Δεν φτάνει που φιλοδώρησαν τους εργαζόμενους - και μάλιστα τους χειρότερα αμειβόμενους - με μόλις 1,66 ευρώ καθαρά τη μέρα, έχουν το θράσος να τους κοροϊδεύουν κι από πάνω ότι τώρα ο δρόμος είναι ανοιχτός για μεγαλύτερες αυξήσεις στις κλαδικές και επιχειρησιακές Συμβάσεις! Ο λόγος για την κυβέρνηση και τα επιτελεία της...
Από τη μια, πανηγυρίζουν ξεδιάντροπα ότι «εξετέλεσαν το χρέος τους» απέναντι στους εργαζόμενους και, από την άλλη, ότι αυτή η αύξηση - κοροϊδία είναι «win win» για εργαζόμενους και εργοδότες κι ότι φρόντισε γι' αυτό ο νόμος Βρούτση - Αχτσιόγλου.
Έχοντας «τσιμεντάρει» τον κατώτατο μισθό στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο, η κυβέρνηση εμπαίζει αισχρά τους εργαζόμενους και υπονομεύει εκ των προτέρων κάθε διεκδίκηση, για λογαριασμό της εργοδοσίας.
Αποκρύπτει σκόπιμα ότι ο κατώτατος μισθός αναγορεύεται από τους εργοδότες σε «ρυθμιστή» και των υπόλοιπων μισθών, δίνοντάς τους άλλοθι για αντίστοιχες «αυξήσεις» στις κλαδικές Συμβάσεις, όπου και όποτε αυτές υπογραφούν.
Είναι άλλωστε γνωστό ότι οι εργοδότες ήταν αυτοί που απαίτησαν τον καθορισμό του κατώτατου μισθού με νόμο, ώστε η συγκράτηση και η μείωσή του να αντανακλώνται συνολικά στο λεγόμενο «κόστος εργασίας», με σταδιακή μείωση του μέσου μισθού.
Δεν είναι τυχαίο ότι η μείωση διά νόμου του κατώτατου μισθού και η συνολικότερη μνημονιακή νομοθεσία οδήγησαν σε καταβαράθρωση του μέσου καθαρού μισθού, από τα 1.051 ευρώ το 2011 στα 886,1 ευρώ το 2019!
Ακόμα όμως και η αναφορά της κυβέρνησης στις κλαδικές Συμβάσεις εργασίας είναι προκλητική, την ώρα που παραμένει σε ισχύ όλο το αντιδραστικό πλαίσιο, που επιτρέπει στους εργοδότες να μην προσέρχονται καν σε διαπραγματεύσεις με τα συνδικάτα και να υπεκφεύγουν.
Τι γίνεται όμως και σε εκείνες τις περιπτώσεις, που μια συνδικαλιστική οργάνωση διεκδικεί οργανωμένα και μαζικά την υπογραφή ΣΣΕ με πραγματικές αυξήσεις;
Ερχεται η κυβέρνηση με τους αντιαπεργιακούς της νόμους - αυτούς που ψήφισε πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ και ολοκλήρωσε η ΝΔ - να ποινικοποιήσει και να καταστείλει κάθε κινητοποίηση, διευκολύνοντας την εργοδοσία είτε να μην υπογράψει Σύμβαση είτε να εκβιάσει για αυξήσεις - ψίχουλα. Το παράδειγμα των εργαζομένων της COSCO είναι αποκαλυπτικό και σίγουρα όχι το μοναδικό!
Ακόμα όμως και στην περίπτωση που υπογραφεί κάποια κλαδική Σύμβαση, η κυβέρνηση διαθέτει χίλια δυο προσχήματα για να μην την κάνει υποχρεωτική στον κλάδο.
Χρειάζεται, τέλος, πολύ θράσος για να λες ότι από την «αύξηση» στον κατώτατο μισθό βγαίνουν εξίσου κερδισμένοι εργαζόμενοι και εργοδότες, υποδεικνύοντας μάλιστα υποκριτικά στην εργοδοσία ότι έτσι «ανταποδίδει» την απλόχερη στήριξη που της έδωσε το κράτος στη διάρκεια της κρίσης και της πανδημίας.
Στο θέατρο παίρνουν άριστα κυβέρνηση και μεγαλοεργοδότες! Δεν είναι τυχαίο ότι οι μεγαλύτερες εργοδοτικές ενώσεις, όπως ο ΣΕΒ, δεν έβγαλαν άχνα για την «αύξηση», επικροτώντας την σιωπηλά. Και πώς να μην το κάνουν άλλωστε, αφού οι δικοί τους φορείς και τα δικά τους ινστιτούτα διαμόρφωσαν την πρόταση προς την κυβέρνηση!
Επιπλέον, με το φιλοδώρημα που ανακοίνωσε, η κυβέρνηση δηλώνει ότι εξόφλησε τις όποιες «υποχρεώσεις» της προς τους εργαζόμενους. Οι εργοδότες όμως «έχουν λαμβάνειν» ακόμα τόσα και περισσότερα: Είτε από το Ταμείο Ανάκαμψης, είτε από τα προγράμματα τζάμπα εργασίας του ΟΑΕΔ που «αναμορφώθηκε», είτε από τους «αναπτυξιακούς» νόμους, είτε από την αντεργατική νομοθεσία, είτε από την παραπέρα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.
Αυτή είναι η ...«win win» αύξηση που λέει η κυβέρνηση! Μια κοροϊδία και μισή, που γίνεται ακόμα μεγαλύτερη αν συγκριθεί με το τι περιμένει ακόμα στην πιατέλα των επιχειρηματικών ομίλων για να το ξεκοκαλίσουν, την ώρα που οι εργαζόμενοι στενάζουν από την ακρίβεια και την ενεργειακή φτώχεια.
Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, ντράπηκε και η ντροπή με τη διαπίστωσή του ότι στην κυβερνητική απόφαση για τον κατώτατο μισθό επέδρασε καθοριστικά η δική του «πίεση», με τα «5 συν 1» σημεία. Οι θέσεις του μόνο «πίεση» δεν ασκούν στην κυβέρνηση, αφού είναι η άλλη όψη των όσων εξαγγέλλει. Κριτήριο για τους εργατικούς μισθούς, τόσο για τη ΝΔ, όσο και για τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι οι «αντοχές της οικονομίας» και η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Γι' αυτό δεσμεύονται αμφότεροι να διατηρήσουν στο διηνεκές τον νόμο Βρούτση - Αχτσιόγλου, αλλά και τον πυρήνα της αντεργατικής νομοθεσίας που ψήφισαν, προκειμένου να συγκρατούνται οι μισθοί στα σημερινά άθλια επίπεδα και ακόμα πιο κάτω, αν σκεφτεί κανείς ότι τον ίδιο κατώτατο μισθό έπαιρναν οι εργαζόμενοι και πριν από 13 χρόνια!
Οι μάσκες έπεσαν λοιπόν. Πραγματική βελτίωση στους μισθούς και στη ζωή τους δεν πρόκειται να δουν οι εργαζόμενοι από τους νόμους που φτιάχτηκαν για το εντελώς αντίθετο: Τη μείωση του «εργατικού κόστους» και την ένταση της εκμετάλλευσης.
Ούτε βέβαια από τα κόμματα που ψήφισαν και εφαρμόζουν αυτούς τους νόμους, ενώ σήμερα επενδύονται ξανά τον μανδύα του σωτήρα.
Διέξοδος για τους εργαζόμενους υπάρχει μόνο σε σύγκρουση με αυτήν την πολιτική, τους νόμους, τα κόμματα και τις κυβερνήσεις του κεφαλαίου. Μόνο στον δικό τους ταξικό αγώνα για αυξήσεις στους μισθούς, κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων, δουλειά με σύγχρονα δικαιώματα! Σ' έναν τέτοιον αγώνα πρωτοστατούν εκατοντάδες συνδικάτα και χιλιάδες εργαζόμενοι σε όλη τη χώρα, που ετοιμάζονται την Κυριακή να τιμήσουν αγωνιστικά με απεργία την Εργατική Πρωτομαγιά!
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Τετάρτης 27 Απρίλη 2022.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου