Τα επίσημα στοιχεία που δημοσίευσαν ο ΑΔΜΗΕ και ο ΔΕΣΦΑ για το πρώτο 11μηνο του 2022 είναι αποκαλυπτικά: Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκε κατά 25,07% και αυτή του φυσικού αερίου κατά 17,8%, ενώ μείωση υπήρξε και στις μετακινήσεις. Είναι φανερό ότι ένα μεγάλο ποσοστό αυτής της μείωσης προήλθε από τα λαϊκά νοικοκυριά, που περιόρισαν κι άλλο τις δαπάνες για στοιχειώδεις ανάγκες όπως είναι η θέρμανση. Και να σκεφτεί κανείς ότι το 2021 ελάχιστα νοικοκυριά ζεστάθηκαν πραγματικά, παρά τον πιο βαρύ χειμώνα.
Την ίδια ακριβώς περίοδο, το κράτος με «ενισχύσεις» και «κίνητρα» κράτησε ζεστά τα κέρδη και θωρακισμένη την «ανταγωνιστικότητα» των επιχειρηματικών ομίλων, ενώ παζαρεύει και «διευκολύνσεις» ύψους 1,5 δισ. ευρώ για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες.
Τα ίδια στοιχεία αποδεικνύουν και πόση αξία έχουν για τον λαό τα μέτρα «καπαμά» που ανακοινώνει κατά καιρούς η κυβέρνηση, ξιφουλκώντας με τον ΣΥΡΙΖΑ για το ποιος διασφαλίζει καλύτερα την «κοινωνική συνοχή» χωρίς να διαταράσσονται οι δημοσιονομικές «σταθερές» και οι «αντοχές της οικονομίας», για τις οποίες «αγωνιούν» και οι δύο.
Τα διάφορα voucher και pass δεν έκαναν καμία ουσιαστική διαφορά για τον λαό, που αναγκάστηκε να περιορίσει κι άλλο τη θέρμανση, την κατανάλωση ρεύματος και τις μετακινήσεις, επειδή δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στο μεγάλο κόστος της Ενέργειας, που ήρθε για να μείνει. Οπως ήρθαν για να μείνουν και οι ανατιμήσεις στα ράφια των σούπερ μάρκετ, υποχρεώνοντας περισσότερα από τα μισά νοικοκυριά να περικόψουν κι από τα πιο στοιχειώδη αγαθά.
Οι κρατικές ενισχύσεις καταλήγουν να γίνονται επιδοτήσεις στους ομίλους της Ενέργειας και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αποτρέψουν τη διεύρυνση της ενεργειακής φτώχειας, πόσο μάλλον να την αντιστρέψουν, με την «ψαλίδα» ανάμεσα στις ανάγκες του λαού και στις συνθήκες όπου εξαναγκάζεται να επιβιώνει να μεγαλώνει σταθερά.
Στη νέα αυτή κατάσταση, που παγιώνεται ως «κανονικότητα» στην καπιταλιστική οικονομία και ενώ τα δύσκολα για τον λαό είναι μπροστά, τόσο η κυβέρνηση όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζουν ως «αντίδοτο» την επιτάχυνση της «πράσινης μετάβασης» και της «διαφοροποίησης των πηγών», κυρίως για το φυσικό αέριο, παραμυθιάζοντας τον λαό ότι έτσι θα γίνει πιο φτηνή η Ενέργεια.
Η πραγματικότητα όμως δείχνει άλλα: Την ώρα που ο λαός ξεπάγιαζε, το 2022 γινόταν η χρονιά - ρεκόρ για τις ΑΠΕ, με την εγκατάσταση έργων που συνδέθηκαν στο σύστημα να φτάνει σε ισχύ τα 1,6 GW, φέρνοντας την Ελλάδα στη δεύτερη θέση παγκοσμίως ως προς την «ελκυστικότητα» τέτοιων επενδύσεων.
Η «απολιγνιτοποίηση» προχωρούσε και, παρά την έκτακτη επαναλειτουργία ορισμένων ΑΗΣ, το μερίδιο του λιγνίτη στο μείγμα της ηλεκτροπαραγωγής αυξήθηκε κατά μόλις 2,2%. Και, βέβαια, οι εισαγωγές ρωσικού αερίου μειώθηκαν κατά 68,4% σε σχέση με το 2021, ενώ οι εισαγωγές LNG αυξήθηκαν αντίστοιχα κατά 56,5%.
Τι είδε όμως ο λαός από την επιτάχυνση αυτής της στρατηγικής, που έχουν «κορόνα στο κεφάλι τους» όλα τα αστικά κόμματα, για τα συμφέροντα και τους στόχους της αστικής τάξης; Εκτίναξη των τιμών λιανικής, αλλά και εκτόξευση των κινδύνων από τη βαθύτερη εμπλοκή στα ευρωατλαντικά σχέδια και τους ανταγωνισμούς, που πάνε χέρι χέρι με το μοίρασμα αγορών, πηγών και δρόμων μεταφοράς Ενέργειας.
Με αυτό το κοινό πρόγραμμα, που βάζει τις λαϊκές ανάγκες σε «βαθιά κατάψυξη», κάνουν ποδαρικό στο 2023 και κατεβαίνουν στις επερχόμενες εκλογές όλοι οι κυβερνητικοί «σωτήρες». Τα σχέδιά τους μπορεί να τα χαλάσει μόνο ο λαός: Δυναμώνοντας τον οργανωμένο αγώνα και ενισχύοντας παντού το ΚΚΕ, που αποτελεί εγγύηση σε αυτόν τον δρόμο για να πάρει ανάσες και δίνει προοπτική με την πρότασή του για την αξιοποίηση όλων των πηγών Ενέργειας προς όφελος του λαού, με την οικονομία και την εξουσία στα δικά του χέρια.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Πέμπτης 5 Γενάρη 2023.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου