Προσδοκίες για νέο κύκλο «παροχών» από Σεπτέμβρη καλλιεργεί η κυβέρνηση, διαφημίζοντας τη «θετική πορεία της οικονομίας», την «υπεραπόδοση των φορολογικών εσόδων» και τις «επιδόσεις στον τουρισμό». Επιχειρεί και μ' αυτόν τον τρόπο να ζεστάνει το τυράκι για τη φάκα της «κοινωνικής συναίνεσης» στην πολιτική που οδηγεί τα λαϊκά νοικοκυριά πιο βαθιά στην οικονομική και ενεργειακή φτώχεια.
Ανεξάρτητα από τις αντιφατικές προβλέψεις για την πορεία της οικονομίας, διαβάζοντας κανείς τα μέτρα που σκοπεύει να εξαγγείλει ο πρωθυπουργός από τη ΔΕΘ, εύκολα διακρίνει την κοροϊδία που κρύβει πίσω του καθένα απ' αυτά.
Για παράδειγμα: Η συνέχιση της επιδότησης στους λογαριασμούς του ρεύματος, στο έδαφος της απελευθερωμένης αγοράς Ενέργειας και της κλιμάκωσης των πολιτικών για την «πράσινη μετάβαση», ούτε μπορεί ούτε στοχεύει στην πραγματική ανακούφιση του λαού.
Κρύβει από πίσω την παγίωση των υψηλών τιμών, με την ενσωμάτωση της «ρήτρας» στα τιμολόγια του ρεύματος. Επί της ουσίας επιδοτεί τους παρόχους Ενέργειας με λεφτά του λαού, προκειμένου να μην ανοίξει κι άλλο η ψαλίδα με τους ανείσπρακτους λογαριασμούς.
Η κυβέρνηση προαναγγέλλει επίσης τη συνέχιση της επιδότησης για τα καύσιμα, με το γνωστό «fuel pass». Το μέτρο αυτό όμως είναι έτσι κι αλλιώς «σταγόνα στον ωκεανό» των αυξήσεων και «επιστροφή» ενός απειροελάχιστου μέρους της τεράστιας επιβάρυνσης που υφίσταται η λαϊκή οικογένεια από τις ανατιμήσεις στα καύσιμα, την οποία πληρώνει μάλιστα ξανά από την τσέπη της!
Αν ήθελε το κράτος να ανακουφίσει πραγματικά τον λαό από το αβάσταχτο κόστος των καυσίμων, δεν θα απέρριπτε μαζί με τα άλλα κόμματα τις προτάσεις του ΚΚΕ για κατάργηση του ειδικού φόρου και των άλλων χαρατσιών. Δεν θα θωράκιζε από εκατό μεριές τα κέρδη των διυλιστηρίων.
Η κυβέρνηση μιλάει επίσης για νέο «επίδομα ακρίβειας» και νέα αύξηση του κατώτερου μισθού από την 1/1/2023, ώστε να προσεγγίσει τα 751 ευρώ.
Εδώ ο εμπαιγμός σπάει όλα τα φράγματα: Το περίφημο «εφάπαξ» επίδομα για την ακρίβεια («κοινωνικό μέρισμα» επί ΣΥΡΙΖΑ) αφορά ένα πολύ μικρό μέρος όσων βρίσκονται στο φάσμα της στατιστικής φτώχειας και δεν καλύπτει ούτε τα μηνιάτικα έξοδα του σούπερ μάρκετ για μια τετραμελή οικογένεια.
Οσο για τον κατώτερο μισθό, η ενδεχόμενη αύξηση με τον νόμο Βρούτση - Αχτσιόγλου στα όρια που βρισκόταν πριν από 13 χρόνια (!) μόνο θριαμβολογίες δεν δικαιολογεί, όταν σήμερα ο μέσος καθαρός μισθός στον ιδιωτικό τομέα ίσα που ξεπερνάει τα 800 ευρώ και στη μερική απασχόληση τα 300!
Κι όταν ο μέσος μισθός πλήρους απασχόλησης σε σύγκριση με το 2011 είναι μειωμένος κατά 330 ευρώ, ή κατά 23,5%, με τον πληθωρισμό να καλπάζει σταθερά πάνω από το 11%.
Οι εξαγγελίες αυτές της κυβέρνησης έχουν για προαπαιτούμενο τη διαμόρφωση «δημοσιονομικού χώρου» από την υπέρβαση των φορολογικών στόχων, ώστε να μην απειληθεί η δημοσιονομική «σταθερότητα», που επιβάλλουν οι ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων. Την ίδια ώρα, εντείνεται στην ΕΕ η συζήτηση για «στοχευμένες παρεμβάσεις», που θα συγκρατούν τη δυσαρέσκεια του λαού από τη ραγδαία επιδείνωση της ζωής του.
Σ' αυτούς τους πυλώνες βασίζεται και η πολιτική της κυβέρνησης: Ο λεγόμενος «δημοσιονομικός χώρος» δημιουργείται από τη φοροαφαίμαξη (ειδικά με τους έμμεσους και πράσινους φόρους) και τις κρατικές περικοπές σε βάρος του λαού. Ενώ τα όποια ...«pass» εστιάζουν στα πιο χαμηλά εισοδήματα και χρηματοδοτούνται από την τσέπη του λαού, χωρίς να προσφέρουν καμιά πραγματική ανάσα από τις βαριές συνέπειες της ακρίβειας.
Στις ίδιες ράγες «τρέχει» και η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, που υπόσχεται «δίκαια» αλλά «κοστολογημένα» μέτρα, διαβεβαιώνοντας ταυτόχρονα το κεφάλαιο ότι είναι ικανότερος να διαχειριστεί τα δεκάδες δισ. που προορίζονται για τη στήριξη της κερδοφορίας του και παράλληλα να διαφυλάξει την «κοινωνική συνοχή». Να αποσπάσει δηλαδή τη συμφωνία ή την ανοχή του λαού στην πολιτική που τον εξοντώνει.
ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ ανταγωνίζονται μεταξύ τους στην υλοποίηση της ίδιας αντιλαϊκής στρατηγικής, με κορωνίδα το Ταμείο Ανάπτυξης και συγκλίνουν στον στόχο να καταπιεί αδιαμαρτύρητα ο λαός το ψευτοδίλημμα από ποια τσέπη θα χάσει.
Η «ψιχουλομαχία» τους στα όρια των «αντοχών της οικονομίας» του κεφαλαίου κρύβει το «καρβέλι» των κρατικών και ευρωπαϊκών κονδυλίων - πλούτος κλεμμένος από τους εργαζόμενους - που ροκανίζουν ολάκερο οι πολυεθνικοί όμιλοι, μεταξύ τους και τα πράσινα ενεργειακά αρπακτικά.
Καμιά ανοχή λοιπόν και καμιά προσμονή από σημερινούς και επίδοξους «σωτήρες», που έχουν φέρει σ' αυτήν την κατάσταση τον λαό, για να θωρακίζονται κάτω από όλες τις συνθήκες τα κέρδη του κεφαλαίου.
Οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα έχουν τη δική τους αγωνιστική «ατζέντα» ενόψει της ΔΕΘ, προετοιμάζοντας νέες μαζικές κινητοποιήσεις για αυξήσεις στους μισθούς και στις συντάξεις, κατάργηση των έμμεσων φόρων και χαρατσιών, φτηνό ρεύμα και καύσιμα για όλους.
Μόνο όσο μεγαλώνουν η αμφισβήτηση και η σύγκρουση με τη στρατηγική του κεφαλαίου και τα κόμματά του, θα διαμορφώνεται «χώρος» για να πάρει ο λαός ανάσα κι από καλύτερες θέσεις να οργανώσει την αντεπίθεση για τα σύγχρονα δικαιώματα και τις ανάγκες του.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Παρασκευής 5 Αυγούστου 2022.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου