Ενας καθόλου «αόρατος» εχθρός...
Copyright 2020 The Associated
|
Πόσο
«αόρατος» είναι όμως αυτός ο εχθρός, από τον οποίο κινδυνεύουμε παντού
και κάθε στιγμή, και επειδή ακριβώς δεν τον βλέπουμε, θα πρέπει να
καταπίνουμε άκριτα την αποθέωση της «ατομικής ευθύνης», την αξιοποίηση
περιορισμών, για να επιβληθεί η σιωπή, να κλείνουμε το στόμα, να μη
διεκδικούμε και από πάνω να ...ευγνωμονούμε το κράτος και την κυβέρνηση,
που υπερβαίνουν τάχα τον εαυτό τους για να μας προστατεύσουν;
Η απειλή των πανδημιών, εκτός από γνωστή στην ανθρωπότητα - ειδικά μετά την ανάπτυξη της επιδημιολογίας, που μεταξύ άλλων, συμβάλλει στον προγραμματισμό, στην οργάνωση και την αξιολόγηση των συστημάτων Υγείας - είναι ζήτημα που απασχολεί κυβερνήσεις, ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και αστικά επιτελεία ειδικά τα τελευταία χρόνια.
«Δεξαμενές σκέψης», πανεπιστήμια, ερευνητικές επιτροπές κ.ο.κ., επιμελούνται σωρεία ερευνών, εκθέσεων και σεναρίων για τις επιπτώσεις επιδημιών και πανδημιών. Σε όλες αυτές τις επεξεργασίες, η απειλή δεν είναι καθόλου «αόρατη», αλλά περιγράφεται με λεπτομέρειες. Οχι, βέβαια, για να ενισχυθούν τα μέτρα πρόληψης και προστασίας της υγείας του λαού, αλλά για να προβλεφθούν και να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες κυρίως σε ό,τι αφορά την οικονομία, τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, ακόμα και τη σταθερότητα των πολιτικών συστημάτων, αλλά και να αξιοποιηθούν μέσα σε αυτό το πλαίσιο. Ας δούμε μερικά παραδείγματα.
Το 2018, σε άρθρο καθηγητή του Τμήματος Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ που φιλοξένησε περιοδικό του ΔΝΤ, το «Finance and Development»,
λίγους μήνες μετά την τελευταία ενημέρωση της λίστας του Παγκόσμιου
Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) με τις ασθένειες που χρήζουν άμεσης έρευνας ως
τις πιο επικίνδυνες να προκαλέσουν επιδημίες, παρατίθενται μια σειρά από
προτάσεις για την πρόληψη και την προετοιμασία των συστημάτων Υγείας.
Το άρθρο αναφέρει ότι οι επιδημίες δημιουργούν μεγάλα πλήγματα όχι μόνο σε ανθρώπινες ζωές, αλλά και στην οικονομία, γι' αυτό απαιτούνται μέτρα για την ανάπτυξη και διάθεση εμβολίων παγκοσμίως. «Αυτό απαιτείται», σημειώνει, «διότι στον τομέα των φαρμακευτικών εταιρειών υπάρχει μια σημαντική αποτυχία της αγοράς, όσον αφορά στα εμβόλια για συγκεκριμένες, χαμηλής πιθανότητας παθογένειες (individual low-probability pathogens) που δύνανται να προκαλέσουν επιδημίες.
(...) Λόγω της χαμηλής ζήτησης τέτοιου τύπου εμβολίων, του υψηλού κόστους έρευνας και ανάπτυξης και της αργής απόσβεσης, οι φαρμακευτικές βιομηχανίες δεν επενδύουν εύκολα στην ανάπτυξή τους (...) Το συμφέρον της κερδοφορίας δεν συμβαδίζει καλά με το κοινωνικό συμφέρον του περιορισμού του ρίσκου που αποτελούν τέτοιες αρρώστιες».
Να, λοιπόν, πώς το κριτήριο του κόστους - οφέλους για το κεφάλαιο καθορίζει την ...αορατότητα του εχθρού: Αν και είναι επιστημονικά δυνατό να υπάρξει πρόληψη από ιούς που διαπιστωμένα προκαλούν επιδημίες, αυτό καθορίζεται από το κέρδος, που με τη σειρά του προκύπτει μόνο όταν η επιδημία εκδηλωθεί και υπάρξει μεγάλη ζήτηση για εμβόλια.
Αυτό ζούμε σήμερα με τον ανταγωνισμό για το ποιο μονοπώλιο θα πρωτοπαρασκευάσει και θα διαθέσει το εμβόλιο, με τους βασικούς ανταγωνιστές στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα να ρίχνουν πακτωλό χρημάτων, προκειμένου να το αποκτήσουν πρώτοι.
Τον Οκτώβρη του 2019, το «Πρόγραμμα Διεθνούς Ασφάλειας» μιας εκ των κορυφαίων «δεξαμενών σκέψης» των ΗΠΑ, του «Center for Strategic & International Studies (CSIS)»,
το οποίο χαρακτηρίζεται ως «σταθερή πηγή αξιόπιστων αναλύσεων των
απειλών και των ευκαιριών, που διαμορφώνονται για τα συμφέροντα
ασφάλειας των ΗΠΑ στο εσωτερικό και το εξωτερικό», επεξεργάστηκε τρία
σενάρια «για να διερευνήσει τον ζωτικής σημασίας, αλλά ραγδαία
μεταβαλλόμενο ρόλο των κυβερνήσεων, σχετικά με την ασφάλεια και τις νέες
τεχνολογίες».
Ενα από αυτά τα σενάρια αφορούσε μια ενδεχόμενη πανδημία που θα χτυπούσε απότομα τον παγκόσμιο πληθυσμό, από έναν νέο και ιδιαίτερα μεταδοτικό κορονοϊό.
Επέλεξαν, όπως αναφέρουν, έναν κορονοϊό, επειδή πολλοί επιστήμονες είχαν συμφωνήσει πως ένας τέτοιος παθογόνος ιός είναι πιθανό να δημιουργήσει μια πανδημία. Θυμίζουμε ότι οι επιδημίες των SARS και MERS που έχουν προηγηθεί ήταν κι αυτοί της οικογένειας των κορονοϊών. Το σενάριο, λοιπόν, βασίστηκε στις μελέτες των πρόσφατων επιδημιών από επιστήμονες του προγράμματος Ασφάλειας Δημόσιας Υγείας του CSIS και του Κέντρου Ασφάλειας Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου «Τζον Χόπκινς».
Το συμπέρασμα που καταλήγουν είναι πως μια πανδημία μπορεί να κλονίσει την εμπιστοσύνη του λαού στο κράτος και τις κυβερνήσεις, οι εκστρατείες παραπληροφόρησης γίνονται ιδιαίτερα επικίνδυνες σε ένα εύθραυστο περιβάλλον κρίσης και οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα οξύνονται. Ως εκ τούτου, συμπεραίνει η ομάδα, «η ασφάλεια της δημόσιας υγείας δεν λαμβάνεται αρκετά σοβαρά ως παράγοντας εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ».
Το
CSIS έδειξε έντονο ενδιαφέρον και για τα ζητήματα της «Ανθρωπιστικής
Βοήθειας» σε περίπτωση εμφάνισης επιδημιών σε τρίτες χώρες, ως πεδίο άσκησης εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, στο πλαίσιο των ευρύτερων ανταγωνισμών.
Σε εκδήλωση τον Φλεβάρη του 2019, στελέχη του σημείωναν ότι «η "Ανθρωπιστική Βοήθεια" πρέπει να βρεθεί ανάμεσα στις κορυφαίες προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ».
Μπορεί, τελικά, οι ΗΠΑ να βρίσκονται σήμερα στο επίκεντρο της πανδημίας και να μετρούν τα περισσότερα θύματα παγκοσμίως, αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι για όλα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και κράτη, η πανδημία και η παροχή υγειονομικής και οικονομικής βοήθειας αποτελούν πεδίο ανταγωνισμού, αλλά και στοιχείο που ανακατεύει την τράπουλα ανάμεσα στα διαφορετικά στρατόπεδα και στο εσωτερικό τους, δημιουργεί καινούργιους άξονες και αντιάξονες.
Ποιος δεν παρακολουθεί, για παράδειγμα, την προσπάθεια της Κίνας να διεισδύσει βαθύτερα σε κράτη - μέλη της ΕΕ, εκμεταλλευόμενη τις συνέπειες της επιδημίας, τους ανταγωνισμούς στο εσωτερικό της Ενωσης και την αδυναμία των ΗΠΑ να παρέμβουν;
Να σημειωθεί ότι από το 2006, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου των ΗΠΑ είχε διαμορφώσει έκθεση για τις μακροοικονομικές επιπτώσεις μιας πιθανής πανδημίας γρίπης, ενώ αντίστοιχη έκθεση παρουσίασε τον περασμένο Φλεβάρη και η Υπηρεσία Ερευνών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με τίτλο «Ο οικονομικός αντίκτυπος των επιδημιών και των πανδημιών», δείχνοντας ότι υπάρχει προετοιμασία σε όλα τα επίπεδα για το ενδεχόμενο μιας πανδημίας.
Η ίδια έκθεση επικαλείται διάφορες μελέτες για τον αντίκτυπο των επιδημιών στην οικονομία: Σε κοινή έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και της Παγκόσμιας Τράπεζας το 2019, εκτιμάται ο αντίκτυπος σοβαρών πανδημιών σε κόστος 2,2% με 4,8% του παγκόσμιου ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 3 τρισ. δολάρια.
Σε άλλο άρθρο του ΔΝΤ, σημειώνεται πως «οι ευπαθείς πληθυσμοί, ιδιαίτερα οι φτωχοί, είναι πιθανό να υποφέρουν δυσανάλογα από μία τέτοια έξαρση, καθώς έχουν μικρότερη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και χαμηλότερες αποταμιεύσεις για να προστατευτούν από μια οικονομική καταστροφή».
Σε μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας το 2012, εκτιμάται πως οι βελτιώσεις των συστημάτων δημόσιας Υγείας και της υγείας των ζώων, για να φτάσουν ακόμα και τις ελάχιστες προδιαγραφές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και του Παγκόσμιου Οργανισμού Ζωικής Υγείας, μπορεί να κοστίσουν μεταξύ 1,9 και 3,4 δισ. δολάρια ανά έτος.
Αποκαλύπτοντας το «ζύγι» στο οποίο μπαίνουν τέτοιες «επενδύσεις», άλλη ανάλυση του CSIS, πάλι το 2019, που επιχειρηματολογεί υπέρ της βελτίωσης των μέτρων ανοσοποίησης και ασφάλειας της δημόσιας υγείας, αναφέρει: «Οι οικονομικές επιπτώσεις των μεγάλης κλίμακας εξάρσεων ασθενειών μπορούν να είναι γιγαντιαίες. Οι πανδημίες μπορούν να προκαλέσουν οικονομικές ζημίες περίπου 570 δισ. δολαρίων ανά έτος τις επόμενες δεκαετίες. Οι απειλές στην ασφάλεια της δημόσιας υγείας έχουν ιδιαίτερα καταστρεπτικό αντίκτυπο στις αναπτυξιακές επενδύσεις και τα ΑΕΠ, ειδικά σε χαμηλού και μέτριου εισοδήματος χώρες».
Είναι φανερό ότι βλέπουν τα μέτρα πρόληψης από τις επιδημίες μέσα από το πρίσμα των συμφερόντων του κεφαλαίου και όχι των λαών. Ακόμα όμως και τα στοιχειώδη που μπορούν να γίνουν, ακόμα και εκεί που, σύμφωνα με την έκθεση, υπάρχει «καλή σχέση κόστους - απόδοσης (...) οι κυβερνήσεις συνεχίζουν να υπο-επενδύουν σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα (...)», με αποτέλεσμα τα κράτη να παραμένουν «ανεπαρκώς προετοιμασμένα και εκτεθειμένα στη διαρκή απειλή των πανδημιών και μεγάλου σκέλους εξάρσεων ασθενειών».
Σε άλλο άρθρο, του ιατρικού περιοδικού «New England Journal of Medicine» το 2016, με τίτλο «Η παραμελημένη διάσταση της Παγκόσμιας Ασφάλειας - Το πλαίσιο αντιμετώπισης κρίσεων μεταδοτικών ασθενειών», οι επιστήμονες συγγραφείς παρουσιάζουν τις προτάσεις τους για την πρόληψη τέτοιων κρίσεων.
Σημειώνουν, ανάμεσα σε άλλα, ότι αυτές οι κρίσεις προκαλούν «θάνατο, οικονομικό χάος και ως αποτέλεσμα, πολιτική και κοινωνική αναταραχή» και προτείνουν μια σταδιακά αυξανόμενη δαπάνη περίπου 4,5 δισ. δολαρίων το χρόνο για την ανοσοποίηση του πληθυσμού σε όλο τον κόσμο.
«Εάν αυτό τοποθετηθεί στο πλαίσιο της ανθρώπινης ασφάλειας, είναι μια υποχρεωτική επένδυση», σχολιάζουν, πράγμα που αναγνωρίζουν πως είναι δύσκολο, καθώς «οι κυβερνήσεις δυσκολεύονται να δικαιολογήσουν δαπάνες για την πρόληψη σχετικά χαμηλών ενδεχομένων έξαρσης κρίσεων, και ο ιδιωτικός τομέας προβλέπει σχετικά μικρές αποδόσεις τέτοιων επενδύσεων».
Σε άλλο σημείο, το άρθρο γίνεται ακόμα πιο αποκαλυπτικό σε ό,τι αφορά τα κριτήρια για την ενίσχυση των συστημάτων πρόληψης και αντιμετώπισης των επιδημιών στα καπιταλιστικά κράτη.
Διαπιστώνει μεταξύ άλλων: «Είναι λογικό να υπολογίζουμε το σχετικό κόστος του λάθους, δηλαδή του να επενδύσουμε πάρα πολλά ή πολύ λίγα. Αν υπερεπενδύσουμε, θα έχουμε αναβαθμίσει τα βασικά συστήματα Υγείας περισσότερο από όσο αξίζει μόνο η απειλή της πανδημίας και θα έχουμε ξοδέψει παραπάνω σε εμβόλια και διαγνωστική έρευνα από όσο είναι αυστηρά αναγκαίο, αν και είναι δύσκολο να το δούμε αυτό ως πεταμένα χρήματα».
Η αντιφατικότητα στο τι «αξίζει» και τι είναι «αναγκαίο» δεν εκδηλώνεται από την πλευρά των λαϊκών συμφερόντων, αλλά από τη σκοπιά των αναγκών του συστήματος. Στο «ζύγι» μπαίνουν η καπιταλιστική κερδοφορία, η υπεράσπιση των όρων της λειτουργίας της οικονομίας και ταυτόχρονα η εξασφάλιση της σταθερότητας του αστικού κράτους. Σήμερα, μπορούμε να δούμε ότι στην αντιπαράθεση για τα μοντέλα διαχείρισης της πανδημίας «κρύβονται» τέτοιες πλευρές, παρά το γεγονός ότι όλοι επικαλούνται την ...«επιστημονική αλήθεια».
Ολοι
αυτοί είναι οι παράγοντες που εμποδίζουν τη διαμόρφωση ενός συνεκτικού
κεντρικού σχεδίου αντιμετώπισης τέτοιων κινδύνων με κριτήριο
αποκλειστικά τις εργατικές λαϊκές ανάγκες, που προϋποθέτει βεβαίως μια
Υγεία που δεν θα είναι εμπόρευμα. Ο «αόρατος κίνδυνος», που απειλεί την
εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα σε όλο τον κόσμο, είναι τελικά ορατός με γυμνό μάτι.
Τον βλέπει κανείς στην ένταση της εκμετάλλευσης, στο μεγάλωμα των ταξικών ανισοτήτων, στη διεύρυνση της φτώχειας, στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Τον βλέπει κυρίως στη μεγέθυνση της αντίφασης ανάμεσα στις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα να ικανοποιηθούν οι διευρυμένες λαϊκές ανάγκες, και στους κινδύνους που εκτίθενται η υγεία και η ζωή του λαού, λόγω της έλλειψης ακόμα και των πιο στοιχειωδών μέτρων πρόληψης και θεραπείας.
Οριστική και τελεσίδικη απάντηση σ' αυτήν την αντίφαση μπορεί να δώσει μόνο η ανατροπή αυτού του σάπιου συστήματος, το γκρέμισμα των νομοτελειών του. Απάντηση είναι μόνο ο σοσιαλισμός, που η αναγκαιότητα και η επικαιρότητά του επιβεβαιώνονται στο έδαφος της πανδημίας και της διαφαινόμενης νέας καπιταλιστικής κρίσης, στην οποία δρα σαν καταλύτης.
Η απειλή των πανδημιών, εκτός από γνωστή στην ανθρωπότητα - ειδικά μετά την ανάπτυξη της επιδημιολογίας, που μεταξύ άλλων, συμβάλλει στον προγραμματισμό, στην οργάνωση και την αξιολόγηση των συστημάτων Υγείας - είναι ζήτημα που απασχολεί κυβερνήσεις, ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και αστικά επιτελεία ειδικά τα τελευταία χρόνια.
«Δεξαμενές σκέψης», πανεπιστήμια, ερευνητικές επιτροπές κ.ο.κ., επιμελούνται σωρεία ερευνών, εκθέσεων και σεναρίων για τις επιπτώσεις επιδημιών και πανδημιών. Σε όλες αυτές τις επεξεργασίες, η απειλή δεν είναι καθόλου «αόρατη», αλλά περιγράφεται με λεπτομέρειες. Οχι, βέβαια, για να ενισχυθούν τα μέτρα πρόληψης και προστασίας της υγείας του λαού, αλλά για να προβλεφθούν και να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες κυρίως σε ό,τι αφορά την οικονομία, τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, ακόμα και τη σταθερότητα των πολιτικών συστημάτων, αλλά και να αξιοποιηθούν μέσα σε αυτό το πλαίσιο. Ας δούμε μερικά παραδείγματα.
«Η αποτυχία της αγοράς»
Το άρθρο αναφέρει ότι οι επιδημίες δημιουργούν μεγάλα πλήγματα όχι μόνο σε ανθρώπινες ζωές, αλλά και στην οικονομία, γι' αυτό απαιτούνται μέτρα για την ανάπτυξη και διάθεση εμβολίων παγκοσμίως. «Αυτό απαιτείται», σημειώνει, «διότι στον τομέα των φαρμακευτικών εταιρειών υπάρχει μια σημαντική αποτυχία της αγοράς, όσον αφορά στα εμβόλια για συγκεκριμένες, χαμηλής πιθανότητας παθογένειες (individual low-probability pathogens) που δύνανται να προκαλέσουν επιδημίες.
(...) Λόγω της χαμηλής ζήτησης τέτοιου τύπου εμβολίων, του υψηλού κόστους έρευνας και ανάπτυξης και της αργής απόσβεσης, οι φαρμακευτικές βιομηχανίες δεν επενδύουν εύκολα στην ανάπτυξή τους (...) Το συμφέρον της κερδοφορίας δεν συμβαδίζει καλά με το κοινωνικό συμφέρον του περιορισμού του ρίσκου που αποτελούν τέτοιες αρρώστιες».
Να, λοιπόν, πώς το κριτήριο του κόστους - οφέλους για το κεφάλαιο καθορίζει την ...αορατότητα του εχθρού: Αν και είναι επιστημονικά δυνατό να υπάρξει πρόληψη από ιούς που διαπιστωμένα προκαλούν επιδημίες, αυτό καθορίζεται από το κέρδος, που με τη σειρά του προκύπτει μόνο όταν η επιδημία εκδηλωθεί και υπάρξει μεγάλη ζήτηση για εμβόλια.
Αυτό ζούμε σήμερα με τον ανταγωνισμό για το ποιο μονοπώλιο θα πρωτοπαρασκευάσει και θα διαθέσει το εμβόλιο, με τους βασικούς ανταγωνιστές στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα να ρίχνουν πακτωλό χρημάτων, προκειμένου να το αποκτήσουν πρώτοι.
Απειλή και ευκαιρία
Ενα από αυτά τα σενάρια αφορούσε μια ενδεχόμενη πανδημία που θα χτυπούσε απότομα τον παγκόσμιο πληθυσμό, από έναν νέο και ιδιαίτερα μεταδοτικό κορονοϊό.
Επέλεξαν, όπως αναφέρουν, έναν κορονοϊό, επειδή πολλοί επιστήμονες είχαν συμφωνήσει πως ένας τέτοιος παθογόνος ιός είναι πιθανό να δημιουργήσει μια πανδημία. Θυμίζουμε ότι οι επιδημίες των SARS και MERS που έχουν προηγηθεί ήταν κι αυτοί της οικογένειας των κορονοϊών. Το σενάριο, λοιπόν, βασίστηκε στις μελέτες των πρόσφατων επιδημιών από επιστήμονες του προγράμματος Ασφάλειας Δημόσιας Υγείας του CSIS και του Κέντρου Ασφάλειας Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου «Τζον Χόπκινς».
Το συμπέρασμα που καταλήγουν είναι πως μια πανδημία μπορεί να κλονίσει την εμπιστοσύνη του λαού στο κράτος και τις κυβερνήσεις, οι εκστρατείες παραπληροφόρησης γίνονται ιδιαίτερα επικίνδυνες σε ένα εύθραυστο περιβάλλον κρίσης και οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα οξύνονται. Ως εκ τούτου, συμπεραίνει η ομάδα, «η ασφάλεια της δημόσιας υγείας δεν λαμβάνεται αρκετά σοβαρά ως παράγοντας εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ».
Σαν έτοιμοι από καιρό...
Σε εκδήλωση τον Φλεβάρη του 2019, στελέχη του σημείωναν ότι «η "Ανθρωπιστική Βοήθεια" πρέπει να βρεθεί ανάμεσα στις κορυφαίες προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ».
Μπορεί, τελικά, οι ΗΠΑ να βρίσκονται σήμερα στο επίκεντρο της πανδημίας και να μετρούν τα περισσότερα θύματα παγκοσμίως, αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι για όλα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και κράτη, η πανδημία και η παροχή υγειονομικής και οικονομικής βοήθειας αποτελούν πεδίο ανταγωνισμού, αλλά και στοιχείο που ανακατεύει την τράπουλα ανάμεσα στα διαφορετικά στρατόπεδα και στο εσωτερικό τους, δημιουργεί καινούργιους άξονες και αντιάξονες.
Ποιος δεν παρακολουθεί, για παράδειγμα, την προσπάθεια της Κίνας να διεισδύσει βαθύτερα σε κράτη - μέλη της ΕΕ, εκμεταλλευόμενη τις συνέπειες της επιδημίας, τους ανταγωνισμούς στο εσωτερικό της Ενωσης και την αδυναμία των ΗΠΑ να παρέμβουν;
Να σημειωθεί ότι από το 2006, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου των ΗΠΑ είχε διαμορφώσει έκθεση για τις μακροοικονομικές επιπτώσεις μιας πιθανής πανδημίας γρίπης, ενώ αντίστοιχη έκθεση παρουσίασε τον περασμένο Φλεβάρη και η Υπηρεσία Ερευνών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με τίτλο «Ο οικονομικός αντίκτυπος των επιδημιών και των πανδημιών», δείχνοντας ότι υπάρχει προετοιμασία σε όλα τα επίπεδα για το ενδεχόμενο μιας πανδημίας.
Ολα στο ζύγι...
Σε άλλο άρθρο του ΔΝΤ, σημειώνεται πως «οι ευπαθείς πληθυσμοί, ιδιαίτερα οι φτωχοί, είναι πιθανό να υποφέρουν δυσανάλογα από μία τέτοια έξαρση, καθώς έχουν μικρότερη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και χαμηλότερες αποταμιεύσεις για να προστατευτούν από μια οικονομική καταστροφή».
Σε μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας το 2012, εκτιμάται πως οι βελτιώσεις των συστημάτων δημόσιας Υγείας και της υγείας των ζώων, για να φτάσουν ακόμα και τις ελάχιστες προδιαγραφές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και του Παγκόσμιου Οργανισμού Ζωικής Υγείας, μπορεί να κοστίσουν μεταξύ 1,9 και 3,4 δισ. δολάρια ανά έτος.
Αποκαλύπτοντας το «ζύγι» στο οποίο μπαίνουν τέτοιες «επενδύσεις», άλλη ανάλυση του CSIS, πάλι το 2019, που επιχειρηματολογεί υπέρ της βελτίωσης των μέτρων ανοσοποίησης και ασφάλειας της δημόσιας υγείας, αναφέρει: «Οι οικονομικές επιπτώσεις των μεγάλης κλίμακας εξάρσεων ασθενειών μπορούν να είναι γιγαντιαίες. Οι πανδημίες μπορούν να προκαλέσουν οικονομικές ζημίες περίπου 570 δισ. δολαρίων ανά έτος τις επόμενες δεκαετίες. Οι απειλές στην ασφάλεια της δημόσιας υγείας έχουν ιδιαίτερα καταστρεπτικό αντίκτυπο στις αναπτυξιακές επενδύσεις και τα ΑΕΠ, ειδικά σε χαμηλού και μέτριου εισοδήματος χώρες».
Είναι φανερό ότι βλέπουν τα μέτρα πρόληψης από τις επιδημίες μέσα από το πρίσμα των συμφερόντων του κεφαλαίου και όχι των λαών. Ακόμα όμως και τα στοιχειώδη που μπορούν να γίνουν, ακόμα και εκεί που, σύμφωνα με την έκθεση, υπάρχει «καλή σχέση κόστους - απόδοσης (...) οι κυβερνήσεις συνεχίζουν να υπο-επενδύουν σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα (...)», με αποτέλεσμα τα κράτη να παραμένουν «ανεπαρκώς προετοιμασμένα και εκτεθειμένα στη διαρκή απειλή των πανδημιών και μεγάλου σκέλους εξάρσεων ασθενειών».
Τι «αξίζει» και τι είναι «αναγκαίο»;
Σημειώνουν, ανάμεσα σε άλλα, ότι αυτές οι κρίσεις προκαλούν «θάνατο, οικονομικό χάος και ως αποτέλεσμα, πολιτική και κοινωνική αναταραχή» και προτείνουν μια σταδιακά αυξανόμενη δαπάνη περίπου 4,5 δισ. δολαρίων το χρόνο για την ανοσοποίηση του πληθυσμού σε όλο τον κόσμο.
«Εάν αυτό τοποθετηθεί στο πλαίσιο της ανθρώπινης ασφάλειας, είναι μια υποχρεωτική επένδυση», σχολιάζουν, πράγμα που αναγνωρίζουν πως είναι δύσκολο, καθώς «οι κυβερνήσεις δυσκολεύονται να δικαιολογήσουν δαπάνες για την πρόληψη σχετικά χαμηλών ενδεχομένων έξαρσης κρίσεων, και ο ιδιωτικός τομέας προβλέπει σχετικά μικρές αποδόσεις τέτοιων επενδύσεων».
Σε άλλο σημείο, το άρθρο γίνεται ακόμα πιο αποκαλυπτικό σε ό,τι αφορά τα κριτήρια για την ενίσχυση των συστημάτων πρόληψης και αντιμετώπισης των επιδημιών στα καπιταλιστικά κράτη.
Διαπιστώνει μεταξύ άλλων: «Είναι λογικό να υπολογίζουμε το σχετικό κόστος του λάθους, δηλαδή του να επενδύσουμε πάρα πολλά ή πολύ λίγα. Αν υπερεπενδύσουμε, θα έχουμε αναβαθμίσει τα βασικά συστήματα Υγείας περισσότερο από όσο αξίζει μόνο η απειλή της πανδημίας και θα έχουμε ξοδέψει παραπάνω σε εμβόλια και διαγνωστική έρευνα από όσο είναι αυστηρά αναγκαίο, αν και είναι δύσκολο να το δούμε αυτό ως πεταμένα χρήματα».
Η αντιφατικότητα στο τι «αξίζει» και τι είναι «αναγκαίο» δεν εκδηλώνεται από την πλευρά των λαϊκών συμφερόντων, αλλά από τη σκοπιά των αναγκών του συστήματος. Στο «ζύγι» μπαίνουν η καπιταλιστική κερδοφορία, η υπεράσπιση των όρων της λειτουργίας της οικονομίας και ταυτόχρονα η εξασφάλιση της σταθερότητας του αστικού κράτους. Σήμερα, μπορούμε να δούμε ότι στην αντιπαράθεση για τα μοντέλα διαχείρισης της πανδημίας «κρύβονται» τέτοιες πλευρές, παρά το γεγονός ότι όλοι επικαλούνται την ...«επιστημονική αλήθεια».
Γκρέμισμα από τα θεμέλια
Τον βλέπει κανείς στην ένταση της εκμετάλλευσης, στο μεγάλωμα των ταξικών ανισοτήτων, στη διεύρυνση της φτώχειας, στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Τον βλέπει κυρίως στη μεγέθυνση της αντίφασης ανάμεσα στις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα να ικανοποιηθούν οι διευρυμένες λαϊκές ανάγκες, και στους κινδύνους που εκτίθενται η υγεία και η ζωή του λαού, λόγω της έλλειψης ακόμα και των πιο στοιχειωδών μέτρων πρόληψης και θεραπείας.
Οριστική και τελεσίδικη απάντηση σ' αυτήν την αντίφαση μπορεί να δώσει μόνο η ανατροπή αυτού του σάπιου συστήματος, το γκρέμισμα των νομοτελειών του. Απάντηση είναι μόνο ο σοσιαλισμός, που η αναγκαιότητα και η επικαιρότητά του επιβεβαιώνονται στο έδαφος της πανδημίας και της διαφαινόμενης νέας καπιταλιστικής κρίσης, στην οποία δρα σαν καταλύτης.
Δημήτρης ΜΑΒΙΔΗΣ
Ριζοσπάστης Σάββατο 11 Απρίλη 2020 - Κυριακή 12 Απρίλη 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου