια καταστροφή δεν αφήνει πίσω της εκατόμβη θυμάτων, φτάνει να θεωρείται μέχρι και «επιτυχία», κι ας έχει κάνει «κάρβουνο» ορεινούς όγκους και λαϊκές περιουσίες.
Τόσο τα παραπάνω όσο και η πείρα που συσσωρεύει ο λαός αποκαλύπτουν ότι σήμερα οι τεράστιες δυνατότητες για ουσιαστική προστασία υπονομεύονται από μια στρατηγική, που στο επίκεντρό της έχει τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων. Με αυτή την πολιτική μπορούν να αντιπαρατεθούν οι εργαζόμενοι με την οργάνωσή τους, στηριγμένοι στην αλληλεγγύη και τη διεκδίκηση, κάνοντας πράξη το «μόνο ο λαός μπορεί να σώσει τον λαό».
Αναδημοσίευση από τη στήλη «Η Άποψή μας» του «Ριζοσπάστη» της Πέμπτης 21 Ιούλη 2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου